Είναι αλήθεια ότι στο νησί δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να βασίζω κάποιες σκέψεις που αναδύονται αυθόρμητα από την επαφή μου με κατοίκους και επισκέπτες που έχω την ευκαιρία να συναντώ.

Ομως πρέπει να ομολογήσω ότι η απόσταση στη μεγάλη πόλη από την καθημερινότητα, η αποξένωση θα έλεγα, μου στερεί τη δυνατότητα τέτοιων επαφών.

Πηγαίνοντας στο νησί, έχω την εντύπωση ότι βγαίνω από μια πνευματική φυλακή και ο μαΐστρος βοηθά τις βραδινές εξόδους και την επικοινωνία.

Θυμάμαι ότι το 2008 γύρισα στην Αθήνα με την αίσθηση ότι μια νέα, θλιβερή πραγματικότητα διαμορφώνεται στη χώρα που καμάρωνε διά των ταγών της για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, για την προστασία της από την παγκόσμια κρίση που σάρωνε τις αγορές και για το μέλλον της. Τέτοια ήταν η εικόνα που κατέγραψα στο νησί που άρχισα να γράφω ότι τα πράγματα δεν βαίνουν καλώς στην αποικία. Με αποτέλεσμα να βρεθώ αντιμέτωπος με δύσπιστα βλέμματα φίλων. Εναν χρόνο αργότερα η κρίση χτύπησε τη χώρα και όλες αυτές οι θλιβερές σκέψεις που μου προκάλεσε το καλοκαιρινό 2008 βγήκαν αληθινές.
Το καλοκαίρι το φετινό με εντυπωσίασε η ραγδαία αλλαγή στις γλώσσες που άκουγα γύρω μου, στην ταβέρνα, στη θάλασσα και σε συζητήσεις με ανθρώπους που ζουν και παράγουν εκεί.
Πρώτα από όλα, οι τουρίστες. Οταν παλαιότερα περπατούσα στην Αγορά, τα αγγλικά κυριαρχούσαν. Βρετανοί, Γερμανοί και Ολλανδοί ήσαν πανταχού παρόντες. Φέτος αναρωτιόμουν ποια γλώσσα άκουγα. Μέχρι που μου εξήγησαν ότι δεν επρόκειτο για μία γλώσσα αλλά για περισσότερες που δεν ξεχώριζαν στ’ αφτιά μου: σλαβικά. Σλοβένοι, Σλοβάκοι, Σέρβοι, Ρώσοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι και Σκοπιανοί ήσαν κυρίαρχοι στην τουριστική αγορά.
Σκέφτηκα: «Κάτι τρέχει εδώ. Φαίνεται πως οι βαλκάνιοι γείτονές μας βγαίνουν από τη χρόνια μιζέρια που τους είχε επιβληθεί μετά τον πόλεμο. Και φαίνεται πως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα που κυριαρχούσαν στις «αγγλοκρατούμενες» περιοχές και στα μπαρ υφίστανται ήδη την οικονομική δυσπραγία που άρχισε μετά τον «θρίαμβο» του δημοψηφίσματος για το Brexit».
Υστερα, οι Ελληνες. Πάνε οι παλιές καλές εποχές που μικρομεσαία στρώματα κατέφθαναν και στήριζαν την κατανάλωση. Τώρα οι περισσότεροι έρχονται με πούλμαν φτηνού τουρισμού και τρώνε στα πολυπληθή πλέον σουβλατζίδικα.
Η πραγματική όμως έκπληξη ήρθε από αλλού. Συνάντησα χαρούμενες νεανικές παρέες από το Ισραήλ και γνώρισα τους πρώτους Κινέζους μου. Ιάπωνες υπήρχαν εδώ και χρόνια, αλλά αυτοί έρχονται να προσκυνήσουν τη γενέθλια γη του εθνικού τους συγγραφέα και να μεταφέρουν στη χώρα μας τον πολιτισμό τους με τη στήριξη της πρεσβείας τους. Γιαπωνέζικη όπερα, θέατρο σκιών, μύθοι των σαμουράι και φέτος και μοντέρνο χορευτικό συγκρότημα. Αλλά Κινέζοι!
Στο διπλανό τραπέζι μια μεγάλη παρέα Κινέζων δίπλα στο κύμα έπινε μπίρες και ξέδινε με τραγούδια και θορυβώδη γέλια. «Νι χάο» χαιρετούσαν χαρούμενα όποιον τους πλησίαζε. Και όχι μόνο αυτό. Γνώρισα και έναν νεαρό Κινέζο που όταν τον ρώτησα πώς βρέθηκε στο νησί μού απάντησε σε άψογα αγγλικά ότι έχει αγοράσει σπίτι στο νησί, αυτός, ένα νεαρό παιδί από μια μακρινή επαρχία της Κίνας!
Η φίλη ιδιοκτήτρια του εστιατορίου μού είπε ότι εδώ και λίγο καιρό έρχονται Ισραηλινοί με γκρουπ και τελευταία άρχισαν να εμφανίζονται και Κινέζοι. Την επομένη το πρωί, στον πρωινό καφέ, δίπλα μου κάθονταν δέκα νεαροί και νεαρές μιλώντας απροσδιόριστη γλώσσα. Ησαν επιλεγμένοι δημοσιογράφοι από ειδικευμένα περιοδικά και εφημερίδες από το Τελ Αβίβ, που τους χρηματοδοτούν τουριστικοί πράκτορες για να περιγράψουν τι βλέπουν στον νέο τουριστικό προορισμό που επιλέγουν όλο και περισσότεροι Ισραηλινοί.
Νοστάλγησα, δεν λέω, την εποχή προ κρίσης, που έπιανα κουβέντα με τους ξένους σε γλώσσες που καταλάβαινα. Αλλά φαίνεται ότι η εποχή αυτή –τουλάχιστον, ελπίζω, προσωρινά –πέρασε. Θα μάθουμε να ζούμε και να επικοινωνούμε με βαλκάνιες φυλές.
Αυτό το αίσθημα αισιοδοξίας ήρθε και το ενίσχυσε και μια εικόνα που δίνει μια νέα γενιά επιχειρηματιών και εργαζομένων. Η στροφή της τοπικής παραγωγής σε βιολογικά, ποιοτικά και σε μοντέρνα αισθητική συσκευασία προϊόντα είναι φανερή. Η ευγένεια, η προθυμία και η εξυπηρέτηση έχουν σχεδόν εξαφανίσει την παλιά καλή εικόνα της εποχής της αστακομακαρονάδας. Παρ’ όλα αυτά ο θυμός για την υπερφορολόγηση και τις χωρίς τέλος αλλαγές των κανόνων καθώς και η αμετροέπεια του κυβερνητικού λόγου θολώνουν το τοπίο αισιοδοξίας. Η ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα και η «ύβρις» που τη συνοδεύει δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας.
Εκεί γύρω από την πλατεία Συντάγματος έχει σχηματιστεί μια υγειονομική ζώνη και κρατάει ομήρους στο «ένδοξο» παρελθόν τους νέους μας. Εκπαίδευση σε πορεία σκοταδισμού, έλλειψη μοντέρνου στρατηγικού σχεδιασμού για την οικονομία και άγνοια για τις προκλήσεις του άμεσου μέλλοντος φωτογραφίζουν τον βάλτο μεγάλου μέρους της πολιτικής μας ζωής. Ευτυχώς η νέα γενιά απορρίπτει στην πράξη τις ιδεοληψίες των «παππούδων» κάθε ηλικίας που κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή. Και σύντομα θα τους στείλει στο σπίτι τους.

Τα «παραμύθια» ένα ένα αποκαλύπτουν το αντιδραστικό τους πρόσωπο και θα σαρώνουν με τη βοήθεια της ευρωπαϊκής αφύπνισης και της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας τους μύθους του κρατικισμού και του απομονωτισμού.

ΥΓ.: Γυρνώντας στην Αθήνα, σκέψεις σκοτεινές για τον ρόλο μας στην αποτυχία της διαπραγμάτευσης για το Κυπριακό. Ας περιμένουμε όμως. Σε λίγο η αλήθεια θα φωτίσει το σκοτάδι των κυβερνητικών ανακοινώσεων των δύο εγγυητριών δυνάμεων. Υποψιάζομαι όμως…
Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ