Υπάρχει μια ευφορία –δικαιολογημένη σε κάποιον βαθμό –γιατί η Κεντροαριστερά, το δημοκρατικό Κέντρο, η δημοκρατική παράταξη ή όπως αλλιώς θέλει να ονομάζεται, κατάφερε το αυτονόητο. Να συνομιλήσουν μεταξύ τους, έστω και με τη μορφή μονολόγων, και να διαμορφώσουν έναν «οδικό χάρτη» που μπορεί να οδηγήσει στη ανασύνταξη της παράταξης.
Μια συζήτηση που καρκινοβατούσε και υπονομευόταν εδώ και κάποια χρόνια, έλαβε επιτέλους μορφή, έστω κι αν υπάρχουν ακόμα ενστάσεις, αμφιβολίες και ερωτηματικά για την καθαρότητα των προθέσεων.

Ας μην είμαστε όμως μεμψίμοιροι. Ενα πρώτο βήμα έγινε, έστω και χωρίς τη συμμετοχή όλων των δυνάμεων του χώρου. Η χώρα, το πολιτικό σύστημα, είναι ξεκάθαρο ότι έχουν ανάγκη από έναν ισχυρό μεταρρυθμιστικό πόλο που μπορεί αφενός να αποτελέσει παράγοντα ισορροπίας, αφετέρου να μετατοπίσει τους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς από τις λαϊκιστικές φαντασιώσεις σε ρεαλιστικές και εκσυγχρονιστικές αντιλήψεις.

Την επιτυχία όμως του εγχειρήματος δεν θα την καθορίσουν οι προσωπικές εκλογικές βλέψεις, οι συμμαχίες επιβίωσης ή οι δηλώσεις καλών προθέσεων. Καλώς ή κακώς η παράταξη κουβαλάει πολλά βαρίδια από το παρελθόν και στη συνείδηση μιας καθόλου ασήμαντης μερίδας της κοινωνίας έχει ταυτιστεί με πολλές αμαρτίες.

Ωστόσο από μια άλλη πλευρά η ιστορία της παράταξης υπερβαίνει πρόσωπα και παθογένειες και συνδέεται με τις πιο δημιουργικές εποχές της χώρας.

Η αναγέννηση αυτής της ιστορικής παρακαταθήκης προϋποθέτει όμως την υπέρβαση των αμαρτιών και τη διαμόρφωση μιας καθαρής και συνεκτικής πολιτικής πρότασης, που θα δίνει ουσιαστική διέξοδο στο ελληνικό δράμα και δεν θα αναπαράγει τις δημαγωγικές και λαϊκιστικές υποσχέσεις που κυριάρχησαν τα τελευταία χρόνια.

Προϋποθέτει επίσης ότι οι μετέχοντες θα εγκαταλείψουν τον εναγκαλισμό με τις καρέκλες τους και κυρίως την ψευδαίσθηση ότι είναι αναντικατάστατοι.

Η συσπείρωση δυνάμεων αποτελεί την αναγκαία, αλλά όχι και την ικανή συνθήκη για να βγει η παράταξη από το τέλμα που βρίσκεται. Δεν είναι τυχαίο ότι όσα νέα πρόσωπα προσπάθησαν να βγουν στο προσκήνιο εγκλωβίστηκαν και απογοητεύτηκαν. Ούτε ότι οι πιο σοβαρές προγραμματικές παρεμβάσεις ακούστηκαν από πρόσωπα –Σημίτης, Βενιζέλος, Γιαννίτσης κ.ά. –που δεν παίζουν ενεργό ρόλο, για διάφορους λόγους, στις διαδικασίες ανασυγκρότησης.
Η ευκαιρία υπάρχει παρά τις όποιες επιφυλάξεις. Αρκεί να μη χαθεί για μια φορά ακόμα στους δαιδάλους των προσωπικών ανταγωνισμών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ