Ενας πολύ γνωστός επιχειρηματίας είχε την ευκαιρία να συναντηθεί πρόσφατα με τον Πρωθυπουργό.
Μετά τη συνάντηση εξηγούσε με αυτοπεποίθηση σε κάθε ενδιαφερόμενο ότι ο Πρωθυπουργός τον διαβεβαίωσε πως δεν πρόκειται να κάνει πρόωρες εκλογές.
Θα το τραβήξει έως το 2019!
Μόνο που ο εύλογος αντίλογος είναι: Κι αν σκεφτόταν να κάνει νωρίτερα εκλογές, θα το εκμυστηρευόταν άραγε στον πρώτο συνομιλητή του;
Συμβαίνει συνεπώς το εξής παράδοξο. Η κυβέρνηση διακινεί το μόνο ψέμα που είναι πραγματικά υποχρεωμένη να λέει και αυτό είναι το μόνο ψέμα της κυβέρνησης που φαίνεται να πείθει την κοινωνία!
Διότι τα πράγματα είναι απλά.
Δεν υπάρχει καμία κυβέρνηση στον κόσμο που να προαναγγέλλει την πρόθεση να συντομεύσει τη θητεία της. Αν το κάνει χωρίς να προκηρύξει ταυτοχρόνως και εκλογές, θα διαλυθεί.
Είναι συνεπώς ένα κατά συνθήκη ψεύδος όλων των κυβερνήσεων να διαβεβαιώνουν ότι οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους.
Την ίδια στιγμή όμως είναι ανόητος όποιος πείθεται από μια κατά συνθήκη διαβεβαίωση, η οποία στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων αποδεικνύεται ψευδής.
Το ερώτημα λοιπόν πρέπει να αντιστραφεί. Οχι αν η κυβέρνηση θα κάνει εκλογές αλλά πότε μια κυβέρνηση κάνει εκλογές.
Η προφανής απάντηση είναι ότι τις κάνει όταν πιστεύει πως θα τις κερδίσει. Είναι η περίπτωση του Α. Παπανδρέου, το 1985. Του Κ. Σημίτη, το 1996. Του Κ. Καραμανλή, το 2007.
Ασφαλώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα. Ο Τσίπρας γνωρίζει πως όποτε γίνουν εκλογές θα τις χάσει.
Η λιγότερο προφανής απάντηση είναι πως μια κυβέρνηση μπορεί να κάνει εκλογές όταν πειστεί ότι δεν έχει αντίδοτο στην πτωτική πορεία της και ότι κινδυνεύει καθυστερώντας να υποστεί ακόμα μεγαλύτερη ήττα.
Είναι η περίπτωση του Καραμανλή, το 2009. Μόνο που το μέγεθος μιας ήττας δεν ελέγχεται. Ο Καραμανλής ξεκίνησε να χάσει με 3-4 μονάδες και έχασε με 10,5!
Εχουμε λοιπόν μια επιθετική και μια αμυντική επιλογή για προσφυγή στις κάλπες.
Υπάρχει όμως και μια τρίτη κατηγορία: οι κυβερνήσεις που δεν εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να κάνουν εκλογές όταν μπορούσαν ακόμη να τις κερδίσουν, με αποτέλεσμα αργότερα να χάσουν παταγωδώς.
Κλασικές περιπτώσεις: ο Μητσοτάκης πατήρ (το 1991), ο Καραμανλής (στις αρχές του 2009 ή μαζί με τις ευρωεκλογές, τον Μάιο 2009) και ο Γ. Παπανδρέου (το φθινόπωρο του 2010 μαζί με τις αυτοδιοικητικές). Δεν ρίσκαραν και το πλήρωσαν.
Στην κατηγορία αυτή φαίνεται να εντάσσεται και ο Τσίπρας. Δεν έκανε εκλογές το φθινόπωρο του 2016, όταν μπορούσε ακόμη να τις κερδίσει.
Και τώρα έχει εγκλωβιστεί στο «σύνδρομο του χαρτοπαίκτη». Χάνει αλλά δεν σηκώνεται από το τραπέζι ελπίζοντας ότι όσο συνεχίζει να παίζει κάτι μπορεί να συμβεί και να ρεφάρει. Ολοι γνωρίζουμε την πιθανότερη κατάληξη.
Αλλά μην υποτιμούμε έναν πρωθυπουργό. Μπορεί να σηκωθεί από το τραπέζι ανά πάσα στιγμή –στο χέρι του είναι άλλωστε η απόφαση…

Υπό μία προϋπόθεση. Οτι το εικαζόμενο αποτέλεσμα της εκλογικής αναμέτρησης θα του αφήνει ελπίδες κάποια στιγμή να επιστρέψει στο τραπέζι του παιχνιδιού.
Και αυτό (όπως φάνηκε με τον Καραμανλή, το 2009) δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί.
Συνεπώς ο Πρωθυπουργός πρέπει να ρισκάρει. Αλλά για να ρισκάρει χρειάζονται δύο πράγματα.
Πρώτον, να πειστεί ότι δεν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική πολιτικής ανάκαμψης.
Δεύτερον, να μπορεί να διαχειριστεί ψυχολογικά την ήττα από τον Μητσοτάκη.
Ακόμα κι αν δεχθώ ότι είναι ικανός να αποτιμήσει το πρώτο, δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι είναι έτοιμος να δεχθεί το δεύτερο.
Και γι’ αυτό το διάστημα από τώρα έως (ας πούμε) τον Φεβρουάριο θα είναι καθοριστικό για την επιλογή του χρόνου των εκλογών.

Κλάμα!

Ομολογώ ότι ο Πρωθυπουργός καταφέρνει πάντα να με εκπλήσσει.
Εφυγε από μια Ελλάδα βουτηγμένη στη λάσπη, με καμιά εικοσαριά άταφους νεκρούς και αγνοουμένους, για να πάει στη Σουηδία όπου (όπως μας ανακοίνωσε) πρόκειται «να συζητήσουμε την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου».
Λες και η οικονομία είναι αυτοκίνητο ή ταγέρ να ψωνίσουμε το άλλο μοντελάκι.
Κάτι τέτοια αφελή έλεγε παλιά και ο ΓΑΠ αλλά γελούσαμε. Τώρα απλώς δεν ξέρω αν πρέπει να τον πάρουμε στα σοβαρά.

Διότι αν έχουμε Πρωθυπουργό που με όλα όσα έχουν συμβεί νομίζει ότι θα πάει στη Σουηδία να συζητήσει «την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου», πολύ φοβάμαι ότι δεν πρέπει να γελάμε.
Αλλά να κλαίμε!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ