Αυτή τη φορά οι διεθνείς αποκαλύψεις φοροδιαφυγής και απόκρυψης πλούτου από μεγάλες εταιρείες και πολιτικές ελίτ δεν θα μπουν εύκολα στο συρτάρι. Αφενός επειδή τις διαδίδει μια εντυπωσιακή σύμπραξη 95 ισχυρών μέσων ενημέρωσης, αλλά και διότι εμπλέκεται εμβληματικά η βασιλική οικογένεια της Αγγλίας, εξευτελίζοντας έτσι μια ιστορική σχέση που είχε το βρετανικό Στέμμα με την υποχρέωση φορολογίας.
Οταν το 1215 ο Ιωάννης ο Ακτήμων αύξησε τους φόρους για να πληρώσει έναν ακόμα πόλεμο με τη Γαλλία, οι υπήκοοι ξεσηκώθηκαν και τους δέχθηκαν μόνο όταν υπεγράφη η Μάγκνα Κάρτα που οδήγησε στην καθολική φορολογία, την επέκταση των πολιτικών δικαιωμάτων για έλεγχο των εσόδων και τελικά στον σύγχρονο κοινοβουλευτισμό. Τώρα όμως η ίδια η βασίλισσα φοροδιαφεύγει ξεδιάντροπα και η Βρετανία, ενώ μέχρι τώρα αρνιόταν οποιαδήποτε συζήτηση για τις offshore, θα αναγκαστεί να δεχτεί κανόνες διαφάνειας και περιορισμούς στη δράση των φορολογικών παραδείσων για να μετριάσει κάπως την αίσθηση καταρράκωσης των θεσμών, ιδιαίτερα μάλιστα στη φάση αποχώρησής της από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ευκαιρία εξ ουρανού

Η ίδια η ΕΕ μπορεί να δει τις αποκαλύψεις ως ευκαιρία εξ ουρανού, όχι μόνο για να βρει νέα επιχειρήματα στη μάχη που δίνει εναντίον των πολυεθνικών ομίλων (Amazon, Google, Starbucks κ.λπ.), αλλά και για να στριμώξει Ινδία, Κίνα, Ρωσία και άλλες αναδυόμενες οικονομίες, που πραγματοποιούν γιγαντιαία κέρδη με τη φτηνή εργασία στο εσωτερικό τους, τα οποία μεταφέρουν εν συνεχεία σε εξωτερικούς φορολογικούς παραδείσους για να μείνουν αλώβητα και τελικά εξαγοράζουν ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις που δεν μπορούν να επιβιώσουν στο καθεστώς αυξημένης φορολογίας που αντιμετωπίζουν. Οι ΗΠΑ, βέβαια, ίσως προσπαθήσουν να αποτρέψουν τέτοιες πρωτοβουλίες, δεδομένης της αποκάλυψης πολλών χορηγών του Τραμπ στο δίκτυο φοροδιαφυγής, αλλά μπορεί να υποχρεωθούν να ακολουθήσουν αν η ΕΕ δείξει επιμονή και απαιτήσει να τεθεί το ζήτημα στις διασκέψεις της ομάδας G20 με τις μεγαλύτερες οικονομίες.
Η κινητοποίηση θα μπορούσε να πετύχει δύο πράγματα: Κατ’ αρχήν να συμφωνηθεί μεταξύ των κυβερνήσεων η εφαρμογή της «φορολογικής εντοπιότητας», σύμφωνα με την οποία τα κέρδη κάθε επιχείρησης φορολογούνται στη χώρα που παράγονται και όχι στην υπεράκτια έδρα όπου προσπαθεί να τα κρύψει.
Η αρχή αυτή μπορεί από μόνη της να θεραπεύσει πολλά αρνητικά χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης: Για παράδειγμα, οι εταιρείες θα μειώσουν τις εικονικές δομές που χρησιμοποιούν σήμερα για να παραπλανούν τις εθνικές φορολογικές αρχές, οι μεγάλες χώρες θα αυξήσουν τα κρατικά έσοδα και έτσι τα κίνητρα για κοινωνικό ντάμπινγκ και ξήλωμα του κράτους πρόνοιας στην ΕΕ και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες θα εξασθενήσουν.
Ενας δεύτερος στόχος μιας διεθνούς συμφωνίας πρέπει να είναι η θέσπιση κανόνων στην κινητικότητα των καταθέσεων από τη χώρα όπου δημιουργούνται τα εισοδήματα προς υπεράκτιες τράπεζες άλλων χωρών για λόγους απόκρυψης και φοροδιαφυγής. Μόλις πριν από μερικά χρόνια η ΕΕ συμφώνησε (και μάλιστα επί της ελληνικής προεδρίας το 2003) η κάθε χώρα προέλευσης να λαμβάνει ένα φορολογικό έσοδο από τους τόκους των εξωχώριων καταθέσεων, αλλά αυτό πλέον δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να ενισχυθεί με τη δυνατότητα πρόσβασης στα εξωχώρια τραπεζικά ιδρύματα, τη διεξαγωγή ελέγχου απόκτησης των εισοδημάτων και –κυρίως –με το δικαίωμα δήμευσης αν διαπιστωθεί ότι συντρέχουν αδικήματα φοροδιαφυγής ή άλλης εγκληματικής δραστηριότητας.
Οι μικρές χώρες (από την Ελβετία, το Λουξεμβούργο και τη Μάλτα έως τα Νησιά Κέιμαν και Αρούμπα), που σήμερα είναι πρόθυμες να ελαχιστοποιούν φόρους και ελέγχους για να φιλοξενούν έδρες επιχειρήσεων και μυστικές καταθέσεις, θα δουν έτσι το εύκολο χρήμα να μειώνεται και ίσως σκεφτούν να διεκδικήσουν πιο έντιμα και ισότιμα το μερίδιο που τους αναλογεί από τις διεθνείς επενδύσεις.

Ο ρόλος της Ελλάδας

Σε αυτές τις πρωτοβουλίες, η Ελλάδα μπορεί να έχει καθοριστικό ρόλο και σημαντικά οφέλη, χρειάζεται όμως να συμμετάσχει ουσιαστικά στις θεσμικές ενέργειες της ΕΕ και να μην εγκλωβιστεί στην εσωτερική πολιτική εκμετάλλευση. Κατ’ αρχήν μπορεί να αξιοποιήσει τις διεθνείς αποκαλύψεις για να κάνει εκτενείς φορολογικούς ελέγχους εναντίον όσων κρύβουν τον πλούτο τους σε μυστήριους προορισμούς, να επιβάλει αναδρομική φορολογία και – με τη βοήθεια της ΕΕ – να διαπραγματευτεί ακόμη και τη δήμευση όσων καταθέσεων βρεθούν να έχουν προκύψει εκνόμως.
Ενα άλλο μέτωπο είναι η άμεση επιβολή της φορολογικής εντοπιότητας, ώστε πρακτικά να ακυρωθεί η εικονική μετανάστευση επιχειρήσεων και κεφαλαίων σε άλλες χώρες (π.χ. Βουλγαρία, Κύπρο, Μάλτα), ενώ η δραστηριότητά τους εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ελλάδα χωρίς να καταβάλλονται φόροι και εισφορές. Με τον τρόπο αυτόν θα αυξηθούν σημαντικά τα έσοδα και έτσι θα δοθεί δυνατότητα ελάφρυνσης της φορολογίας προς όφελος των επιχειρήσεων που διατηρούν την έδρα τους στη χώρα χωρίς εικονικές μεταβιβάσεις στην αλλοδαπή.
Η πιο σημαντική πρόκληση όμως για την Ελλάδα είναι να αδράξει την ευκαιρία για να ασχοληθεί με τους δικούς της εγχώριους παραδείσους φοροδιαφυγής και αποφυγής υποχρεώσεων, χάρη στους οποίους επιβάλλονται διαρκώς νέοι φόροι και έχει συρρικνωθεί η ρευστότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Κορυφαίο παράδειγμα, τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια», τα οποία είναι πλέον κοινό μυστικό ότι περιλαμβάνουν δύο πολύ διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες: από τη μια είναι όσοι δανείστηκαν συνετά και στα όρια των δυνατοτήτων τους, αλλά μετά την κρίση πτώχευσαν και δεν μπορούν πλέον να ξεπληρώσουν. Απολυμένοι οικογενειάρχες που έχασαν τον μισθό τους και μικροί επιχειρηματίες που έκλεισαν πριν αποδώσει η επένδυσή τους πρέπει να τύχουν της μεγαλύτερης δυνατής γενναιοδωρίας και διευκόλυνσης από τις τράπεζες και το κράτος, φτάνοντας ακόμα και στην πλήρη διαγραφή των περιορισμένων δανείων τους.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη – και πολύ μεγαλύτερη – κατηγορία που πριν από την κρίση δανείστηκε υπερβολικά και μετά φυγάδευσε τα κεφάλαια στο εξωτερικό, συχνά μάλιστα και τα ίδια τα δάνεια που είχε λάβει για να επενδύσει. Αρκετοί δανειολήπτες επιχειρηματικών ή μεγάλων στεγαστικών δανείων έχουν στείλει τα κεφάλαιά τους έξω, ασφαλή και αφορολόγητα, ενώ αντίθετα έχουν αφήσει τις ζημιές και τα χρέη τους εδώ, μετερχόμενοι διάφορες απάτες – από ψευδο-πτωχεύσεις έως εικονικά διαζύγια – ώστε να υπαχθούν σε ευνοϊκές ρυθμίσεις που πρόθυμα τους παρέχουν οι κυβερνήσεις για να δελεάσουν την ψήφο τους.
Σχεδόν το μισό ΑΕΠ της χώρας έχει γίνει καταθέσεις σε υπεράκτιες εταιρείες και ξένες τράπεζες. Εάν όμως συνεχιστεί το κυνικό δόγματους «τα λεφτά έξω και δικά μας – οι ζημιές μέσα και δικές σας»,είναι φανερό ότι ούτε επενδύσεις θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν ούτε ανάπτυξη θα έρθει στη χώρα. Γρήγορα θα φτάσουμε σε νέες πιέσεις και αδιέξοδα, για να τιμωρηθούν και πάλι όσοι επιμένουν να πληρώνουν συστηματικά τις υποχρεώσεις τους και από τα δικά τους λεφτά να γίνονται οι ρυθμίσεις στον εγχώριο παράδεισο των πλούσιων μπαταχτσήδων.
Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ