Προσφάτως ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε το υπουργείο Εργασίας θέλοντας να αποδώσει τη δέουσα προσοχή στο μέγα πρόβλημα της ανεργίας.
Είπε διάφορα εκεί για τις προσπάθειες των κυβερνητικών στελεχών, εξήρε το έργο της Επιθεώρησης Εργασίας, μίλησε για τα προγράμματα του ΟΑΕΔ και άλλα ηρωικά και αμυντικά, αλλά ουδέν για αυτό καθεαυτό το πάνδημο αίτημα των ελλήνων πολιτών για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Καμία έμπνευση, ούτε φαντασία από έναν αριστερό ηγέτη που υποτίθεται ότι ορίζεται από τον στόχο της πλήρους απασχόλησης.
Στον αντίποδα, ένας διακεκριμένος επιχειρηματίας, από τους λίγους εναπομείναντες του άλλοτε κραταιού τομέα της κλωστοϋφαντουργίας, περιέγραφε τις προάλλες με λεπτομέρειες τη σχέση βαμβακιού και απασχόλησης και ανέπτυσσε τις δυνατότητες αναγέννησης του τομέα της μεταποίησης με πολλαπλασιαστικές συνέπειες συνολικά για την οικονομία.
Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η Ελλάδα παράγει μεταξύ 250.000 και 300.000 τόνων βαμβακιού τον χρόνο. Από αυτούς, μετά την κατάρρευση του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας, μεταποιείται ολοκληρωμένα μέχρι τελικού προϊόντος εντός της χώρας μόλις το 10% της παραγόμενης πρώτης ύλης.
Το 90% αυτής εκκοκκίζεται και εξάγεται στην Τουρκία, στην Αίγυπτο και αλλού, όπου μεταποιείται και επανεισάγεται με τη μορφή τελικών προϊόντων, όπως σεντόνια, πετσέτες, μπλουζάκια και άλλα.
Η τιμή του ακατέργαστου βαμβακιού ανέρχεται σε περίπου 50 λεπτά του ευρώ και του εκκοκκισμένου τριπλασιάζεται και φθάνει κοντά στο 1,5 ευρώ.
Το συνολικό έσοδο της χώρας από τη συγκεκριμένη παραγωγή βαμβακιού στην καλύτερη περίπτωση να ανέλθει στα 500 εκατ. ευρώ.
Τώρα, αν συνεχισθεί εντός της χώρας η επεξεργασία του εκκοκκισμένου βαμβακιού η αξία πολλαπλασιάζεται. Αν για παράδειγμα γίνει νήμα, η τιμή του ανεβαίνει στα 4,5 ευρώ το κιλό.

Αν βαφεί, φινιρισθεί και γίνει ύφασμα μπορεί να ξεπεράσει και τα 10 ευρώ το κιλό. Και αν απ’ αυτό φτιάξουμε σεντόνια ή μπλουζάκια, τότε η τιμή του εκτοξεύεται πάνω από τα 20 ευρώ το κιλό.

Πράγμα που σημαίνει ότι το συνολικό έσοδο για την ελληνική οικονομία μπορεί να προσεγγίσει και τα 8 δισ. ευρώ.
Χωρίς βεβαίως να υπολογίσουμε πόσες θέσεις εργασίας θα προσθέσει, τι πρόσθετο εισόδημα θα δημιουργήσει και τι έσοδα θα φέρει στα ασφαλιστικά ταμεία και στα ταμεία του κράτους.
Περιττό να πούμε ότι το ελληνικό βαμβάκι διατηρεί συγκριτικά πλεονεκτήματα, είναι υψηλής ποιότητας και υπάρχει τεχνογνωσία στη χώρα που δεν διαθέτουν οι ανταγωνιστές μας.
Με την ανωτέρω περιγραφή της αλυσίδας προστιθέμενης αξίας ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας ήθελε να καταδείξει την αξία και τη σημασία της μεταποίησης στην ανάκαμψη και εξέλιξη της οικονομίας.
Οταν ρωτήθηκε γιατί δεν επιχειρείται και πάλι η αναβίωση του κλάδου απάντησε χαρακτηριστικά: «Ας όψονται οι πανύψηλοι φόροι και οι υπερδιπλάσιες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη ασφαλιστικές εισφορές».

Αν μειώνονταν οι ασφαλιστικές εισφορές μέσω ξεχωριστών κλαδικών πολιτικών ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας θα μπορούσε να αναγεννηθεί, να δημιουργηθούν μαζικά χιλιάδες θέσεις εξειδικευμένης εργασίας και εν τέλει το κράτος και τα Ταμεία να εισπράξουν πολλαπλάσια από όσα θα χρειαστεί να ξοδέψουν.

Η διαφορά είναι προφανής. Ο Πρωθυπουργός απλώς πολιτεύεται και ο επιχειρηματίας οραματίζεται. Πλήρης η αντιστροφή των ρόλων.

Σημάδια των καιρών δυστυχώς…

ΤΟ ΒΗΜΑ