«Το ζεστό ψωµί είναι πιο εύπεπτο από το κρύο, έχει μεγαλύτερη θρεπτική αξία, αλλά προκαλεί αέρια. Το κρύο ψωμί είναι πιο χορταστικό, αλλά προκαλεί δυσκοιλιότητα. Ο κριβανίτης άρτος είναι ο καλύτερος απ’ όλους, επειδή είναι καλός για το στομάχι και την κοιλιά και δεν προκαλεί πρηξίματα. Τα σιτηρά, όταν δεν αλεστούν και δεν ψηθούν σωστά, προκαλούν βαρυστομαχιά, φουσκώματα, πρηξίματα, αέρια και πονοκεφάλους». Αυτά γράφουν οι «Δειπνοσοφιστές» και τα μεταφέρει ανάμεσα σε πολλά άλλα ενδιαφέροντα στο θαυμάσιο βιβλίο της «Στα μαγειρεία των αρχαίων» (εκδόσεις Ολκός) η Μαρία Θερμού. Οπου κριβανίτης, όπως εξηγεί η Μαρία (που πολλά χρόνια περάσαμε σε διπλανά γραφεία) ήταν άρτος που ψηνόταν σε πήλινα σκεύη. Για τα αέρια, τι να σας πω, καλύτερα να ρωτήσετε τον γαστρεντερολόγο σας.
Οσο για τη ζειά (πείτε τη και ζέα), η οποία έγινε τα τελευταία χρόνια της μοδός, «αν αποδεχτούμε τον Ομηρο και μεταγενέστερους συγγραφείς όπως ο Ηρόδοτος, φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν κυρίως ως ζωοτροφή». Για να δείτε τι μας ταΐζουν σήμερα οι διατροφολόγοι όλους εμάς το κοπάδι των (κατά φαντασίαν;) ασθενών που φουσκώνουμε και ξεφουσκώνουμε, που έχουμε και ένα και δύο και τρία πλακώματα, και που φοβόμαστε πως στο τέταρτο πλάκωμα θα μας έρθει ο ταμπλάς. Πόσο ένοχο για τα χάλια μας είναι, αλήθεια, το ψωμί;
Παιδί που µεγάλωσε κυρίως µε ψωµί (για αρκετά χρόνια έτρωγα περί τις δύο φραντζόλες την ημέρα, με αποτέλεσμα τα ξαδέλφια μου να με αποκαλούν με το παρατσούκλι «ο ψωμάς»), αρνούμαι να το ενοχοποιήσω και ας το επιτάσσει η μόδα της εποχής. Μασουλάω μία ακόμα φέτα και συνεχίζω το ξεφύλλισμα του βιβλίου της Μαρίας. Βλέποντας να περνάνε μπροστά από τα μάτια μου κριμνίτες, σεμιδαλίτες, ερικίτες και κολλίκια –μα τι ωραία πράγματα που έφτιαχναν αυτοί οι Αρχαίοι! –σκέφτομαι πως θησαυρός μεγαλύτερος (και πιο διαχρονικός) από το στάρι δεν υπάρχει. «Ω, βραδινό συμμάζεμα στο σπιτικό κατώφλι, / καρτέρεμα ανυπόμονο του πυρωμένου φούρνου! / Κι ω, μέθυσμα απ’ τη μυρωδιά πρώτου ψωμιού, που αχνίζει. / Κομμένο από το γέροντα παππού, χωρίς μαχαίρι», Γεώργιος Δροσίνης. Επιπλέον «όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο», Λευτέρης Παπαδόπουλος. Και έρχεται ο άλλος και σου λέει πως πρέπει να το κόψεις. Να κόψεις το κάπνισμα, το καταλαβαίνω. Το έκανα. Να κόψεις το αλκοόλ; Μόνο οφέλη μπορείς να έχεις. Το ψωμί, όμως, κόβεται;
Μια φίλη έχει να το βάλει στο στόμα της δέκα μήνες και νιώθει, λέει, υπέροχα. Τι άλλο σού συνέβη μέσα σε αυτούς τους δέκα μήνες; «Ερωτεύτηκα…». Γι’ αυτό νιώθεις υπέροχα! Μήπως να αρχίσεις να ξανατρώς και ψωμί; Θα νιώσεις ακόμα πιο υπέροχα! Οχι, λέει, γιατί τη φουσκώνει. Τη βλέπω να μασουλάει γκοφρέτες από ρύζι, από ρίζες λωτού, από μανδραγόρα και αρισμαρί από… κι εγώ δεν ξέρω τι, και τη λυπάμαι. Επιμένει πως είναι νοστιμότατες. Βλάβη στα εγκεφαλικά κέντρα της γεύσης; Πες μου πως βρίσκεις νόστιμη και την κινόα. «Φυσικά!». Βλάβη στα εγκεφαλικά κέντρα της γεύσης, το επιβεβαίωσα!
Την καθίζω απέναντί µου και της διαβάζω το βιβλίο της Μαρίας, σαν θεραπεία που επαναενεργοποιεί την όρεξη: «Στα Ελευσίνια Μυστήρια οι μύστες, παρότι σε νηστεία, έτρωγαν άρτους γλυκούς με μέλι και σουσάμι». Είδες; Ακόμα και οι μύστες. Εξακολουθεί να μασάει το ρυζομπλιάχ. «Δεν το χωνεύω το σουσάμι». Εγώ πάλι δεν χωνεύω όλη αυτή τη στέρηση που μας φοριέται ως μόδα. Το διαρκές «μη» ή τις εναλλακτικές προτάσεις που είναι πιο βασανιστικές και από την απόλυτη νηστεία: Στα μπιφτέκια αντικαταστήστε το ψωμί με τριμμένο κολοκύθι.
Τι ωραία! Να αντικαταστήσουμε και τον κιμά με φακή και το κρεμμύδι με πικραλίδες της αυγής –απαραιτήτως της αυγής. Αν τώρα αυτό που τρως το λένε μπιφτέκι, εμένα με λένε Αρχέστρατο τον Συρακούσιο και έχω γράψει την «Ηδυπάθεια» που (για να δανειστώ μερικούς στίχους από το βιβλίο της Μαρίας) πάει κάπως έτσι: «Το πιο καλό, το άριστο, καλοκαθαρισμένο αλεύρι / από κριθάρι μπορείς να βρεις στην κυματοβρεγμένη Ερεσό, στη Λέσβο / να ‘ναι λευκότερο κι από το αιθέριο χιόνι. Κι αν οι θεοί / τρώνε ψωμί, εκεί πηγαίνει ο Ερμής και τους το αγοράζει». Καταλάβατε; Ως και οι θεοί δεν μπορούν χωρίς ψωμί, πώς να μπορέσουμε εμείς οι άνθρωποι; Οσο για αυτά που λένε, πως παχαίνει… Ανυπόστατες φήμες!

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Μαϊου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ