Υπάρχουν ένα σωρό λόγοι να θαυμάζει ένας άνδρας μια γυναίκα. Μια γυναίκα είναι συχνά πιο έξυπνη, πιο φινετσάτη, πιο καπάτσα. Εχει το περίφημο «μητρικό ένστικτο» που κανένα αρσενικό δεν θα αποκτήσει ποτέ, μπορεί να γίνει μάνα και μάνα ως γνωστόν είναι μόνο μία. Oμως για εμένα υπάρχει ένας λόγος πιο απλός που κάνει τις γυναίκες αξιοθαύμαστες και αφορά μια ικανότητα που μου μοιάζει σαν αυτές που έχουν οι σούπερ ήρωες. Αναφέρομαι στην ευκολία που έχει κάθε γυναίκα να περπατάει με ψηλά τακούνια. Και όχι μόνο να περπατάει, αλλά και να τρέχει, να χορεύει, να οδηγεί αυτοκίνητο κ.τ.λ.
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι οι πρώτοι που φόρεσαν παπούτσια με τακούνια ήταν οι άνδρες. Λέγεται ότι η μόδα πρωτοεμφανίστηκε στην αρχαία Αίγυπτο –οι εργάτες τα πρόσθεταν στα παπούτσια για να κάνουν πιο σταθερό το βήμα τους όταν πήγαιναν για δουλειές στα λασπωμένα χωράφια. Πολύ αργότερα το τακούνι ήταν το σήμα κατατεθέν της μπότας του στρατιωτικού –οι γάλλοι αξιωματικοί τα φορούσαν για να ξεχωρίζουν από τους φαντάρους. Αλλά είναι άλλο το ανδρικό τακούνι, που χρησίμευε πάντα π.χ. στην ιππασία, κι άλλο το γυναικείο τακούνι, που κάνει το απλό περπάτημα έργο τέχνης.
Στην Ιστορία καταγράφεται ότι η πρώτη γυναίκα που εμφανίστηκε δημόσια να φοράει λεπτά ψηλοτάκουνα ήταν η Αικατερίνη των Μεδίκων. Οι κυρίες της γαλλικής υψηλής κοινωνίας ενθουσιάστηκαν και το πεντάποντο τακούνι έγινε απαραίτητο αξεσουάρ. Η μόδα πέρασε στην Αγγλία: τα ψηλοτάκουνα άρεσαν στη βασίλισσα Μαρία του Οίκου των Τυδώρ, που τα φόραγε για να φαίνεται πιο ψηλή στα μάτια όλων. Νομίζω πως γι’ αυτό όχι μόνο καθιερώθηκαν ως γυναικείο αξεσουάρ αλλά άρχισαν να κερδίζουν και πόντους κυριολεκτικά: τα πεντάποντα έγιναν δεκάποντα, δωδεκάποντα και δεκαπεντάποντα. Και μαζί με αυτά μεγάλωσε και η ικανότητα των γυναικών να λικνίζονται πάνω τους και να ισορροπούν χωρίς να σωριάζονται στραβοπατώντας. Πάντα καμάρωνα όλες τις γυναίκες έχοντας τη βεβαιότητα πως αν τολμούσα να περπατήσω είκοσι μέτρα με δωδεκάποντες γόβες θα πάθαινα στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα διάστρεμμα.
Πώς τη μαθαίνουν αυτή την τέχνη δεν το κατάλαβα ποτέ. Πάντοτε πίστευα πως τα κοριτσάκια μεγαλώνουν διαφορετικά από τα αγοράκια και γι’ αυτό αυτά ωριμάζουν, ενώ στα αγοράκια η ωρίμαση αργεί και, αν ποτέ έρθει, έρχεται διά μέσου μιας κάποιας οδυνηρής διαδικασίας –οφείλεται σε πόνους και απογοητεύσεις. Ωστόσο φαίνεται πως τα κοριτσάκια, εκτός από το να ωριμάζουν, εκπαιδεύονται παράλληλα στα κρυφά σχολειά των μαμάδων τους. Εκπαιδεύονται στο να κλαίνε όταν η περίσταση το απαιτεί, στο να κάνουν νάζια, στο να απαντούν «έτσι είμαι εγώ» και κυρίως στο να περπατάνε πάνω σε δωδεκάποντες γόβες: μάλιστα, με μια σπάνια ικανότητα που θυμίζει γάτες, μπορούν να τρέχουν κιόλας.
Κάθε φορά που βλέπω γυναίκα να τρέχει με γόβες πιστεύω πραγματικά πως κάποιος Θεός τη δημιούργησε, αν όχι απαραίτητα κατ’ εικόνα και ομοίωση. Η θεά ρίχνει το βάρος μπροστά, πατώντας στις μύτες των ποδιών, και με μικρά κοντινά βηματάκια διασχίσει μέτρα ταχύτατα –πάντα πίστευα ότι στο τέλος θα απογειωθεί ή ότι δεν θα φρενάρει. Είναι τέτοια η χάρη και η αρμονία και κυρίως η άνεσή της, που περιμένω την ημέρα που θα δω τη θεά να περπατάει στις μύτες των ποδιών χωρίς καν να φοράει γόβες με ψηλοτάκουνα: απλώς θα στέκεται στα μπροστινά της δάχτυλα και θα πατάει στη γη, όπως εμείς πατάμε με τις άκρες των δαχτύλων του ποδιού το γκάζι ή το φρένο. Να επισημάνω πως και η οδήγηση με γόβες μού μοιάζει δοκιμασία. Ποτέ δεν πίστευα ότι οι γυναίκες είναι κακές στο τιμόνι –απλώς το να κουμαντάρεις αμάξι με ψηλοτάκουνα πρέπει να είναι κάτι πιο δύσκολο κι από το καλλιτεχνικό πατινάζ.
Οι φετιχιστές τρελαίνονται συχνά με τις γόβες. Τις θεωρούν ερωτικό αξεσουάρ –μου φαίνεται υπερβολικό. Για μένα είναι ένα γυναικείο υπερόπλο: καταργεί κάθε συζήτηση περί ισότητας των φύλων. Από τη στιγμή που η γυναίκα μπορεί να χρησιμοποιεί τις δωδεκάποντες γόβες, είναι ανώτερη…

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Μαρτίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ