Αγαπητοί μου αναγνώστες,


Αλλεπάλληλες είναι οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις της κυβερνήσεως και της ηγεσίας του στρατεύματος για το ετοιμοπόλεμο των Ενόπλων Δυνάμεών μας, ο δε Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν παραλείπει σε κάθε ευκαιρία που του δίδεται να διαπιστώνει το υψηλό φρόνημα των αξιωματικών και των στρατιωτών μας. Και έχουν δίκιο να υπογραμμίζουν τα της ψυχικής διάθεσης εκείνων που επανδρώνουν την πολεμική μηχανή της χώρας και θεωρούνται οι εγγυητές της επιτυχούς άμυνας σε περίπτωση επιθέσεως του οποιουδήποτε εχθρού και ιδιαίτερα της εξ Ανατολών «φίλης» και «συμμάχου» Τουρκίας. Διότι, χωρίς το κατάλληλο και ηθικά προετοιμασμένο προσωπικό, ακόμη και τα τελειότερα όπλα στη μεγαλύτερη δυνατή αφθονία δεν αρκούν για το επιτυχές αποτέλεσμα το οποίο καλούνται να έχουν αν προκύψει ανάγκη.


Πώς προετοιμάζουμε όμως τους νέους μας για να διαμορφώσουν βούληση υπεράσπισης του πάτριου εδάφους θυσιάζοντας εν ανάγκη και τη ζωή τους;


Ας δούμε λοιπόν τι γράφει το βιβλίο της Δ’ Δημοτικού με τίτλο «Η γλώσσα μου» σύμφωνα με καταγγελία του καθηγητή Χρήστου Γιανναρά:


«Ο Αντώνης ήταν μικρός βοσκός και ήταν δέκα χρονών όταν ο πόλεμος ήρθε το 1940 στην Ελλάδα. Ζούσε με τον πατέρα του και τον παππού του βόσκοντας τα πρόβατα στα βουνά, που ήταν πέρα από τον Ασπρόπυργο… Τότε ήρθε ο μεγάλος πόλεμος, αφού ταξίδεψε πολλές χώρες και πέρασε πολλά βουνά και πολλές κοιλάδες, ήρθε στην Ελλάδα, πήρε τον πατέρα του μικρού βοσκού από τη γαλήνη του λόφου και τον έστειλε να σκοτώνει ανθρώπους».


Για το άθλιο αυτό κείμενο, που δεν είναι το μόνο, ευθύνονται το υπουργείο Παιδείας και ειδικότερα το Παιδαγωγικό του Ινστιτούτο, γιατί αυτό ανέθεσε στους «εκπαιδευτικούς» που το συνέγραψαν (με άθλια επιπλέον ελληνικά) και αυτό το ενέκρινε, αν δεν τους έδωσε και τις σχετικές οδηγίες για το πνεύμα που θα το διέπει. Και το πνεύμα αυτό διδάσκει στα παιδάκια του Δημοτικού με δυο λόγια ότι κακώς η τότε κυβέρνηση αμύνθηκε κατά της επιθέσεως των Ιταλών στην Αλβανία και κακώς εστάλη ο πατέρας του μικρού βοσκού να σκοτώνει Ιταλούς και Γερμανούς, αντί να τους αφήσει να καταλάβουν ανενόχλητοι την Ελλάδα.


Και αφού δεν γίνεται η παραμικρή διάκριση μεταξύ αμυντικού και επιθετικού πολέμου, είναι φυσικό στην ψυχή των παιδιών μας να εδραιώνεται με τέτοια διδάγματα η πεποίθηση ότι κακώς υπάρχει στρατός, κακώς στρατεύονται οι νέοι μας και κάκιστα θα κάνει η κυβέρνηση αν διατάξει να αμυνθούν ο στρατός, το ναυτικό και η αεροπορία μας σε περίπτωση επίθεσης από την Τουρκία, αφού έτσι θα σκοτώνουν Τούρκους.


Ετσι εύλογα συμπεραίνει ο κ. Γιανναράς ότι «στα σχολεία μας τα τελευταία 23 χρόνια δεν ετοιμάζουμε πολίτες που, αν κληθούν, θα υπερασπίσουν την πατρίδα, αλλά υποψήφιους αντιστασιακούς σε μια φαντασιώδη ενδεχόμενη χούντα». Ισως για αυτό προβάλλεται ο Αρης Βελουχιώτης ως πρότυπο για όλους τους νεαρούς Ελληνες, που δεν διδάσκονται σύγχρονη ιστορία ή, ακόμη χειρότερα, τη διδάσκονται στρεβλή και παραποιημένη (πότε από τη Δεξιά και πότε από την Αριστερά). Βλέπετε, ο αντιφατικός αυτός αντάρτης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου διακρίθηκε για την εξόντωση κυρίως ελλήνων ιδεολογικών του αντιπάλων παρά των στρατευμάτων κατοχής.


Ας σημειωθεί ότι αυτές τις υπονομευτικές του πατριωτικού φρονήματος απόψεις διδάσκονται σε όλες τις τάξεις του δημοτικού σχολείου τα παιδιά μας επί δύο δεκαετίες (με ευθύνη, δηλαδή, των κυβερνήσεων και του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας) αφού, μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τις μηδέποτε διαψευσθείσες καταγγελίες Γιανναρά, τα παιδιά μας μαθαίνουν σε κάθε τάξη (από την πρώτη κιόλας) τον Καραγκιόζη (που συμπυκνώνει όλα τα ανθρώπινα ελαττώματα), τον Χατζηαβάτη, το Κολλητήρι κ.ο.κ. και δεν βρίσκουν σε κανένα από τα αναγνωστικά τους τον Κολοκοτρώνη, τον Κανάρη, τον Νικηταρά, τον Μακρυγιάννη ή οποιονδήποτε άλλον αγωνιστή του ’21!


Αλλά και η στρατιωτική θητεία βαθμιαία έχει παύσει να διάγεται πιστά και φιλότιμα, όπως ορκίζονται οι κατατασσόμενοι στον στρατό, αν κρίνω από τα όσα κατήγγειλε πρόσφατα ο ταξίαρχος Γεώργιος Νίκας, τα οποία και αντιγράφω: «Οι περισσότεροι στρατιώτες σιτίζονται σε εστιατόρια (fast food) με χρηματικά εμβάσματα των γονέων, φίλων και συγγενών. Μετακινούνται από και προς τα στρατόπεδα με τα ΙΧ τους. Λαμβάνουν άδειες διανυκτερεύσεως που περνούν πολλές φορές σε μονίμως ενοικιαζόμενα ξενοδοχεία. Χρησιμοποιούν ελεύθερα στα στρατόπεδα γουόκμαν και κινητά τηλέφωνα, ακόμη και στις σκοπιές! Δηλώνουν όλοι… αγρότες και λαμβάνουν χωρίς κανέναν έλεγχο τη λεγόμενη «αγροτική άδεια» μάλλον για ψυχαγωγία παρά για εργασία. Στις εξόδους φέρουν πολιτική περιβολή, την οποία τηρούν επιμελώς σε ειδικές ιματιοθήκες της μονάδος, ενώ τη στρατιωτική στολή εξόδου φυλάσσουν στις… βαλίτσες. Λαμβάνουν αφειδώς άδειες, πέρα από την κανονική, τις λεγόμενες «άδειες απομάκρυνσης» κατά το νέο σύστημα «πέντε μέρες μέσα, πέντε μέρες έξω». Κατά την κατάκλιση πολλοί αντί στρατιωτικών κουβερτών χρησιμοποιούν υπνόσακους που αγοράζουν με δικά τους χρήματα».


Και κάποιοι που έχουν τα μέσα παριστάνουν ότι κάνουν τη θητεία τους εργαζόμενοι κατά τρόπο προκλητικό στις ποδοσφαιρικές τους ομάδες ή στους τηλεοπτικούς σταθμούς, όπου εμφανίζονται ως κήνσορες των παρανομιών των άλλων, τις οποίες οι ίδιοι πρώτοι διαπράττουν, προς δόξαν των «αυστηρών» νόμων που προβλέπουν ότι «όλοι» υπηρετούν τους πρώτους εννέα μήνες στη «γραμμή των πρόσω».


Ισως αυτά να είχε κατά νουν ο κ. Πρωθυπουργός όταν δήλωσε την εποχή των Υμίων ότι δεν ήταν έτοιμες οι Ενοπλες Δυνάμεις να αντιμετωπίσουν μια πολεμική επιχείρηση.


Και ο Θεός να βάλει το χέρι του αν χρειασθεί πράγματι να αμυνθούμε έναντι κάποιας επιθέσεως με πραγματικά πυρά, αφού οι στρατευμένοι μας εξ απαλών ονύχων έχουν διδαχθεί και διδάσκονται και σήμερα ότι κακώς στέλνονται και οι γονείς τους και αυτοί να σκοτώνουν ανθρώπους. Εκτός αν άλλη αγωγή ­ τη σωστή ­ παίρνουν τα παιδιά στο σπίτι τους και υπάρχουν ακόμη γενναίοι και πατριώτες δάσκαλοι που διορθώνουν τα επαίσχυντα σχολικά βιβλία και δεν προετοιμάζουν εθελόδουλους, όπως επιδιώκουν το υπουργείο Παιδείας και τα «προοδευτικά» στελέχη του.


Να ‘μαστε καλά και μη χειρότερα