Τον Λεωνίδα Ζενάκο τον γνώρισα από μακριά. Μια μέρα του 1971. Στο Ινστιτούτο Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Εκπληκτος είδα στην προθήκη των νέων βιβλίων του Ινστιτούτου την κλασική (και αξεπέραστη εν πολλοίς) μελέτη του H.D.F. Kitto «Η αρχαία ελληνική τραγωδία», σε μετάφραση του Λ. Ζενάκου. Στο «Βήμα», στη Χρ. Λαδά, τον είδα από κοντά ύστερα από δυο χρόνια. Τότε, ακούγοντάς τον να μου μιλάει για την αρχαία ελληνική τραγωδία και κωμωδία συνειδητοποίησα πως οι αρτιότερες φιλολογικές διατριβές θα μπορούσαν να είχαν γραφεί από ανθρώπους όπως ο Λεωνίδας. Από ανθρώπους διαποτισμένους, έμπλεους από την κλασική λογοτεχνία, μακριά από τους τίτλους, τις επιδεικτικές χειρονομίες, την οίηση των ακαδημαϊκών όντων.
Μαθήτευσα κοντά του, όπως και πολλοί άλλοι, υποβάλλοντάς του, με δέος, κάθε φορά, τις δοκιμαστικές μου επιφυλλίδες για «Τα Νέα» και «Το Βήμα». Δεν με διόρθωνε, με καθοδηγούσε. Ηταν καθοδηγητής, όχι καθηγητής. Σφυρηλατημένος μέσα στην απάνθρωπη μετεμφυλιακή ζωή, βαθύτατα ελεύθερος διανοητής, φρουρός και προστάτης πολλών. Δεν τολμώ να τον αποκαλέσω «αριστερό», καθώς ο ενδεικτικός εκείνος προσδιορισμός ανθρώπων πάλαι ποτέ ευγενικών, μαχητικών, προοδευτικών, αριστοκρατικών (αγκαλά λαϊκών) –όλων των τάξεων και παρατάξεων –σήμερα έχει «μωρανθεί». Ωστόσο επιμένουν κάποιοι. Τα δαχτυλίδια έπεσαν, τα δάχτυλα όμως έχουν μείνει. Δείχνουν, γράφουν, διορθώνουν κείμενα. Καθοδηγούν. Οπως δίδασκε με τον απαράμιλλο τρόπο του ο νεκρός δάσκαλός μας Λεωνίδας Ζενάκος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ