Ο πρίγκιπας ψηφοφόρος θα κατασκηνώσει και αυτό το δεκαπενθήμερο στη Βόρεια Ελλάδα. Η Θεσσαλονίκη τον φιλοξενεί χρόνια τώρα τέτοια εποχή. Η ΔΕΘ είναι η τέλεια σχεδόν σκηνοθεσία. Χρώματα, ένταση, προσδοκία.
Αυτό που συντελείται κάθε φορά στη ΔΕΘ από τους πολιτικούς πρωταγωνιστές, τον Πρωθυπουργό και τον επικεφαλής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι ένας ύμνος στο ευχάριστο. Και μια αποφυγή και παράκαμψη του αδιανόητου. Το ευχάριστο παίρνει ποικίλες μορφές είτε ως παρελθόν είτε ως παρόν είτε ως μέλλον. Πρόκειται για τη θετική και καταπραϋντική απόδοση της πραγματικότητας.
Ολα έγιναν καλά. Το παρόν είναι το καλύτερο δυνατό. Αυτό που έρχεται έχει μέσα του μόνο προοπτική. Δεν υπάρχουν γκρίζες και σκοτεινές πλευρές. Ολα είναι ελεγχόμενα και ελπιδοφόρα. Ο χρόνος παρατείνεται ευχάριστα, ως απρόσκοπτη λεωφόρος ευτυχίας.
Αυτή η προσήλωση στο ευχάριστο έχει ακυρώσει τον οδηγητικό ρόλο της πολιτικής και τη θεσμική-θεμελιωτική λειτουργία της. Την έχει ουσιαστικά καταργήσει. Το ευχάριστο είναι η άρνηση του πραγματικού. Μέσα στην εορτή του ευχάριστου οι πολίτες αποξενώνονται από την πραγματική τους κατάσταση, παραβλέπουν τις πραγματικές συνθήκες που ορίζουν τα δεδομένα και είναι απολύτως απροετοίμαστοι για το αδιανόητο. Τους έχει ήδη αιχμαλωτίσει το ευχάριστο. Σε αυτή την αιχμαλωσία έχουν περιπέσει και οι πολιτικοί εκφραστές, που συμβιβασμένοι με την πολιτική ανάγκη αρνούνται και αυτοί να διανοηθούν το αδιανόητο. Και να μιλήσουν με γενναιότητα για αυτό το αδιανόητο. Ή για αυτό που καταλήξαμε να θεωρούμε ως τέτοιο.
Ετσι αποστρέφονται τα μεγάλα και θεμελιώδη προβλήματα της χώρας. Αποφεύγουν να μιλήσουν για το εύρος και το βάθος της αδυναμίας του κοινωνικού σώματος να σηκώσει το βάρος και την ευθύνη της πορείας. Να συγκρουσθούν με τη λαϊκή μυθοπλασία των εύκολων λύσεων.
Γι’ αυτό και περιορίζονται σε πολιτικές προστασίας συγκεκριμένων στρωμάτων, που εθισμένα στο ευχάριστο, ευχαρίστως και αυτά με τη σειρά τους αντιπαρέχουν την πολιτική τους υποστήριξη, με συνείδηση περήφανου πρίγκιπα ψηφοφόρου.
Το ευχάριστο, ως αναγκαστικά μερικό, τεμαχίζοντας το κοινωνικό σώμα, αφήνει έξω από τον ορίζοντά του μεγάλες κατηγορίες πολιτών. Είναι αυτοί που όλοι μαζί αποτελούν το «νέο προλεταριάτο» και που βρίσκονται εκτός του ραντάρ ευαισθησίας των εκφραστών του ευχάριστου. Αυτοί που εργάζονται αμέτρητες ώρες, που δεν έχουν καθόλου ελεύθερο χρόνο, που γίνεται ο καρπός της εργασίας τους αντικείμενο αρπαγής για να ποτίσει η κρατούσα άποψη το δέντρο του ευχάριστου. Νέοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι, ημιαπασχολούμενοι, άνεργοι, μακροχρόνια άνεργοι, υποαμειβόμενοι, κακά αμειβόμενοι, είναι όλοι αυτοί «το κεφάλαιο» των προστατευμένων στρωμάτων.
Η στιγμή θα μπορούσε να είναι για τη χώρα μία ιστορική ευκαιρία. Οι συνθήκες σήμερα, κατά τρόπο ισότιμο, μπορούν να οδηγήσουν σε μια καταστροφή ή σε μια πρόοδο.
Αυτό προϋποθέτει μια βούληση που θα απομακρυνθεί από το ευχάριστο του εγγυημένου μέλλοντος και θα μιλήσει για το ανατρεπτικό αδιανόητο, που το προπαρασκευάζει σε πιο στέρεες βάσεις.
Να μιλήσει με απογυμνωτική αλήθεια για το κράτος, την ανεργία, τις συντάξεις, την παραγωγή νέου πλούτου, τη γνώση, την ασφάλεια, την υπογεννητικότητα και τόσα άλλα. Και να περιγράψει τις βαθιές μεταβολές που απαιτούνται για τη μακρά πορεία.
Στη παράσταση της ΔΕΘ θα ακούσουμε για μία ακόμη φορά το υψιπετές του ευχάριστου.
Το αδιανόητο γεννά φόβο και αυτοκαταστολή. Ομως ή το επιζητάς ή σε αιχμαλωτίζει. Η αιχμαλωσία που επιβάλλει ο φόβος του αδιανόητου είναι η ήττα του λαού και των εκφραστών του. Είναι ο τέλειος συμβιβασμός.
Οσο όμως και αν οι ηττημένοι λαοί νομίζουν ότι διασώζονται από την απειλή του αδιανόητου, αυτό πάντα επιστρέφει με την πιο άγρια μορφή του.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ