Ολοι γνωρίζουμε ότι, με βάση «αξιόπιστες καταθέσεις» απρόσωπων μαρτύρων, οι οποίοι εισέφεραν τις περισπούδαστες εικασίες τους, τις εικοτολογίες τους, τις δοξασίες τους, τις υποψίες τους, αλλά προπάντων το τι κυκλοφορεί στην πιάτσα ως αυθεντικοί εκφραστές της, σχηματίσθηκε, αμελλητί (διάρκειας τριών και πλέον μηνών), «τηρώντας» κατά γράμμα το Σύνταγμα, μια δικογραφία σε βάρος δύο πρωθυπουργών και οκτώ υπουργών, με αντικείμενο τη διερεύνηση από τη Βουλή, ως οιονεί Εισαγγελικό Σώμα, την τυχόν τέλεση των ποινικών αδικημάτων της δωροληψίας και της απιστίας στην υπηρεσία.
Δωροληψία υπαλλήλων ή πολιτικών αξιωματούχων (πρωθυπουργός, μέλη κυβέρνησης, υφυπουργοί κ.ο.κ.) σημαίνει να ζήτησε ή να έλαβε κάποιος από τα ανωτέρω πρόσωπα αθέμιτα ωφελήματα (χρήματα) ως αντάλλαγμα για την ενέργειά του ή παράλειψή του, που ανάγεται ή έχει σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του.
Από το 1951 που ισχύει ο Ποινικός Κώδικας έως και τις τελευταίες τροποποιήσεις του με τους Ν. 4254/7-4-14 και 4258/14-4-14 η δωροδοκία και η δωροληψία είναι απόλυτα συνυφασμένες με την άσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων (ΑΠ 381/2017, ΑΠ 707/2017).
Αξίζει να επισημανθεί ότι με τους Ν. 4254/7-4-14 και 4258/14-4-14 τα αδικήματα δωροδοκίας και δωροληψίας των πολιτικών αξιωματούχων (πρωθυπουργοί, υπουργοί κ.λπ.) υπάγονται στα άρθρα 159 και 159 Α του ΠΚ, των υπαλλήλων στα άρθρα 235 και 236 του ΠΚ και των δικαστών στο άρθρο 237 του ΠΚ. Η νεοπαγής παράγραφος 3 του άρθρου 235, που ισχύει από 7-4-14, δεν καταλαμβάνει τους πολιτικούς αξιωματούχους και τους δικαστές στο ρυθμιστικό της πεδίο.
Με πάρα πολλές αποφάσεις του ο Αρειος Πάγος διαχρονικά (ενδεικτικά ΑΠ 1935/2010, ΑΠ 2004/09, ΑΠ 675/07, ΑΠ 1994/01, ΑΠ 1646/98, ΑΠ 1125/86) έχει κρίνει ότι δεν συνιστά δωροδοκία-δωροληψία η ενέργεια του υπαλλήλου (ή πολιτικού αξιωματούχου), όταν αυτή επιχειρείται επ’ ευκαιρία της υπηρεσίας του ή με τη χρησιμοποίηση της ιδιότητάς του ή της επιρροής του σε άλλον αρμόδιο υπάλληλο.
Σύμφωνα με την κείμενη νομολογία, αν δεν ασκηθεί ποινική δίωξη μέσα στην προβλεπόμενη από το Σύνταγμα προθεσμία (αποσβεστική προθεσμία) η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να δικάσει το βασικό αδίκημα της δωροδοκίας, αν όμως μέσα σε 15 χρόνια από την τέλεση του ως άνω αδικήματος βρεθούν στο τραπεζικό σύστημα χρήματα, χρηματιστηριακά προϊόντα, ακίνητα κ.ο.κ., που προέρχονται από τη δωροδοκία, τότε η Δικαιοσύνη μπορεί να δικάσει τους πολιτικούς αξιωματούχους για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος) και να τους επιβάλει ποινές καθείρξεως μέχρι 20 έτη.
Κράτος δικαίου σημαίνει να μην υποκαθίσταται η νομολογία των δικαστηρίων της χώρας από αποφάσεις συγκυριακών πολιτικών πλειοψηφιών της Βουλής. Κράτος δικαίου σημαίνει τη μη πολτοποίηση της διάκρισης των εξουσιών. Κράτος δικαίου σημαίνει να μην υποδύεται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τον Γενικό Εισαγγελέα της χώρας πυροβολώντας κατά ριπάς ηθικά οποιονδήποτε θεωρεί πολιτικό του αντίπαλο.
Εκτός από το ανύπαρκτο και φαντασιακό αποδεικτικό υλικό, κατά το Σύνταγμα και την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου το υποτιθέμενο αδίκημα της δωροδοκίας δεν υπάρχει στον νομικό κόσμο, γιατί έχει παρέλθει –κατά τα ανωτέρω –η προθεσμία που μπορούσε η Βουλή να ασκήσει ποινική δίωξη.
Η Εισαγγελία Διαφθοράς νομιμοποιείται και πρέπει να διερευνήσει εάν υπάρχει ροή χρήματος από τα ταμεία της Novartis σε πολιτικά πρόσωπα αλλά μόνον στο πλαίσιο διερεύνησης του αδικήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Ο κ. Μιχάλης Δημητρακόπουλος είναι δικηγόρος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ