Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) ιδρύθηκε το 2013 από εύπορους ακαδημαϊκούς και επιχειρηματίες, οπαδούς του οικονομικού φιλελευθερισμού. Ηταν κυρίως μια έκφραση αγανάκτησης εναντίον της απόφασης της γερμανικής κυβέρνησης, της ΕΕ και της ευρωζώνης να δημιουργήσουν μηχανισμούς για την προστασία των ευρωπαϊκών κρατών-μελών που βρίσκονταν σε κρίση. Δεν είναι παράδοξο, μάλιστα, που το ελληνικό ζήτημα ήταν κυρίαρχο στις «πολεμικού» τύπου παρεμβάσεις του AfD την προεκλογική περίοδο για τις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2013, όταν η Εναλλακτική για τη Γερμανία για μερικά δέκατα της μονάδας δεν συγκέντρωσε το απαιτούμενο όριο του 5% των ψήφων προκειμένου να εκπροσωπηθεί στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Το πρότυπο του AfD εκείνη την περίοδο ήταν το βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα, με το οποίο μετείχε εξάλλου στην ίδια πολιτική ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το 2014, όταν εξέλεξε επτά ευρωβουλευτές και εγκαταστάθηκε στα έδρανα της Ευρωβουλής.
Ο προσανατολισμός του αυτός άλλαξε άρδην όταν η Φράουκε Πέτρι, επικεφαλής της εθνικοσυντηρητικής πτέρυγας του AfD, έπειτα από έντονη εσωκομματική σύγκρουση επικράτησε έναντι των ιδρυτών στην ηγεσία του κόμματος. Υστερα από μια σύντομη φάση πολιτικού καμουφλάζ και επίπλαστης αποστασιοποίησης από την ελίτ της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, το AfD επίσημα συμπορεύεται με το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο και όλα εκείνα τα κόμματα της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς που μετέχουν στην ομάδα της λεγόμενης Ευρώπης των Εθνών και της Ελευθερίας με προεδρεύουσα τη Μαρίν Λεπέν.
Οι μάσκες έπεσαν από καιρό για το AfD: στελέχη του πρωταγωνιστούν στις συγκεντρώσεις του αντιισλαμικού PEGIDA, ενώ το κόμμα έχει μετατραπεί σε δεξαμενή για ακροδεξιούς διαφορετικών τάσεων και, όπως ο καθηγητής Richard Stöss επισημαίνει, «ρίχνει γέφυρες» σε δεξιούς εξτρεμιστές, κάποιοι από τους οποίους έχουν θητεύσει στο νεοναζιστικό NPD. Ευρωσκεπτικισμός και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, αντιισλαμισμός και εναντίωση στη μετανάστευση, σύνδεση της μετανάστευσης με το έγκλημα, με ζητήματα εθνικής ασφάλειας και εθνικής ταυτότητας, ιστορικός αναθεωρητισμός και αποουσιαστικοποίηση των εγκλημάτων του εθνικοσοσιαλισμού είναι οι κυριότερες θέσεις πάνω στις οποίες το AfD έχτισε το πολιτικό του προφίλ μετά τον Ιούλιο του 2015, όταν επισημοποίησε τη στροφή του στον εθνικοσυντηρητισμό και στον εθνικολαϊκισμό.
Οπως η εκλογική του πορεία έκτοτε καταδεικνύει, κατ’ αρχάς σε επίπεδο ομόσπονδων κρατιδίων όπου ήδη εκπροσωπείται στα δεκατρία από τα δεκαέξι Länder, η ακροδεξιά στροφή του AfD επιδοκιμάζεται από ένα αυξανόμενο τμήμα του εκλογικού σώματος, το οποίο κυμαίνεται από το 5,5% στη Βρέμη ως το 24,4% στη Σαξονία-Ανχάλτη. Η τρίτη θέση που το AfD κατέλαβε στις ομοσπονδιακές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου συνιστά μια τομή στην κοινοβουλευτική ιστορία της ΟΔΓ: για πρώτη φορά από το 1949, ένα κόμμα που δεν επικαλείται τους πολίτες αλλά μόνο την αφηρημένη έννοια «λαός» και που δεν χρησιμοποιεί τη δημοκρατική μέθοδο αλλά στρατηγικές «στοχευμένης πρόκλησης», επιδιώκοντας συνειδητά τον στιγματισμό του από τους πολιτικούς αντιπάλους του προκειμένου να ανταμειφθεί με υποστήριξη από μερίδα διαμαρτυρόμενων εκλογέων, ψηφίστηκε από το 12,6% των Γερμανών στις πρόσφατες Bundestagswahlen. Ποιοι είναι οι ψηφοφόροι αυτοί και ποιοι οι λόγοι μιας τέτοιας υποστήριξης;
Τα εκλογικά κάστρα του AfD βρίσκονται στην Ανατολική Γερμανία, όπου το κόμμα ήρθε πρώτο σε ψήφους στη Σαξονία και κατέλαβε τη δεύτερη θέση στα υπόλοιπα ανατολικογερμανικά κρατίδια. Παρότι εργάτες και άνεργοι αποτελούν το 40% των –κατά βάση ανδρών –εκλογέων του AfD, ωστόσο δεν είναι οι «οικονομικά χαμένοι» εκείνοι που προπάντων το ψηφίζουν ούτε η οικονομική ανέχεια αποτελεί το βασικό κίνητρο μιας τέτοιας επιλογής. Η αναπτυξιακή υστέρηση της Ανατολικής Γερμανίας δημιουργεί πιθανώς ένα υπόβαθρο ψήφου υπέρ του AfD. Περισσότερο όμως είναι η έλλειψη ενός «κοσμοπολιτικού ιδεώδους», όπως επισημαίνεται από τον καθηγητή Holger Lengfeld («Süddeutsche Zeitung», 22.9.2017), αλλά και το πρόκριμα μιας κλειστής κοινωνίας χωρίς πολιτικό και πολιτισμικό πλουραλισμό, γεγονός το οποίο αποτελεί κληρονομιά της πάλαι ποτέ Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που εν τέλει μεταφράζεται σε ψήφο υπέρ του AfD.
Ενα αυταρχικό απόθεμα αντιλήψεων έχει εντοπιστεί στους υποστηρικτές της Εναλλακτικής για τη Γερμανία: είναι εθνικιστές, επικροτούν αυταρχικά συστήματα διακυβέρνησης, είναι αντισημίτες και ξενόφοβοι. Η δύναμη του AfD εκτοξεύθηκε μετά τη μαζική είσοδο των προσφύγων στη Γερμανία. Το προσφυγικό ζήτημα έδωσε την ευκαιρία να εκφραστούν αισθήματα αδικίας και απογοήτευσης στον εγχώριο πληθυσμό, τα οποία εντοπίζονται στους εκλογείς του AfD σε σημαντικά υψηλότερο βαθμό από ό,τι στα υπόλοιπα κόμματα. Το AfD απελευθέρωσε, επικαιροποίησε και δικαίωσε τα συναισθήματα αυτά. Επίσης, κατασκεύασε ενόχους: τη Μέρκελ, τα κόμματα της Bundestag, τους πολιτικούς από σύμπασα την πολιτική σκηνή, αλλά και ό,τι κατά τη γνώμη του εγκλωβίζει τη Γερμανία σε ένα πλέγμα ιστορικών ενοχών.
Το AfD έχει τουλάχιστον έναν επικίνδυνο εχθρό, όπως και έναν ιδιότυπο σύμμαχο. Ο επικίνδυνος εχθρός είναι εσωτερικός και έχει να κάνει με ανταγωνισμούς μεταξύ των στελεχών του. Ισως να συμβαίνει για πρώτη φορά επικεφαλής κόμματος να δηλώνει την αποχώρησή του από αυτό την επομένη ενός εκλογικού θριάμβου, όπως έκανε η Φράουκε Πέτρι. Ο ιδιότυπος σύμμαχος είναι εξωτερικός και αφορά την καθοδική πορεία στην οποία βρίσκονται τα κυρίως κόμματα της διακυβέρνησης, αλλά και την αδυναμία των υπόλοιπων κομμάτων να απορροφήσουν την υπάρχουσα δυσαρέσκεια και να μετατρέψουν τα αρνητικά συναισθήματα των πολιτών σε θετικές προσδοκίες. Για μια ευημερούσα χώρα όπως η Γερμανία, η μετατροπή αυτή δείχνει όχι ακατόρθωτη, παραμένει όμως στην παρούσα φάση δύσκολη και θολή.
Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ