Οι εκρήξεις βίας που παρακολουθούμε τις τελευταίες εβδομάδες στην πρωτεύουσα, αλλά και σε αρκετές πόλεις της Περιφέρειας, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, ωστόσο η έκταση και η επιθετικότητα των κάθε λογής αντεξουσιαστών έχουν ξεπεράσει κάθε όριο. Η λατρεία και η ανοχή της βίας ενδημούν στην ελληνική κοινωνία εδώ και δεκαετίες, σε πολλαπλά μάλιστα επίπεδα. Από τον διχαστικό και εμφυλιοπολεμικό πολιτικό λόγο που κυριαρχεί, ιδιαίτερα αυτά τα χρόνια της κρίσης, μέχρι την υποτιθέμενη χαμηλή παραβατικότητα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας.
Είμαστε η μόνη ίσως χώρα στον πολιτισμένο κόσμο στην οποία επιβιώνουν / αναγεννιούνται ένοπλες ομάδες ενώ κινήματα διαμαρτυρίας εξελίσσονται διαρκώς σε ομάδες και οργανώσεις τυφλής βίας. Δεν περιορίζονται πια στον οριοθετημένο χώρο των Εξαρχείων, αλλά απλώνονται σε γειτονιές και πόλεις, καταστρέφοντας, λεηλατώντας και τρομοκρατώντας την κοινωνία. Ενα πλεόνασμα μίσους και οργής κυριαρχεί σε νέους κυρίως ανθρώπους, που δεν δικαιολογείται ούτε από την κοινωνική ούτε από την οικονομική κατάστασή τους. Το αποδεικνύει άλλωστε και η προέλευση όσων κατά καιρούς έχουν συλληφθεί ή καταδικαστεί για συμμετοχή σε ένοπλες ομάδες.
Σε πλατείες, δρόμους, γήπεδα η βία αποτελεί πια ένα σύνηθες φαινόμενο, που φτάνει τα όρια της μαζικής παράκρουσης. Οι μολότοφ, το σπάσιμο μαγαζιών, οι καταλήψεις, οι καταστροφές και οι απειλές στα πανεπιστήμια, με το κράτος θεατή, αποτελούν μια ρουτίνα, που λίγους ενοχλεί και λιγότερους εξοργίζει, εκτός κι αν θίγονται προσωπικά. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και την ακροδεξιά βία που σηκώνει ξανά κεφάλι, το σκηνικό γίνεται εφιαλτικό.
Οση ανεκτικότητα κι αν έχει κανείς για τους «επαναστατημένους» νέους που εκδηλώνουν την οργή τους για το «σύστημα», δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την τυφλή υποταγή στη βία. Τα φληναφήματα στις εκάστοτε αναλήψεις ευθύνης για βόμβες ή επιθέσεις μοιάζουν να προέρχονται από ημιμαθείς, απολιτικούς στην ουσία, συνωμοσιολόγους. Αν σκεφτεί βέβαια κανείς πόσες δόσεις συνωμοσιολογικής παράνοιας κυκλοφορούν ανά την επικράτεια, δεν είναι παράξενο που οι γενιές αλλάζουν, αλλά η προσήλωση στη βία παραμένει και διογκώνεται.
Μια εξήγηση ίσως είναι ότι δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε ένα ανεξάντλητο δυναμικό αντιστασιακών της ευκολίας. Ενα πλήθος σύγχρονων Κολοκοτρώνηδων πρόθυμων στα λόγια να κατακεραυνώσουν κάθε λογής εχθρούς που απειλούν τον περιούσιο λαό. Μια συλλογική κουλτούρα εχθροπάθειας που περνά υποδόρια σε ανασφαλείς νέους και οργισμένους εφήβους, τροφοδοτώντας τα κυκλώματα της βίας. Και μετά αναρωτιόμαστε τι φταίει που οι μπαχαλάκηδες έχουν γίνει πλέον διεθνής τουριστική ατραξιόν…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ