Στηριζόμενος σε ένα μείγμα αντιμνημονιακών και ιδεοληπτικά φαντασιόπληκτων Αριστερών, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέλαβε την εξουσία και δεν έχει καμμία απολύτως όρεξη να την απολέσει σύντομα.

Αντιλαμβάνομενος λοιπόν ότι τα παράλληλα προγράμματα Βαρουφάκη θα έσπρωχναν την χώρα εκτός Ευρωζώνης και (κατά τα λεγόμενα Βαρουφάκη) τον κ. Τσίπρα στο Γουδί, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε την καλουμένη κωλοτούμπα συμμόρφωσης και αποδοχής των εξωπραγματικών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 (και επιπλέον πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ μέχρι το 2060 και μετά).

Για να εξευμενίσει όμως τους αριστερούς του οπαδούς αλλά και τις αριστερές ιδεοληψίες της κοινοβουλευτικής του ομάδας, χρησιμοποίησε, από την πρώτη ημέρα που κέρδισε τις εκλογές, ως Δούρειο Ίππο παγίωσης του στην εξουσία, την ισοπεδωτική του πολιτική σε θέματα παιδείας. Πράγματι, με αθόρυβο αλλά συνεπές τρόπο, τρεις διαδοχικοί υπουργοί Παιδείας (Μπαλτάς, Φίλης, Γαβρόγλου) εργάσθηκαν αόκνως προκειμένου να υπονομεύσουν όποια αξία εξακολουθούσε (και εξακολουθεί) να υπάρχει στην ελληνική εκπαίδευση.

Πρώτα τέθηκε η αριστεία ως ρετσινιά. Κατόπιν, δοθηκε στην πυρά ότι παρέμεινε ακόμα όρθιο από τον περιβόητο νόμο Διαμαντοπούλου, με αιχμή του δόρατος την επαναφορά του Πανεπιστημιακού ασύλου αλλά και την κατάργηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων.
Μετά, αποφασίσθηκε η επιλογή Συμαιφόρων όχι με βάση τις σχολικές επιδόσεις αλλά με βάση τις επιταγές της Θεάς Τύχης η οποία, με το απλό «στρίψιμο» μιας …κάλπικης λίρας, θα αποφασίζει ποιος θα κυματίζει την Γαλανόλευκη στις μαθητικές παρελάσεις.

Κοινή συνισταμένη όλων των παραπάνω αποτελεί η ισοπέδωση προς τα κάτω. Και τούτο επειδή στο βαθμό που ο Έλληνας πολίτης εθισθεί στην μετριότητα, θα κάνει πολιτικές επιλογές με το σκεπτικό ότι όλοι ίδιοι είναι, εκτός βέβαια από την ειδοποιό διαφορά ότι, τουλάχιστον ο ΣΥΡΙΖΑ, διαθέτει το πλεόνασμα πολύ μικρότερου, και επομένως ηθικά μη αναλώσιμου, χρόνου παραμονής στην εξουσία.

Για τις σημερινές παρακμιακές εξελίξεις στο χώρο της Παιδείας μεγάλο μερίδιο ευθύνης φέρει και πληθώρα υπουργών παιδείας του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ οι οποίοι ουδέποτε πραγματικά ετόλμησαν να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά. Και τούτο γιατί, επί παραδείγματι, η συνύπαρξη πολιτικών φοιτητικών παρατάξεων και Πανεπιστημιακού ασύλου πάντοτε αποτελούσαν βόμβα μεγατόνων την οποία κανείς δεν επιθυμούσε να…σκάσει στα χέρια του.

Πράγματι, είμαι πεπεισμένος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πολύ ευκολότερα θα θεσμοθετήσει πρωτογενή πλεονάσματα όχι 3,5% αλλά διπλάσια (και βάλε) αντί να προχωρήσει στην απόλυτη κατάργηση του Πανεπιστημιακού ασύλου ή και να «εκδιώξει» τις πολιτικές νεολαίες από το ελληνικό Πανεπιστήμιο.

Και τούτο, είμαι μάλλον πεπεισμένος, ότι δυστυχώς ισχύει και για τον κ. Μητσοτάκη όταν, κάποια στιγμή, του δοθεί η δυνατότητα να κυβερνήσει…

* Ο Κώστας Μήλας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ