Η ελληνική αγορά ακινήτων ύστερα από δεκαετή πτωτική πορεία χωρίζεται σε δύο ταχύτητες –αυτήν που αφορά ως καταναλωτές ή επενδυτές τους ξένους ή αυτήν που αφορά τους Ελληνες. Η πρώτη κατηγορία ανακάμπτει, ενώ η δεύτερη συνεχίζει να πέφτει δεδομένων των καταστροφικών επιλογών του ελληνικού κράτους και των συντελεστών του μεταφέροντας ελληνική ιδιοκτησία σε ξένα χέρια με αυξανόμενους ρυθμούς σε ιστορικά χαμηλές τιμές.
Το 2018 είναι η χρονιά που πιστεύω ότι πλέον θα αποδειχθεί περίτρανα πόσο έβλαψαν την Ελλάδα η απουσία συγκροτημένου σχεδίου διαχείρισης της αγοράς ακινήτων στην κρίση και η υιοθέτηση πολιτικών «μπαλωμάτων» χωρίς προοπτική που προκάλεσαν μεγάλη ζημιά στην αγορά ακινήτων. Απαιτείται πλέον να ληφθούν διορθωτικά μέτρα τα οποία θα αντιστρέψουν αυτή την καταστροφική πορεία. Αυτό θα αποτελούσε την ευχή και ελπίδα μου για το 2018, καθώς κάτι τέτοιο θα συνέβαλλε στην ουσιαστική λύση και πολλών άλλων προβλημάτων της Ελλάδας.
Οπως έχω υπολογίσει, η κρίση στην Ελλάδα προκάλεσε απώλεια συνολικής αξίας ακινήτων 2 τρισ. ευρώ (από περίπου 3 τρισ. ευρώ) ως αποτέλεσμα της αποτυχημένης διαχείρισης της κρίσης χρέους 300 δισ. ευρώ. Η ευκαιρία να λυθεί το πρόβλημα χρέους της χώρας με χρήση μικρού μέρους της μεγάλης περιουσίας της δεν έγινε αντιληπτή και αφέθηκε η κρίση χρέους να καταστρέψει τεράστια αξία συμπαρασύροντας το τραπεζικό και συνταξιοδοτικό σύστημα και την ίδια τη χώρα σε μια μεγαλύτερη περιδίνηση. Ρίζες του προβλήματος είναι η αδιαφάνεια στην αγορά ακινήτων, η λήψη στρεβλωτικών μέτρων, τα αποτελέσματα των οποίων δεν μετρούνται σωστά όταν λαμβάνονται, με αποτέλεσμα να προκαλούν μεγαλύτερη ζημιά από όφελος.
Η υποστήριξη της αγοράς ακινήτων από το κράτος θα έφερνε ευνοϊκά αποτελέσματα, όπως:
1.Τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και αύξηση της απασχόλησης –επιστροφή νέων στελεχών του τεχνικού χώρου από το εξωτερικό με διεθνή εργασιακή εμπειρία.
2.Περιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών και επέκταση της χρηματοδοτικής τους ικανότητας.
3.Δικαιότερη κατανομή φορολογικών βαρών και περιορισμό των προβλημάτων που συχνά άδικα προκύπτουν λόγω των παράλογων, υπέρμετρων και αντισυνταγματικών φόρων.
4.Δυνατότητα αποφυγής απώλειας κατοικιών από Ελληνες, γεγονός το οποίο υπάρχει κίνδυνος να δημιουργήσει στεγαστικό πρόβλημα ειδικά για τους οικονομικά αδυνάτους.
5.Επέκταση της επένδυσης των ξένων στην Ελλάδα και εκκίνηση περισσότερων έργων ποιοτικής και περιβαλλοντικής αναβάθμισης.
6.Αύξηση της διαφάνειας των συναλλαγών και μεγαλύτερη αειφορία στην οικονομική ανάπτυξη –αποφυγή δημιουργίας νέας φούσκας.
7.Αμβλυνση ή και αποτροπή των κοινωνικών προβλημάτων που θα προκαλέσουν οι πλειστηριασμοί.
Μέτρα με περιορισμένο κόστος στην παραπάνω κατεύθυνση θα μπορούσαν να είναι στις κατευθύνσεις:
l Αύξησης της διαφάνειας και βελτίωσης της αγοράς ακινήτων.
l Εξορθολογισμού της φορολογίας και μείωσής της όπου καταστρέφει δυσανάλογα αξία ή είναι μη εισπράξιμη.
l Αποτελεσματικής διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων με εξάντληση κάθε μέτρου για την επίτευξη συναινετικών λύσεων.
Πιστεύω και εύχομαι ότι θα ληφθούν έστω κάποια μέτρα στις παραπάνω κατευθύνσεις το 2018 για να ξεκινήσουν ο θετικός κύκλος υγιούς ανάκαμψης των αξιών ακινήτων και η άμβλυνση των προβλημάτων που προκάλεσε η μεγάλη και απότομη κάμψη τους. Αντίθετα, εάν συνεχίσουν οι κοντόφθαλμες πολιτικές επιλογές του παρελθόντος θα βαθύνει η κρίση στα ακίνητα με απρόβλεπτες εξελίξεις και όχι μόνο για τον έλληνα ιδιοκτήτη αλλά και για όλη την οικονομία.
O κ. Γιάννης Περρωτής είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στον Ομιλο Ατρια, Ατρια Υπηρεσίες Ακινήτων ΑΕ, αντιπρόεδρος ΣΕΑΑΚ (Σύνδεσμος Επένδυσης και Ανάπτυξης Ακινήτων).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ