Στην ειδική έκδοση του γερμανικού υπουργείου Εκπαίδευσης και Ερευνας, με τίτλο «Το γερμανικό ερευνητικό τοπίο» και υπότιτλο «Ερευνα στη Γερμανία: Χώρα των ιδεών», μπορεί κανείς να πληροφορηθεί μεταξύ άλλων τα εξής: στα 1.000 και πλέον πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα της χώρας αυτής απασχολούνται περίπου 614.000 άτομα, εκ των οποίων 358.000 είναι επιστήμονες. Από αυτούς, οι 49.000 προέρχονται από το εξωτερικό. Η δουλειά όλων αυτών των ανθρώπων έχει οδηγήσει σε 47.000 διεθνείς πατέντες, φέρνοντας τη Γερμανία στην 5η θέση της παγκόσμιας κατάταξης. Η οποία Γερμανία βεβαίως, αντιλαμβανόμενη πλήρως την αξία της έρευνας στην οικονομική ανάπτυξη, επενδύει συνεχώς χρήματα: από το 2005 ως το 2017 η επένδυση στην έρευνα αυξήθηκε κατά 61,5%. Ειδικά για το τελευταίο έτος δαπανήθηκαν 90,3 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 2,9% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας. Αντίστοιχη είναι και η ιδιωτική επένδυση στην έρευνα: για το 2015 το ποσό ανήλθε στα 62,4 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο 2,1% του γερμανικού ΑΕΠ.
Φυσικά, δεν περιμένει κανείς από μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα να συναγωνίζεται τη Γερμανία και μάλιστα σε απόλυτους αριθμούς. Αλλά υπάρχουν ορισμένα πράγματα που αξίζει να τα σκεφτούμε: πρώτον, ότι ο δικός μας προϋπολογισμός για την έρευνα είναι διαχρονικά καθηλωμένος στο «μηδέν κόμμα κάτι» του ΑΕΠ. Δεύτερον, ότι σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία μόνο τρεις ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται στον κατάλογο με τις 2.500 εταιρείες παγκοσμίως που έχουν κάνει τις μεγαλύτερες επενδύσεις στην έρευνα τον περασμένο χρόνο. (Η Γερμανία κατέχει μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο πάλι την πρώτη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών με 134 εταιρείες στην επίμαχη λίστα.)
Αυτά τα δύο στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Οχι μόνο επειδή αντικατοπτρίζουν το παρελθόν μας, αλλά κυρίως επειδή προοιωνίζονται ένα μέλλον που δεν μας αξίζει. Μην αμφιβάλλετε καθόλου ότι ένα σεβαστό ποσοστό των 49.000 μη γερμανών επιστημόνων που στελεχώνουν τα ερευνητικά ιδρύματα της Γερμανίας είναι Ελληνες. Και φυσικά το ίδιο συμβαίνει και στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γαλλία. Εξάγουμε τα φωτισμένα μυαλά που θα μπορούσαν να βγάλουν τη χώρα από την κρίση και τα στέλνουμε να παράγουν υπεραξία εκτός συνόρων.
«Η πρόσφατη ελληνική κρίση δεν είναι συγκυριακή, αλλά δομική. Είναι κρίση αναπτυξιακού μοντέλου» σημείωσε κατά τη διάρκεια πρόσφατης ομιλίας του στην Ακαδημία Αθηνών ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΙΒΕΑΑ και ακαδημαϊκός κ. Δημήτρης Θάνος, προαναγγέλλοντας την επέκταση των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος με στόχο την αξιοποίηση του ερευνητικού πλεονεκτήματος της χώρας. Και ενώ το ΙΙΒΕΑΑ βαδίζει στη σωστή κατεύθυνση, δεν μπορεί κανείς να μη διαπιστώσει ότι η αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου είναι ζήτημα της πολιτείας και απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό και συνεπή χρηματοδότηση. Με άλλα λόγια, απαιτεί γερμανικό μοντέλο!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ