Η αξία της ακαδημαϊκής σύγκλισης


Καθώς πλησιάζει ο 21ος αιώνας η Ευρώπη αλλάζει μορφή. Ιδεολογικές ανατροπές και κοινωνικές ανακατατάξεις συντελούν στην ανάπτυξη ενοποιητικών αλλά και αντίθετων, φυγόκεντρων τάσεων που οδηγούν σε μετατοπίσεις συνόρων. Και ενώ από τις δυτικές κυρίως χώρες επιδιώκεται η πραγμάτωση του οράματος της ενωμένης Ευρώπης, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού καλλιεργούνται επικίνδυνες εθνικιστικές διαθέσεις, που σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στα Βαλκάνια, παρακινούν σε αιματηρές αναμετρήσεις. Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις, προβάλλει επιτακτική η ανάγκη της επικοινωνίας και της συνεννόησης των πνευματικών ανθρώπων που φιλοδοξούν να αντισταθούν στη λογική των εθνικιστικών αντιπαραθέσεων και να συμβάλλουν θετικά στο διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι.


Στον βαθμό που η επιστήμη αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφωσης του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού, είναι φυσικό η μελέτη της ιστορίας και της φιλοσοφίας της να ενδιαφέρει όχι μόνο τους ειδικούς αλλά και όλους όσοι επιδιώκουν την καλύτερη κατανόηση του ρόλου της για την προαγωγή της επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων ακαδημαϊκών κοινοτήτων αλλά και για τη σύγκλιση των εθνικών παραδόσεων. Ετσι, πρέπει να τονιστεί η σημασία του συμποσίου φιλοσοφίας και ιστορίας της επιστήμης που πραγματοποιήθηκε, μέσα σε ιδιαίτερα θερμό, φιλικό κλίμα, την 30ή και 31η Μαρτίου στο Παλαιό Αμφιθέατρο Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το συμπόσιο διοργανώθηκε στο πλαίσιο διμερούς συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ του Τμήματος Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Bogazici της Κωνσταντινούπολης και του Τμήματος Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά προσκλήθηκαν και παρουσίασαν εργασίες τους και μέλη Τμημάτων άλλων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, όπως του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Πολυτεχνικών Σχολών της Κωνσταντινούπολης και της Αγκυρας και ανεξάρτητοι ερευνητές εκτός πανεπιστημιακού χώρου. Ανάλογη διμερής συμφωνία έχει συναφθεί και ανάμεσα στα Τμήματα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία και Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Bogazici.


Υστερα από μια πρώτη επαφή ορισμένων ελλήνων και τούρκων φιλοσόφων, με την ευκαιρία του Α’ Βαλκανικού Συνεδρίου Φιλοσοφίας στους Δελφούς το 1992, και ύστερα από μια σειρά μεμονωμένων αμοιβαίων προσκλήσεων και επισκέψεων, αποφασίστηκε να γίνουν ετήσιες συναντήσεις στην Αθήνα και στην Κωνσταντινούπολη και προτάθηκε το πρώτο συμπόσιο με γενικό θέμα «Επιστήμη: Η φιλοσοφία και η ιστορία της». Το γενικό αυτό θέμα ανταποκρινόταν στα ερευνητικά ενδιαφέροντα των περισσότερων διδασκόντων των δύο Τμημάτων αλλά ήταν αρκετά ευρύ ώστε να επιτρέπει την επέκταση και σε διάφορες περιοχές της ιστορίας της φιλοσοφίας και της συστηματικής φιλοσοφίας. Υιοθετήθηκε το διαδεδομένο στο εξωτερικό, αλλά αρκετά ασυνήθιστο για την ελληνική πραγματικότητα, οργανωτικό σχήμα της συνοδείας των βασικών ανακοινώσεων από κριτικό σχολιασμό από έναν δεύτερο ομιλητή, ο οποίος είχε προηγουμένως μελετήσει το κείμενο του πρώτου. Ετσι οι περίπου 20 παρουσιάσεις περιελάμβαναν, στις περισσότερες περιπτώσεις, την εναλλαγή στο βήμα τούρκων και ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι αντάλλασσαν απόψεις. Στη συνέχεια υποβάλλονταν ερωτήσεις και ακολουθούσε συζήτηση με το ακροατήριο η οποία συχνά συνεχιζόταν και μετά το τέλος των επίσημων συνεδρίων. Αξίζει να σημειωθεί η ενεργός συμμετοχή φοιτητριών και φοιτητών και από τις δύο χώρες.


Η θεματική που απασχόλησε τους κυρίως ομιλητές και τους σχολιαστές τους κάλυπτε ποικίλα προβλήματα από τον χώρο της φιλοσοφίας και της ιστορίας της επιστήμης σχετικά με την επιστημονική πρόοδο και ορθολογικότητα, τον ρόλο των κοινωνικών παραγόντων στην ιστορία των επιστημών και τη διαμάχη ρεαλισμού – αντιρεαλισμού αλλά και συναφή ζητήματα από την ιστορία της φιλοσοφίας, από την αρχαιότητα ως σήμερα και από τον χώρο της φιλοσοφίας, της γλώσσας, της γνωσιολογίας και της ηθικής.


Εκείνο που μπορεί και πρέπει να επισημανθεί είναι η γονιμότητα του φιλοσοφικού και επιστημονικού διαλόγου που αναπτύχθηκε και η διάνοιξη διαύλων περαιτέρω συνεργασίας. Πέρα από τη δυνατότητα προαγωγής της έρευνας αναφορικά με ζητήματα φιλοσοφίας και ιστορίας της επιστήμης καθαρά διεθνούς ενδιαφέροντος, τέθηκαν τα θεμέλια και για τη διερεύνηση της ιδιαιτερότητας της πρόσληψης του σχετικού προβληματισμού στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Καθίσταται σαφές ότι δεν μπορεί να αγνοηθεί ο ρόλος «τοπικών» παραγόντων, όπως είναι τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του επιστημονικού λόγου των ελλήνων λογίων του 18ου αιώνα, η επιρροή των εκπαιδευτικών θεσμών του Ισλάμ στη διαμόρφωση των σχολείων του ευρύτερου ελλαδικού χώρου κ.ά. Ετσι συμφωνήθηκε στις τακτές ελληνοτουρκικές επιστημονικές συναντήσεις των επόμενων χρόνων να συνεχιστεί η παρουσίαση της διεξαγόμενης έρευνας με διεθνή ορίζοντα αλλά και να εξεταστεί ειδικότερα η ιστορία των ιδεών που συγκροτεί το υπόβαθρο του νεότερου και του σύγχρονου προσανατολισμού των επιστημονικών κοινοτήτων των δύο χωρών.


Σε μια εποχή αναβίωσης εθνικιστικών προκαταλήψεων, κατά την οποία τα πολιτικά αδιέξοδα δημιουργούν την αίσθηση αδυναμίας της οποιασδήποτε ουσιαστικής προσέγγισης μεταξύ των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας, είναι απαραίτητο να αναζητηθούν σημεία επαφής και παράλληλης πορείας. Ο ακαδημαϊκός χώρος επιτρέπει τη συνάντηση όσων κατανοούν την αξία της πνευματικής σύγκλισης, πολύτιμης για την ίδια μας την πολιτισμική αυτογνωσία και πρόοδο, χωρίς αποκλεισμούς και μισαλλοδοξίες. Ανακαλύπτοντας σε μια περιοχή κοινών ενδιαφερόντων πόσο πολλά μας ενώνουν με τον «Αλλο» που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε εθνικό αντίπαλο, μπορούμε να ελπίζουμε όχι μόνο στην ειρηνική συνύπαρξη αλλά και στην πραγματική φιλία και συνεργασία σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο.


Ο κ. Στέλιος Βιρβιδάκης είναι επίκουρος καθηγητής της Φιλοσοφίας στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο κ. Κώστας Γαβρόγλου είναι καθηγητής της Ιστορίας της Επιστήμης στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.