Στο σημερινό μου σημείωμα, έκρινα σκόπιμο να μιλήσω, όχι ως πολιτικός σχολιαστής, ούτε ως κριτικός κινηματογράφου, αλλά σαν ένας πιστός ανώνυμος φίλος της κινηματογραφικής τέχνης. Και μάλιστα, με αφορμή την ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ “The Post”, που μέσα από μια υπέροχη σκηνοθεσία, σενάριο αλλά και καθηλωτική σκηνογραφία, (με ατμόσφαιρα εποχής), μας δίνει όσα θα μπορούσαν να δώσουν στον αναγνώστη μιας εφημερίδας, δεκάδες επίκαιρες έρευνες και άρθρα, για την αθέατη πλευρά του φεγγαριού: Για το πώς στήνεται μια εφημερίδα με συνταρακτικές αποκαλύψεις και πώς αψηφώντας τις απειλές άνομων κυβερνητικών συμφερόντων, η μάχιμη δημοσιογραφία λειτουργεί, ως η πιο αμυντική έπαλξη της λαϊκής κυριαρχίας.

Η ταινία αυτή αποτελεί μια ευθεία βολή κατά κυβερνητικών αυθαιρεσιών τεσσάρων αμερικανών προέδρων, όσο και του Ντόναλντ Τραμπ και συνειρμικά και κατ’ επέκτασιν, εναντίον όλων των πασίγνωστων πλέον εντός και εκτός Ελλάδας τυποκτόνων πολιτικών επιδρομέων.

Η καταξιωμένη πλειάδα των συναδέλφων της κριτικής του κινηματογράφου, μας έχει ήδη δώσει, για την ταινία αυτή, όλες τις αρετές του δημιουργού της, αλλά και του συνόλου των συνεργατών του, που δικαιωματικά αποσπούν και αναμένεται να αποσπάσουν και άλλες τιμητικές διακρίσεις και βραβεύσεις.

Από την πλευρά του γράφοντος, κρίνεται σκόπιμο να εξαρθούν οι συναρπαστικές και ανεπανάληπτες σκηνές της ταινίας, για το πώς στήνεται σε μια μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα, όπως η Ουάσινγκτον Ποστ, η καθημερινή της έκδοση, στην αξέχαστη εποχή της λινοτυπίας και του ηρωϊκού (το λέω αβίαστα) αντιμονίου. Αυτού του στοιχείου που έλιωνε σε υψηλές θερμοκρασίες για να κυλήσει χυτό στα καλούπια των ανάγλυφων γραμμάτων και να καταλήξει τελικά στο πελώριο τραπέζι του τυπογραφείου με το θρυλικό «μάρμαρο».

Εκεί, όπου γινόταν σε συναρπαστικές ολονυκτίες, η επί τόπου σελιδοποίηση της εφημερίδας με τους τίτλους, τους υπότιτλους, τις τσιγκογραφημένες φωτογραφίες και λεζάντες, ή τις καλλιτεχνικές βινιέτες μιας ηρωϊκής, αλλά και ρομαντικής περιόδου της παγκόσμιας δημοσιογραφίας.

Κινητήρια ανθρώπινη δύναμη αυτής της μαγικής διαδικασίας οι λινοτύπες, που αντί της παλιότερης στοιχειοθεσίας, με την τσιμπίδα που άρπαζε ταχυδακτυλουργικά τα ανάγλυφα γράμματα, για να συνθέσει τις λέξεις, οι λινοτύπες λοιπόν που πληκτρολογούσαν πεταρίζοντας με τα δάκτυλά τους τα χειρόγραφα των συντακτών. Από κάθε τικ-τακ του πληκτρολογίου σχηματίζονταν οι ανάγλυφες λέξεις.

Επακολουθούσε η μεταφορά των στοιχειοθετημένων σελίδων, στα κυλινδρικά πιεστήρια, που με μεγάλη ταχύτητα αράδιαζαν, σε στίβες, χιλιάδες αντίτυπα της ημερήσιας έκδοσης. Ο επικεφαλής του πιεστηρίου άρπαζε από τα σωρευμένα αντίτυπα ένα φύλλο της εφημερίδας για να διαπιστώσει την επιτυχημένη τύπωσή της, όπως ακριβώς ο μαιευτήρας που αρπάζει από τη μήτρα της μάνας το νεογέννητο έμβρυο, για να το αποδώσει ολοζώντανο στη μητρική αγκαλιά… Και εν προκειμένω, στα χέρια των χιλιάδων αναγνωστών.

Φυσικά, στη δίωρη διάρκεια μιας κινηματογραφικής ταινίας, δεν χωρούν όλες αυτές οι λεπτομέρειες, που τις συμπληρώνει σήμερα ο γράφων, από μια άσβεστη νοσταλγία μιας επικής, αλλά και ρομαντικής περιόδου της μαχόμενης δημοσιογραφίας.

Με άλλα λόγια, η υπέροχη ταινία “The Post” του Σπίλμπεργκ φώτισε, για το ευρύτερο κοινό, την άλλη πλευρά του φεγγαριού. Δηλαδή το μεγάλο σχολείο της Ενημέρωσης, που είναι ο Τύπος. Η αρχική μήτρα των ΜΜΕ που γράφει, τυπώνεται χωρίς να ξεγράφει ή να αυτοδιαψεύδεται, ή να αυτοαναιρείται όπως κάποιες μετανοούσες Μαγδαληνές του πολιτικού κόσμου, που αρέσκονται να ερωτοτροπούν, μέσα από τη μικρή οθόνη, ή το διαδίκτυο, και με τον χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ!

Η ίδια αυτή ταινία του Σπίλμπεργκ αποθεώνει όλο το χρονικό της δημοσιογραφικής αποκάλυψης των κρυμμένων αρχείων του βρώμικου κατακτητικού πολέμου του Βιετνάμ, με το γνωστό αντιστασιακό έπος των Βιετκόγκ και του Χο Τσι Μιν.

Και κλείνει αυτό το σημείωμα, με την απάντηση που έδωσε ο διευθυντής της Ουάσιγκτον Ποστ, σε όσους τον συνεβούλευαν να πειθαρχήσει στις απειλές του Ρίτσαρντ Νίξον, ότι θα κλείσει την εφημερίδα, εάν προχωρούσε στη δημοσίευση απόρρητων στρατιωτικών ντοκουμέντων για εγκλήματα πολέμου στο Βιετνάμ. Η απάντηση ήταν: «Θα τα δημοσιεύσουμε όλα! Γιατί ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσεις τη δημοσίευση είναι η ίδια η δημοσίευση»!

Υ.Γ. Η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια. Οι παράγοντες της δικαστικής έδρας αθώωσαν πανηγυρικά τους κατηγορούμενους, για το έγκλημα της «προδοσίας». Και ο Νίξον έγραψε έτσι τον θλιβερό πολιτικό του επίλογο. Φυσικά, η αναδρομή στο χρονικό αυτό είναι ένα κεφάλαιο της ιστορίας. Όμως, η ιστορία δεν είναι μουσείο με μούμιες, διότι συχνότατα επαναλαμβάνεται…