Τον Λέοναρντ Μπερνστάιν τον πρωτογνώρισα πριν από 20 χρόνια ακριβώς. Ηταν το 1977 που είχα μεσολαβήσει για την έλευση της Οπερας της Βιέννης με την «Ηλέκτρα» του Ρίχαρντ Στράους (παράσταση που τη διηύθυνε ο Καρλ Μπεμ) και της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης (που τη διηύθυνε ο Μπερνστάιν).


Το πρώτο και κυριότερο πρόβλημα που αντιμετώπισα ήταν η συμμετοχή του Καρλ Μπεμ. Γιατί ο Καρλ Μπεμ, που ήταν ο αποκλειστικός εντολοδόχος, και κληρονόμος της παρτιτούρας, του συνθέτη να διευθύνει αυτός και όχι άλλος την «Ηλέκτρα», ήθελε να επιβάλει τη γνώμη του τόσο στην επιλογή των τραγουδιστών όσο και στην πιστή εκτέλεση της αυθεντικής παρτιτούρας του Ρίχαρντ Στράους.


Θυμάμαι που πήγα και τον συνάντησα στο σπίτι του, στο γραφικό προάστιο της Βιέννης, το Ρίγκλινγκ. Ανέβηκα μια περιστροφική ξύλινη σκάλα, που έτριζε σε κάθε μου βήμα, κτύπησα την πόρτα του διαμερίσματος και βρέθηκα μπροστά στον διάσημο μουσικό. Η γυναίκα του μου πρόσφερε καφέ και τον ήπια γουλιά γουλιά, καθισμένος δίπλα στον γηραιό μαέστρο, σε ένα στρογγυλό τραπέζι αντίκα που ήταν στη μέση του δωματίου. Μιλήσαμε πολλήν ώρα για την Αθήνα, τις τεχνικές συνθήκες του Ηρωδείου, την ακουστική του χώρου, για το ξενοδοχείο όπου θα έμενε. Μου εξέφρασε και ένα όνειρό του, να διευθύνει κάποιαν άλλη φορά την «Αριάδνη στη Νάξο», κάτω από την Ακρόπολη.


Για να πω την αλήθεια, δεν πολυκατάλαβα γιατί ο γενικός διευθυντής της Οπερας της Βιέννης με έστειλε να τον συναντήσω. Ισως για να του δημιουργήσω ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης. Αλλά και για να αναλάβω, ίσως, κάποιες προσωπικές ευθύνες απέναντί του για τις άριστες συνθήκες που θα εύρισκε στο Ηρώδειο.


Τον Μπερνστάιν δεν χρειάστηκε να τον συναντήσω, γιατί τις μέρες που είχα πάει στη Βιέννη για να κάνω τις τελικές συνεννοήσεις και να κλείσω τη συμφωνία βρισκόταν στην Αμερική. Με είχαν πληροφορήσει όμως ότι με τον Μπερνστάιν δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα. Μου είπαν ότι ήταν βολικός και καλοσυνάτος προς όλους και ότι το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να του δοθούν οι άριστες συνθήκες για να κάνει εξαντλητικές δοκιμές με τους μουσικούς της Ορχήστρας.


Ο Μπεμ έφθασε στην Αθήνα μαζί με το «καστ» των τραγουδιστών προτού φθάσει η Ορχήστρα, γιατί το προηγούμενο βράδυ η Φιλαρμονική της Βιέννης έδινε συναυλία στη Βιέννη. Τα σκηνικά όμως, τα κοστούμια και οι τεχνικοί για το στήσιμο της παράστασης καθώς και οι τραγουδιστές, όπως ανέφερα, βρίσκονταν ήδη στην Αθήνα. Την επομένη θα έφθαναν με ναυλωμένο αεροπλάνο της Ολυμπιακής και τα μέλη της Ορχήστρας για να πάρουν μέρος στη γενική δοκιμή του έργου. Να όμως που το αεροπλάνο καθυστερούσε να ξεκινήσει από το αεροδρόμιο της Βιέννης λόγω βλάβης ενός από τους κινητήρες του. Αυτή η αναμονή κράτησε όλη τη μέρα. Και αφού διαπιστώθηκε ότι θα έπρεπε να σταλεί άλλος κινητήρας από την Αθήνα, είχε φθάσει κιόλας η νύχτα.


Ο Καρλ Μπεμ στο μεταξύ έκοβε βόλτες στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» σαν το θηρίο στο κλουβί. Εγώ δεν έπαιρνα το θάρρος να ανέβω να του μιλήσω. Και να του έλεγα τι; Την κατάσταση την έσωσε η γυναίκα του σκηνοθέτη Ντίνου Γιαννόπουλου, η Μεγκ, σοπράνο τότε της όπερας και στενή φίλη με τον Μπεμ. Κουράστηκε όμως πολύ ώσπου να τον πείσει να μην πραγματοποιήσει την απειλή του: να ματαίωνε την παράσταση.


Τελικά η Ολυμπιακή έστειλε στη Βιέννη άλλο αεροπλάνο, το οποίο όμως μετέφερε την Ορχήστρα μόλις το μεσημέρι της ημέρας της παράστασης. Ο Καρλ Μπεμ έκανε τότε κάτι που δεν θυμόταν κανείς να το είχε ξανακάνει. Πήγε κατ’ ευθείαν στην παράσταση χωρίς οι τραγουδιστές να κάνουν πρόβα με την Ορχήστρα. Τελικά ο Θεός και το μεγάλο ταλέντο του Μπεμ, έβγαλαν μια τέλεια παράσταση!


Ο Λέοναρντ Μπερνστάιν είχε φθάσει στην Αθήνα λίγο πριν από την έναρξη της παράστασης, το πρωί της επομένης είχε πρόβα με την Ορχήστρα για τη συναυλία που θα έδινε. Η δοκιμή γινόταν στο θέατρο «Ολύμπια» με τον Λένι στα μεγάλα κέφια. Εκεί πρόσεξα πρώτη φορά πόσο ζεστή και φιλική και ανθρώπινη ήταν η σχέση του με τον κάθε ένα μουσικό της Ορχήστρας. Φορούσε ένα κοντομάνικο βυσσινί φανελάκι το οποίο σε κάθε διακοπή της πρόβας το έβγαζε και του φέρνανε άλλο να φορέσει. Τόση ήταν η ένταση που το φανελάκι μούσκευε από τον ιδρώτα. Οταν διέκοπτε την πρόβα για να ζητήσει από την Ορχήστρα να επαναλάβει κάποιο συγκεκριμένο μέρος της παρτιτούρας δεν έδειχνε νευριασμένος. Το αντίθετο, καλούσε τον μουσικό που είχε κάνει το λάθος και του εξηγούσε χαμηλόφωνα το τι θα έπρεπε να προσέξει. Τον έστελνε μετά πίσω στη θέση του, ζητούσε συγγνώμη από την ορχήστρα για τη διακοπή, και συνέχιζε την πρόβα. Οταν γινόταν διάλειμμα για καφέ ο Μπερνστάιν συγκέντρωνε τους μουσικούς γύρω του και τους υπεδείκνυε τι θα έπρεπε να προσέξει ο καθένας. Γιατί, ο Μπερνστάιν πριν από όλα ήταν δάσκαλος.


* Ζεστός και φιλικός


Είναι γνωστό ότι στο πόντιουμ της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης ο Μπερνστάιν είχε διαδεχθεί τον δικό μας Δημήτρη Μητρόπουλο, για τον οποίον έτρεφε απεριόριστο θαυμασμό και αγάπη.


Μετά το τέλος της συναυλίας του στο Ηρώδειο με παρακάλεσε να τον συνοδεύσω την επομένη το πρωί στον τάφο του Μητρόπουλου, στο Α’ Νεκροταφείο. Ζήτησε να είναι μόνος του σε αυτό το προσκύνημα. Τον ρώτησα αν θα είχε αντίρρηση να τον φωτογράφιζα. Μου απάντησε όχι, υπό τον όρον ότι θα έβγαιναν δύο μοναδικές κόπιες: η μια για το δικό του αρχείο και η άλλη για το δικό μου. Είναι η φωτογραφία που στολίζει το σημερινό μου αφιέρωμα στον Μπερνστάιν. Τη δημοσιεύω με τη σκέψη ότι τώρα που και οι δύο μέγιστοι μαέστροι του αιώνα έχουν φύγει από αυτόν τον κόσμο η μη δημοσίευση εκείνης της φωτογραφίας δεν θα είχε πια κανένα νόημα.


* Συναυλία για την ειρήνη


Από το 1977 ο Μπερνστάιν ήλθε άλλη μια φορά στην Αθήνα, αυτήν τη φορά καλεσμένος από τη φίλη του, τη Μελίνα. Ηταν το 1985 που έδωσε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας συναυλία για την ειρήνη, με την Ορχήστρα Νέων της Ευρώπης, τη μεικτή Χορωδία Νέων της Βιέννης και τη Χορωδία της Αγίας Τριάδος της Θεσσαλονίκης που τη δίδαξε ο δικός μας Αντώνης Κοντογεωργίου. Στο πρώτο μέρος εκτελέσθηκε η Leonore Νο 3 του Beethoven, το Hiroshima Requiem του Kojiba και το Violin Concerto του Mozart, με σολίστ τη Midori. Στο δε δεύτερο μέρος ο Μπερνστάιν διηύθυνε τη δική του Συμφωνία Νο 3 «Kaddish».


Είχε μείνει τότε κοντά μας μία ολόκληρη εβδομάδα για να διδάξει και να εναρμονίσει μουσικά τα τρία διαφορετικά σύνολα που πρώτη φορά θα έπαιζαν μαζί. Προτού έρθει στην Αθήνα μού τηλεφώνησε από τη Νέα Υόρκη για να μου πει ανήσυχος ότι συγκέντρωνε επάνω του τρία στοιχεία που τον έκαναν στόχο των τρομοκρατών. Ηταν Αμερικανός, διάσημος και Εβραίος. Μου ζήτησε να του… εγγυηθώ ότι δεν θα κινδύνευε η ζωή του. Του το υποσχέθηκα. Ενημέρωσα τη Μελίνα, εκείνη τον υπουργό Δημόσιας Τάξης, και συνετελέσθη η… υπερβολή! Δύο μοτοσικλέτες της Τροχαίας πήγαιναν μπροστά από τη λιμουζίνα με την οποία μετεκινείτο ο Μπερνστάιν από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο, στις πρόβες, στην ταβέρνα, παντού. Αλλες δύο από πίσω, και επί πλέον ένα αυτοκίνητο της Αμεσης Δράσης. Οταν όλη αυτή η διαδικασία πήρε τελικά μορφή σπάταλης φροντίδας, ο Μπερνστάιν τόσο είχε ξεθαρρέψει ώστε όταν έφευγε μετά την πρόβα για το ξενοδοχείο του δεν έμπαινε στη λιμουζίνα που του είχε διατεθεί αλλά καβαλούσε τη μοτοσικλέτα πίσω από την πλάτη του τροχαίου και με το καταϊδρωμένο φανελάκι του χαιρετούσε τον κόσμο που παρακολουθούσε απορημένος τη σκηνή!! Αυτός ήταν ο Λένι. Χαρά Θεού άνθρωπος.


Η προσωπική μου επαφή μαζί του δεν είχε αραιώσει καθόλου από το 1977, που τον πρωτογνώρισα, ως τον θάνατό του. Αντίθετα, σε κάθε μου ταξίδι στην Αμερική θα ήταν αδιανόητο να μην τον συναντήσω. Αλλοτε στις πρόβες και στις συναυλίες του με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, άλλοτε με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστώνης και άλλοτε στο Φεστιβάλ του Τάγκελγουντ, το φημισμένο μουσικό Κέντρο της Μασαχουσέτης, του οποίου υπήρξε μαθητής και ο ίδιος, όπως άλλωστε και πολλοί από τους κορυφαίους μουσικούς αυτού του αιώνα.


Είχα τη μεγάλη τύχη να παρευρεθώ στον εορτασμό των 70 χρόνων από τη γέννηση του Λέοναρντ Μπερνστάιν, που έγινε στο Τάγκελγουντ, τον Αύγουστο του 1988. Κράτησε τέσσερις ημέρες και πήραν μέρος οι διασημότεροι διευθυντές ορχήστρας και σολίστ της εποχής μας. Κάθε βράδυ ύστερα από μια συναυλία ή ένα ατομικό κοντσέρτο ή κάποιας άλλης μορφής μουσική εκδήλωση ακολουθούσε ένα «σουπέ – γκαλά» το οποίο προς το τέλος εξελισσόταν σε «σουπέ – πάρτι», με τον πανευτυχή και αεικίνητο Λένι να δίνει πρώτος το σύνθημα του κεφιού.


* Η πρώτη εμφάνιση


Ο Λέοναρντ Μπερνστάιν γεννήθηκε στο Λόρενς της Μασαχουσέτης στις 25 Αυγούστου 1918. Μεγάλωσε στη Βοστώνη όπου έκανε και τις μουσικές σπουδές του. Οταν αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ πήγε στη Νέα Υόρκη όπου φοίτησε στο Κάρτις Ινστιτουτ οφ Μιούζικ υπό τον Μητρόπουλο και τον Φριτζ Ράινερ. Συνέχισε επίσης τις σπουδές του στο πιάνο με την Ισαβέλα Βεντζέροβα. Υπήρξε στην αρχή της σταδιοδρομίας του βοηθός του μεγάλου μαέστρου της περιόδου εκείνης, Σεργκέι Κουσεβίτσκι. Το δε 1943 ο Αρθουρ Ροντζίνσκι τον προσέλαβε για βοηθό του στη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης.


Κανένας άλλος αμερικανός μουσικός δεν έχει αποκτήσει τόση παγκόσμια αναγνώριση όσο ο Λέοναρντ Μπερνστάιν. Είναι πασίγνωστος σε κάθε γωνιά της Γης ως μαέστρος, συνθέτης, πιανίστας, συγγραφέας και δάσκαλος. Ως συνθέτης ο Μπερνστάιν έχει δημιουργήσει έργα που καλύπτουν πλατιά γκάμα από φόρμες και στυλ: τρεις συμφωνίες, δύο όπερες, έργα για χορωδία και ορχήστρα (Ψαλμοί του Τσίτσεστερ), μία σερενάτα για βιολί και έγχορδα, μουσική επένδυση σε φημισμένα κινηματογραφικά έργα. Πολλά έργα έχει γράψει για το μουσικό θέατρο (το πιο γνωστό είναι το «West Side Story») που προήγαγαν την ποιότητα του μουσικού έργου γενικά στην Αμερική. Η «Λειτουργία» του ­ ένα θεατρικό έργο για τραγουδιστές, ηθοποιούς και χορευτές ­ πρωτοπαρουσιάστηκε στα εγκαίνια του Κένεντι Σέντερ της Ουάσιγκτον το 1971. Επαναλήφθηκε στον εορτασμό των 10 χρόνων του Κένεντι Σέντερ, το 1981, καθώς και στην Οπερα της Βιέννης. Μερικά από τα τελευταία έργα του Μπερνστάιν είναι το «Σλάβα» (Δόξα), ουβερτούρα, «Σόνγκφεστ» (κύκλος από αμερικανικά ποιήματα για 6 τραγουδιστές και ορχήστρα), και το «Ντιβερτιμέντο για ορχήστρα» που το έγραψε το 1980 για τα 100 χρόνια της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης. Στα 1980 επίσης συνέθεσε ένα αφιέρωμα στο έργο του Αντρέ Κοστέλανετς. Στα 1981 το «Αγγίσματα» (κομμάτι για πιάνο που συνέθεσε για τον διεθνή διαγωνισμό για πιάνο Βαν Κλίμποουρν) και το «Χαλίλ», ένα «νοτούρνο» για σόλο φλάουτο, έγχορδα και κρουστά.


Ως μαέστρος ο Λέοναρντ Μπερνστάιν έκανε την εντυπωσιακή του πρώτη εμφάνιση με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης στις 14 Νοεμβρίου 1943 σε ηλικία 25 χρονών σε ένα κοντσέρτο που μεταδόθηκε από την τηλεόραση σε ολόκληρη την Αμερική. Πήρε τον τίτλο του μουσικού διευθυντή στη Συμφωνική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης το 1945, και τον ίδιο χρόνο τού διευθυντή Ορχήστρας του Μουσικού Κέντρου του Μπερκσάιρ και του καθηγητή της Μουσικής στο Πανεπιστήμιο του Μπράντις. Στο ίδιο διάστημα διηύθυνε πολλές συναυλίες της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, που έμεινε κενή με τον θάνατο του μεγάλου Δημήτρη Μητρόπουλου. Κατά τη διάρκεια των επόμενων 12 χρόνων διηύθυνε περισσότερα κοντσέρτα παρά κανείς άλλος μαέστρος στην ιστορία της ορχήστρας της Νέας Υόρκης, το δε 1969 τού απονεμήθηκε ο τίτλος του τιμημένου μαέστρου «εν ζωή». Οι ερμηνείες του ειδικά στα έργα του Μάλερ τον ανέδειξαν ως τον ιδανικό ερμηνευτή του μεγάλου συνθέτη. Ο Μπερνστάιν διηύθυνε επίσης πολλά έργα στη Μετροπόλιταν Οπερα της Ν. Υόρκης, στη Σκάλα του Μιλάνου και στην Οπερα της Βιέννης.


Ως συγγραφέας και καθηγητής έχει γράψει πολλά βιβλία σχετικά με τη μουσική, σημαντικά βοηθήματα για τους νέους σπουδαστές και γενικότερα για τους φανατικούς λάτρες της μουσικής όπως «Η χαρά της μουσικής», «Ο Μπερνστάιν και οι συναυλίες του για νέους» και «Χωρίς τέλος ποικιλία της μουσικής».


Το 1972 – ’73 τού απονεμήθηκε ο τίτλος του ιδρύματος «Τσαρλς Ελιοτ Νόρτον» ως καθηγητή της Ποίησης, από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Οι έξι δε ομιλίες που έδωσε εκεί με τον γενικό τίτλο «Αναπάντητα ερωτήματα» εκδόθηκαν σε έναν ξεχωριστό τόμο και μεταδόθηκαν μέσω της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου σε πάρα πολλές χώρες. Το τελευταίο του βιβλίο, «Διαπιστώσεις», κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1982.


Ο Μπερνστάιν κατέχει το ρεκόρ του πλουσιότερου έργου στη μουσική δισκογραφία, ιδίως οι ερμηνείες του στις Συμφωνίες των Μάλερ, Μπετόβεν και Μπραμς έχουν κορυφαία θέση στη δισκογραφική παραγωγή της «Ντόιτσε Γκράμοφον» και της CBS.


Ανάμεσα στα πάρα πολλά βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, ονομάστηκε το 1983 επίτιμος πρόεδρος της Ακαδημίας της Σάντα Σεσίλια και επίτιμο μέλος της Φιλαρμονικής της Βιέννης, μια τιμητική διάκριση που απονέμεται πρώτη φορά σε ζώντα μουσικό. Και στις 29 Μαρτίου 1984 ο Μπερνστάιν ονομάστηκε επίτιμο μέλος της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης.


Το κείμενο αυτό είναι το πέμπτο από μια σειρά οκτώ πορτρέτων γνωστών προσωπικοτήτων που ο κ. Θ. Κρίτας έγραψε ειδικά για «Το Βήμα», επιστρατεύοντας τις προσωπικές αναμνήσεις του.