Εχει ο καιρός γυρίσματα… Ολο το προηγούμενο διάστημα η ηγεσία της Τουρκίας λοιδορούσε με ιταμό τρόπο την Ελλάδα για την οικονομική κρίση της και εμμέσως προειδοποιούσε ότι, σε μια αντιπαράθεση, η δυνατή οικονομία της θα συμπλήρωνε την ισχύ των όπλων για να επιβάλει τα σχέδιά της. Πριν από λίγες ημέρες όμως ο Ερντογάν έφτασε να εκλιπαρεί όσους έχουν κομπόδεμα σε ξένο νόμισμα να το μετατρέψουν σε τουρκικές λίρες μήπως και καταφέρουν να διασώσουν το γόητρο του εθνικού νομίσματος από την πλήρη απαξίωση. Τους έλληνες τουρίστες με τα ευρώ θα τους υποδέχεται πλέον όπως την υδροφόρα στην έρημο.
Υπόβαθρο της κρίσης στην Τουρκία υπήρξαν τα σχέδια του Ερντογάν να οικοδομήσει αυταρχικούς θεσμούς στο εσωτερικό και να οργανώνει επιθετικές παρεμβάσεις στο εξωτερικό. Αφορμή για την εκδήλωση της κρίσης στάθηκε η απόπειρα ελέγχου της Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να μπορεί ανενόχλητος να χρηματοδοτεί αυτά τα σχέδια και τους νέους εξοπλισμούς. Διαβλέποντας τη μαζική έκδοση πληθωριστικού χρήματος, οι επενδυτές απέσυραν τα κεφάλαιά τους και το πανηγύρι ξεκίνησε με τη λίρα να χάνει περίπου 5% της αξίας της κάθε εβδομάδα και πάνω από 20% τον μήνα. Τελικά ούτε η γεωπολιτική επιρροή στη Ρωσία ή στη Μέση Ανατολή, ούτε το διαπραγματευτικό χαρτί με τους σύρους πρόσφυγες, ούτε οι διάφορες απειλές στάθηκαν ικανά να συγκρατήσουν τη ραγδαία υποτίμηση και το επερχόμενο κύμα πληθωρισμού που θα πλήξει το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού.
Για να περιορίσουν τη φυγή κεφαλαίων ανέβασαν τα επιτόκια κατά τρεις μονάδες, πράγμα που με τη σειρά του θα προκαλέσει πτώση των επενδύσεων και της ανάπτυξης, και τα μεγάλα σχέδια κινδυνεύουν να γίνουν ένα κουβάρι ύφεσης, φτώχειας και ανεργίας. Αυτά που λοιδορούσε στους άλλους, τα βρήκε μπροστά του στο πολλαπλάσιο! Τα διδάγματα από την κρίση της Τουρκίας είναι πολλά και δεν αφορούν μόνο την ίδια, αλλά και όσες χώρες εμπνέονται κατά καιρούς από ανάλογα τυχοδιωκτικά οράματα.
Πρώτο δίδαγμα είναι ότι όσο ισχυρή ανάπτυξη και να έχει μια οικονομία, για να τη συνεχίσει χρειάζεται να έχει εξίσου ισχυρούς και αξιόπιστους θεσμούς, χωρίς η κάθε κυβέρνηση να τους κάνει υποχείριους στα εκλογικά της σχέδια. Η προσπάθεια χειραγώγησης της Κεντρικής Τράπεζας από τον Ερντογάν σε συνδυασμό με τους ασφυκτικούς ελέγχους του Τύπου και της Δικαιοσύνης κάνουν και πάλι την Τουρκία να μοιάζει με ασταθή χώρα χωρίς στέρεους κανόνες και θεσμούς, έρμαιη σε κάθε λογής αδιαφανή και τυχοδιωκτικά σχέδια. Αυτοί είναι άλλωστε και οι πραγματικοί λόγοι που την αποξένωσαν από τη διαδικασία προσέγγισης με την Ευρωπαϊκή Ενωση και προκάλεσαν φόβους για το μοντέλο που θα ακολουθήσει στο μέλλον.
Δεύτερο δίδαγμα είναι ότι τα προγράμματα προσαρμογής που κάνουν διεθνείς οργανισμοί σε μια χώρα θα έχουν πρόσκαιρη μόνο επιτυχία, αν η ίδια δεν θέλει πραγματικά να αλλάξει και να υπερασπιστεί τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Η Τουρκία έγινε το αγαπημένο παιδί του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, όταν μετά το πρόγραμμα διάσωσης του 2000 νομοθετήθηκε η ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας και τέθηκε σε κυκλοφορία η νέα τουρκική λίρα. Η διάγνωση της κρίσης ήταν εκείνη τη φορά σωστή και τα μέτρα που εφαρμόστηκαν οδήγησαν σε αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, προσέλκυση ξένων επενδύσεων και ισχυρή ανάπτυξη. Φαίνεται όμως ότι δεν άντεξαν και πολύ στους εσωτερικούς κλυδωνισμούς και τα πρώτα ρήγματα διέλυσαν τα προσωρινά επιτεύγματα.
Τα διδάγματα είναι όμως χρήσιμα και για μερικούς άλλους. Για παράδειγμα, η Λέγκα του Βορρά στην Ιταλία στην πράξη σκέφτεται όπως ο Ερντογάν, όσο και αν η έπαρση εμποδίζει τον Σαλβίνι να το παραδεχτεί: Οι κανόνες σταθερότητας και το ευρώ θεωρούνται υπερεθνικά δεσμά και πιστεύει ότι μόνο η επαναφορά της λιρέτας θα φέρει τη λύτρωση, ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που θα προκαλέσει είναι νέα χρέη, υπερπληθωρισμό και μείωση εισοδημάτων, ιδίως στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Προβλήματα τα οποία άλλωστε κυριαρχούσαν επί δεκαετίες στην Ιταλία προτού βρει καταφύγιο στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.
Στα καθ’ ημάς τώρα, παρόμοια κρίση δεν μπορεί να συμβεί γιατί έχουμε παραμείνει στο ευρώ. Ομως το ναυάγιο της τουρκικής λίρας προσφέρεται για να φανταστούμε –εκ του ασφαλούς –τι θα είχαμε πάθει το 2015 με μια έξοδο από το ευρώ. Οι πρωτεργάτες του σχεδίου πίστευαν ότι για να πετύχει η επαναφορά της Δραχμής αρκούσε να έλθουν κεφάλαια από τη Ρωσία, να αναληφθεί ο έλεγχος της Τράπεζας της Ελλάδος για να κόβει χρήμα και οι ένοπλες δυνάμεις να μεριμνούν για την εσωτερική τάξη, σύμφωνα με την ευγενική προσφορά του υπουργείου Αμυνας τις παραμονές του δημοψηφίσματος. Ευτυχώς για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της χώρας, η κυβέρνηση έκανε τελικά πίσω και επέλεξε να παραμείνει στο ευρώ, αν και με τίμημα ένα βαρύ και αχρείαστο Μνημόνιο. Εχει ενδιαφέρον να δει κανείς ότι και τα τρία παραπάνω κριτήρια ο Ερντογάν τα διασφάλιζε στο πολλαπλάσιο, όμως το πείραμά του κατέρρευσε με πάταγο και πολύ γρήγορα.
Επίσης, παρά το μεγάλο κόστος που είχε η Ελλάδα σε οκτώ χρόνια μνημονίων, η Τουρκία αναλογικά υπέστη περισσότερη ζημιά σε λίγους μήνες αναταραχής. Την περίοδο 2010-2017 το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας μειώθηκε κατά -30%, ενώ η τουρκική οικονομία την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε ταχύτατα. Ομως η ραγδαία υποτίμηση είχε ως αποτέλεσμα το κατά κεφαλήν εισόδημα σε δολάρια να πέσει εφέτος κάτω από το επίπεδο που είχε το 2010. Γενικά, όταν ξεσπούν παγκόσμιες οικονομικές θύελλες, καλύτερα να βρίσκεσαι σε μια προστατευμένη ζώνη ακόμη και με προβλήματα, παρά να έχεις την απατηλή επιλογή ότι οδηγείς μόνος σου το σκάφος, γιατί μάλλον θα πάει στα βράχια. Το μήνυμα αυτό πληρώθηκε πανάκριβα στην Ελλάδα το 2015, αλλά ελπίζει κανείς ότι τουλάχιστον εδραιώθηκε.
Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι πουθενά δεν φυτρώνει δωρεάν χρήμα. Το να έχει μια κυβέρνηση το δικαίωμα ελεύθερης έκδοσης εθνικού χρήματος, καθόλου δεν σημαίνει ότι αυτό θα έχει και κάποια αγοραστική αξία γιατί στο μεταξύ την εξαφανίζει ο ξέφρενος πληθωρισμός που προκαλεί η μαζική κυκλοφορία του. Πρόσφατα στη Βενεζουέλα κόπηκε επίσης άφθονο χρήμα για να αυξήσει προεκλογικά τους μισθούς στο ένα εκατομμύριο Μπολίβαρ, αλλά μετά ο μεγάλος πληθωρισμός που ακολούθησε έκανε τις αυξήσεις αόρατες όταν πήγαινες στα σουπερμάρκετ. Χρήσιμο χρήμα δημιουργείται μόνο όταν αυξάνεται η παραγωγή και όποιος το ξεχνά πληρώνει γρήγορα τις συνέπειες.
Ενα άλλο χρήσιμο συμπέρασμα για την Ελλάδα είναι ότι κανένα πρόβλημα δεν λύνεται οριστικά αν μια χώρα δεν οικοδομήσει δικούς της εθνικούς θεσμούς που λειτουργούν με σοβαρότητα και πολιτική ανεξαρτησία. Τώρα που λήγει το τρίτο Μνημόνιο, είναι προφανές ότι για να μην υπάρξει επόμενο μένει να γίνουν ακόμη πολλές προσπάθειες και μεταρρυθμίσεις, αλλά σχεδόν όλοι αποφεύγουν να τις περιγράψουν και να τις αναλάβουν. Ομως η κρίση της Τουρκίας δείχνει ακόμα πιο έντονα τη σημασία τους και –αν τις υλοποιήσουμε –θα ωφεληθούμε πολύ περισσότερο από το να βλέπουμε απλώς να τσαλακώνεται η αλαζονεία της γείτονος.
Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ