Επιτέλους, όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι η Ευρώπη αφυπνίζεται. Αφυπνίζεται από τον λήθαργο στον οποίο είχε περιπέσει τα τελευταία χρόνια της κρίσης και ο οποίος επέτρεψε στις ακραίες εθνολαϊκιστικές, ευρωαπορριπτικές δυνάμεις να καταλάβουν την πολιτική σκηνή και σε κάποιο βαθμό να επιβάλουν την τοξική τους ατζέντα. Και βεβαίως να δημιουργήσουν την υπαρξιακή κρίση για την Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι του σημείου που να τίθεται το ερώτημα «θα επιβιώσει η Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι το τέλος του 2017»;
Η ευρωπαϊκή αφύπνιση πιστοποιείται από τα διαδοχικά εκλογικά αποτελέσματα σε μια σειρά από χώρες – μέλη της Ενωσης όπως σε Αυστρία, Ολλανδία, Γαλλία, Βρετανία, όπου σε όλες αυτές η γενική τάση που αναδείχθηκε ήταν η ήττα του (εθνο)λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού και η επικράτηση γενικώς φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων ή τάσεων. Η αποτυχία του εθνολαϊκισμού να καταλάβει την εξουσία, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις έφθασε πολύ κοντά. Αντίθετα, σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις πολιτικά κόμματα και δυνάμεις με ευκρινή φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό αναδείχθηκαν ισχυροποιημένα ή και κατέλαβαν την εξουσία.
Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της Γαλλίας. Η ανάδειξη του Εμανουέλ Μακρόν στην προεδρία της χώρας και η ισχυρή πλειοψηφία που πέτυχε στην Εθνοσυνέλευση σημαίνουν μεταξύ άλλων «νίκη της Ευρώπης – ήττα του ευρωαπορριπτισμού». Η Γαλλία –που μόλις πριν από λίγους μήνες «απειλούσε» την ύπαρξη της ίδιας της Ενωσης με το ενδεχόμενο εκλογής της Μαρίν Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου –έχει σήμερα τον πλέον ίσως συνειδητά φιλοευρωπαίο πρόεδρο της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Φιλοευρωπαϊκές επίσης είναι οι δυνάμεις που ήλθαν στην εξουσία και στις άλλες κεντροευρωπαϊκές χώρες. Ενώ τα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών στην Ιταλία, όπου ηττήθηκε το λαϊκιστικό κίνημα των Πέντε Αστέρων του κωμικού Μπέπε Γκρίλο, προοιωνίζονται επίσης την επικράτηση των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων στις επερχόμενες εκλογές. Ιδιαίτερη σημασία έχουν ακόμη οι πρόσφατες εκλογές στη Βρετανία. Η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι κατέφυγε στις εκλογές ζητώντας ισχυρότερη εντολή για ένα «σκληρό Brexit». Το εκλογικό σώμα την αποδοκίμασε.Οι εκλογές αποδείχθηκαν ένα τεράστιο φιάσκο. Το Brexit, μια τεράστια «μαύρη τρύπα» που καταπίνει πρωθυπουργούς και προκαλεί αποσάθρωση του πολιτικού συστήματος της χώρας.
Και εδώ έχει σημασία να τονισθεί ότι οι βαθύτερες επιδιώξεις των οπαδών του Brexit φαίνεται να αποτυγχάνουν παταγωδώς. Παρά τα όσα λέγει η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, ότι επιθυμεί την ενότητα και ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης μετά το Brexit, σημαντική πλειοψηφία των βουλευτών του Συντηρητικού Κόμματος αλλά και άλλοι διακεκριμένοι πρωταγωνιστές της εξόδου από την ΕΕ ήθελαν το Brexit να σημάνει ουσιαστικά την απαρχή της διαδικασίας αποσύνθεσης και τελικά διάλυσης της Ενωσης. Τον ρόλο που έψαχνε το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το τέλος της αποικιοκρατίας δεν ήθελε να τον διαμοιρασθεί με τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η νοσταλγία της παγκόσμιας δύναμης χωρίς τους περιορισμούς και τις δεσμεύσεις από την ΕΕ παρέμεινε ισχυρή, όπως ισχυρή ήταν και είναι η επιδίωξη αποσύνθεσης της Ενωσης. Στην επιδίωξή τους αυτή οι φανατικοί Brexiteers αποτυγχάνουν.
Αν και η αποχώρηση (όταν και εφόσον συντελεσθεί το 2019) αποτελεί όντως μια τραυματική εξέλιξη για την Ενωση, ωστόσο κάθε άλλο παρά οδηγεί στη διάλυσή της. Ακριβώς το αντίθετο. Ως αντίδραση στο Brexit καθώς και στην ακραία εθνικιστική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ που οδηγεί σε ατλαντικό ρήγμα, στη νέα στρατηγική Βλαντίμιρ Πούτιν για διάλυση της ΕΕ, η Ενωση αποφασίζει «να πάρει τη μοίρα της στα χέρια της», όπως χαρακτηριστικά είπε η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ και συμφώνησε ο νέος γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Ετσι οι 27 χώρες – μέλη της Ενωσης κατάφεραν, παρά τις αντιθέσεις τους, να σφυρηλατήσουν ένα ισχυρό, ενωτικό μέτωπο και να ανοίξουν τη διαδικασία για εμβάθυνση παρά χαλάρωση της ενοποίησης. Στη λογική αυτή είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο ότι Γερμανία και Γαλλία (Α. Μέρκελ και Ε. Μακρόν) έχουν συγκλίνει στην άποψη ότι θα πρέπει να γίνουν πολύ ουσιαστικά ενοποιητικά βήματα ακόμη και με την αναθεώρηση των Συνθηκών, Συνθήκη της Λισαβόνας κ.ά. Η αναθεωρητική άσκηση δεν θα είναι καθόλου εύκολη, όπως άλλωστε δείχνει και η εμπειρία του παρελθόντος. Αλλά το γεγονός ότι η χώρα – μέλος του σταθερού «όχι» –το Ηνωμένο Βασίλειο –θα είναι εκτός διαδικασίας διευκολύνει την άσκηση αυτή.
Μετά το τέλος των γερμανικών εκλογών τον ερχόμενο Σεπτέμβριο ένα νέο ενοποιητικό κεφάλαιο πρόκειται να ανοίξει για την Ευρώπη με πρωταγωνιστές τη Γαλλία και τη Γερμανία στους τομείς της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, τη διαμόρφωση της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας και την κοινωνική Ευρώπη. Στα τρία αυτά κεντρικά θέματα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παρουσιάσει ήδη σχετικές εκθέσεις – προτάσεις. Ενα κεντρικό και εναγώνιο ερώτημα είναι πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα να συμμετάσχει στη νέα αυτή ενοποιητική προσπάθεια. Φοβάμαι πολύ ότι δεν είναι.
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ