Κοινή είναι η πεποίθηση ότι η ελληνική πολιτική δεν διακρίνεται για τη συνέπειά της.

Ούτε βεβαίως έχει να προσφέρει πολλά παραδείγματα αυτοπειθαρχίας σε στόχους και επιδιώξεις.

Αντιθέτως, η ελληνική ιστορία είναι γεμάτη υπαναχωρήσεις και διαψεύσεις. Ολες δε απεδείχθησαν ζημιογόνες για τη χώρα και τον λαό της.

Στην παρούσα φάση, μέχρι πριν από λίγους μήνες, η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης είχε αναχθεί σε μείζον εθνικό θέμα.

Πάνδημο ήταν το αίτημα για το έγκαιρο κλείσιμό της, καθώς μέγας ήταν ο κίνδυνος διολίσθησης σε συνθήκες αντίστοιχες εκείνων του 2015.

Απαντες λοιπόν διεκδικούσαν τη λήξη της μεγάλης εκκρεμότητας, προσβλέποντας σε άρση του καθεστώτος παρατεταμένης και αλληλοτροφοδοτούμενης πολιτικής αβεβαιότητας και οικονομικής ανασφάλειας.
Ωστόσο, όταν ο στόχος επιτεύχθηκε άρχισαν τα παρατράγουδα.

Η κυβέρνηση ενώ είχε την ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσει το αποτέλεσμα των επιλογών της και να επιταχύνει ώστε να εκμεταλλευθεί το καλύτερο κλίμα, το ‘ριξε στους πανηγυρισμούς και στους πολιτικούς προπηλακισμούς σε βάρος των αντιπάλων της.

Ο Πρωθυπουργός, αντί να αναδιατάξει έγκαιρα τις κυβερνητικές δυνάμεις και να οργανώσει καλύτερα το Υπουργικό του Συμβούλιο, επέλεξε τη σκανδαλολογία και την οργάνωση επιθέσεων εναντίον πραγματικών και φανταστικών εχθρών του.

Είχε την ευκαιρία να δημιουργήσει περιβάλλον συνολικής ανασύνταξης των δυνάμεων που συμμετέχουν στη διαμόρφωση και άσκηση αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής και τη θυσιάζει προς χάριν πολιτικών και άλλων ανταγωνισμών, που μόνο τον διχασμό σπέρνουν και την όποια προσπάθεια εξόδου από την κρίση υπονομεύουν.

Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι η σημερινή σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων ούτε αποτελεσματική εκμετάλλευση των νέων, καλύτερων πολιτικών και οικονομικών συνθηκών που έφερε το κλείσιμο της αξιολόγησης.

Η καθυστέρηση ανασύνθεσης και συμπλήρωσης του Υπουργικού Συμβουλίου με πρόσωπα ικανά να κινήσουν τις υποθέσεις της οικονομίας στις νέες συνθήκες συνιστά λάθος κεφαλαιώδους σημασίας.

Οπως μέγα λάθος συνιστά και η εμμονή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε άσκηση της λεγόμενης δημοσιονομικής αντιπολίτευσης. Ενα κόμμα που διεκδικούσε πιεστικότατα την έγκαιρη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης δεν μπορεί να την αντιστρατεύεται όταν αυτή κλείνει.

Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν άπαντες γνωρίζουν ότι το κλείσιμο της αξιολόγησης αποτελεί τη βάση εξόδου της χώρας από την πολύχρονη οικονομική κρίση.

Η κυβέρνηση άλλωστε με τις αβελτηρίες, τις παραλείψεις και το πλήθος των ελλειμμάτων που τη συνοδεύουν προσφέρει άπειρες ευκαιρίες άσκησης αποτελεσματικής αντιπολίτευσης.

Οφείλουν με άλλα λόγια όλοι να αντιληφθούν ότι επτά χρόνια κρίσης είναι πάρα πολλά. Δεν αντέχονται!
Ανεξαρτήτως πώς, υπάρχει τώρα μια ευκαιρία εξόδου από τον κύκλο της διαρκούς κρίσης και της ατελείωτης υποχώρησης.

Το εθνικό συμφέρον επιβάλλει τουλάχιστον συντονισμό στα βασικά, στα αδιαμφισβήτητα και κεφαλαιώδη.

ΤΟ ΒΗΜΑ