Ο Ιωάννης Αβραμίδης. Ενα από τα πρώτα ελληνικά ονόματα που μας αιφνιδίαζε στις ιστορίες της σύγχρονης γλυπτικής. Ελληνας την καταγωγή, γεννημένος στο Βατούμ το 1922. Χρονιά σημαδιακή, της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι γονείς του, Μικρασιάτες από την Τραπεζούντα, είχαν καταφύγει στη Ρωσία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο για να ξεφύγουν από τους διωγμούς. Στην Ελλάδα ο Αβραμίδης έζησε λίγα, τα πιο δύσκολα χρόνια, 1939-43. Την Ελλάδα όμως την είχε στο αίμα και στο πνεύμα του.


Καλές τέχνες, ζωγραφική και γλυπτική, σπούδασε στο Βατούμ και στη Βιέννη. Δάσκαλός του στη γλυπτική ήταν ο Fritz Wotruba, κονστρουκτιβιστής της ανθρώπινης μορφής. Οι μεγάλοι δάσκαλοι ωστόσο του Αβραμίδη είναι οι Ελληνες: οι γλύπτες της αρχαϊκής εποχής και του αυστηρού ρυθμού.


Τι είναι εκείνο που τον συναρπάζει στους ομοτέχνους του της αρχαϊκής εποχής και στον άλλο μεγάλο του δάσκαλο, από την πρώιμη Αναγέννηση, τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα, δεν είναι δύσκολο να το εικάσουμε αν βρεθούμε στο ιερό δάσος των μορφών του. Ο Αβραμίδης αναζήτησε έναν αρχέτυπο κανόνα της ανθρώπινης μορφής, ένα γλυπτικό ιδεόγραμμα της ηρωικής γυμνότητας, που θα μπορούσε να αντιτάξει στην κίνηση, στη φθορά και στον θάνατο, στην ακινησία, στην αφθαρσία, στην αιωνιότητα. Αυτό είναι και το βαθύτερο νόημα της αρχαϊκής γλυπτικής, όπως εκφράστηκε στην ιδανική μορφή του κούρου και της κόρης.


Μέσα από μια λυσσαλέα στην εμμονή της μελέτη της φύσης, που παίρνει τη μορφή καθημερινής άσκησης, ο Αβραμίδης κατάφερε να συλλάβει τη βαθύτερη δομή και τον χαρακτήρα της ανθρώπινης μορφής. Τα σχέδιά του εγγράφονται στην παράδοση των μεγάλων δασκάλων, από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι, που αποτελεί για τον γλύπτη αξεπέραστο πρότυπο, ως τον Τζιακομέτι. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο τελευταίος έτρεφε μεγάλο θαυμασμό και εκτίμηση για τον έλληνα γλύπτη. Η αρχέτυπη μορφή του Αβραμίδη, συσπειρωμένη γύρω από τον άξονά της, μοναχική και περίκλειστη, αποκρυστάλλωμα και ορισμός του χώρου, φάνταζε στα μάτια του Τζιακομέτι σαν ηχώ στα δικά του ανθρώπινα ιδεογράμματα της μοναξιάς και της αγωνίας.


Οι φιγούρες όμως του Αβραμίδη δεν έχουν τίποτε το αγωνιώδες. Απεναντίας, από τις τέλεια αρθρωμένες, ζυγισμένες και αρμονικές φόρμες τους διαχέεται ένα αίσθημα ζωτικής ενέργειας, ευθυμίας, αισιοδοξίας. Είναι το ίδιο αίσθημα που δοκιμάζουμε μπροστά στην αιώνια νεότητα, στο μειδίαμα που ξεχειλίζει από την πειθαρχημένη ζωτική ορμή ενός αρχαϊκού αγάλματος, ενός κούρου.


Η αρχέτυπη μορφή του Αβραμίδη είναι το απόσταγμα μακροχρόνιων μελετών πάνω στο ανθρώπινο σώμα με τη βοήθεια της γεωμετρίας. Η καμπύλη και ο κύκλος διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην προσπάθεια του γλύπτη να συμπυκνώσει την οργανική μορφή γύρω από έναν νοητό κατακόρυφο άξονα. Η μορφή του, σύμποδη και αχειρίδωτη, διαθέτει την εκρηκτική πυκνότητα και τη ζωτική ενέργεια που έχει το πλάσιμο των υστεροαρχαϊκών έργων. Τα μέλη του σώματος διαπλέκονται και συναρθρώνονται δημιουργώντας μια διαδοχή από εξάρσεις και κοιλώματα, που μεταδίδουν σ’ ολόκληρη την επιφάνεια ένα συνεχή ρυθμό.


Ιδιαίτερο ρόλο σ’ αυτή τη ρυθμική άρθρωση των επιφανειών και των όγκων διαδραματίζει το φως. Οπως και στην αρχαία γλυπτική, το φως κυκλοφορεί απρόσκοπτα πάνω στα γλαφυρά μέλη των κορμών, που υπερέχουν σε σχέση με τα σκιερά κοίλα μέρη. Χρησιμοποιώντας την αρχέτυπη μορφή του ως modulus, ο Αβραμίδης δημιουργεί δεκάδες παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα. Συντάγματα από μορφές, συσσωματώσεις, πόλεις και ατέρμονους κίονες.


Ιδιαίτερα συναρπαστική είναι η ποιητική του Αβραμίδη. Υλη και τεχνική παίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του. Συχνά κατασκευάζει μεταλλικούς σκελετούς, διατομές από κύκλους που υψώνονται συσσωρευτικά και συναπαρτίζουν τον σκελετό του έργου. Τα κενά πληρώνονται με «οργανική» ύλη, γύψο, συνθετικό μάρμαρο, συνθετικές ρετσίνες. Τις αρθρώσεις τις αφήνει να διαφαίνονται, τις τονίζει μάλιστα, γιατί, όπως λέει, «πρέπει να φανερώνουμε τον νόμο της δουλειάς μας για να μπορούν να τον ακολουθήσουν και άλλοι». Η ύλη στην επεξεργασία της γίνεται πολύτιμη. Ο Αβραμίδης φροντίζει να χαϊδεύει και να στιλβώνει την επιφάνεια των γλυπτών του όπως έκαναν οι αρχαίοι τορευτές.


Πλάι στην αυτόγραφη αναγνωρίσιμη μορφή του Αβραμίδη θα βρούμε κι άλλες έρευνες στο ίδιο πνεύμα. Την οργανική φόρμα διαδέχονται κάποτε ανθρώπινες μορφές στερεομετρικές, γωνιόμορφες, πάντα όμως το ίδιο κλασικές, στον κανόνα, στη στάση, στη σύνθεση, στο πνεύμα.


Ο Ιωάννης Αβραμίδης έχει επιβληθεί εδώ και πολλές δεκαετίες στον διεθνή χώρο της γλυπτικής. Η θετή πατρίδα του, η Αυστρία, τον τίμησε με διακρίσεις και εκείνος της χάρισε τα φώτα του διδάσκοντας ως καθηγητής επί χρόνια στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης. Το 1962 εκπροσώπησε την Αυστρία στην Μπιενάλε της Βενετίας και έκανε μεγάλη αίσθηση. Εκεί τον συνάντησε ο Τζιακομέτι και του χάρισε την εκτίμηση και τη φιλία του.


Η Εθνική Πινακοθήκη, που είχε δεχτεί παλαιότερα μια σημαντική δωρεά του γλύπτη, όφειλε την τιμή μιας μεγάλης αναδρομικής σ’ ένα από τα πιο επιφανή τέκνα της Ελλάδας στον χώρο της τέχνης. Η έκθεση του Ιωάννη Αβραμίδη, που οργανώθηκε τον Φεβρουάριο στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, μας έδωσε την ευκαιρία να εκπληρώσουμε κι εμείς αυτό το χρέος. Τα έργα της Θεσσαλονίκης εμπλουτίστηκαν με άλλα γλυπτά και σχέδια, ώστε ο επισκέπτης στην Αθήνα να σχηματίσει μια πληρέστερη εικόνα της διαδρομής του καλλιτέχνη και της εξέλιξης της τέχνης του. Ιδιαίτερη προσοχή δώσαμε στα σχέδια, γιατί σ’ αυτά βρίσκεται το κλειδί για την κατανόηση ενός έργου πυκνού σε νόημα και ουσία.


Ο Ακαδημαϊκός και αγαπητός συνάδελφος κ. Χρύσανθος Χρήστου, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης, δέχτηκε με προθυμία να αναλάβει την επιμέλεια της έκθεσης. Ταξίδεψε στη Βιέννη, συμπλήρωσε το υλικό με νέες επιλογές και συνέγραψε το διεισδυτικό εισαγωγικό κείμενο του καταλόγου, που συνεκδίδεται από την Εθνική Πινακοθήκη και τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκης. Επιμελήτρια της έκθεσης, από την πλευρά της Εθνικής Πινακοθήκης, ήταν η ιστορικός της τέχνης Μαρία Κατσανάκη. Ο αρχιτέκτονας Θοδωρής Ζουμπουλάκης επιμελήθηκε την παρουσίαση των έργων.


* Η έκθεση του Ιωάννη Αβραμίδη εγκαινιάζεται αύριο Δευτέρα 21 Ιουλίου στις 8 μ.μ. από τον δήμαρχο Αθηναίων κ. Δημήτρη Αβραμόπουλο και θα παραμείνει ανοιχτή ως τις 14 Σεπτεμβρίου. Ωρες λειτουργίας 9.00-15.00 κάθε ημέρα εκτός Τρίτης, Κυριακή 10.00-14.00.


Η κυρία Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα είναι καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στην ΑΣΚΤ και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης.