Φεβρουάριος 2013. Ας μην το κρύψωμεν άλλωστε. Οταν άνοιξε η βαριά πόρτα του γραφείου του, στην οδό Αραβαντινού, ένιωσα να συρρικνώνομαι σε μέγεθος μπροστά σε αυτό το δυσθεώρητο πολιτικό ανάστημα· και ας ήταν καθιστός, λόγω μιας πρόσφατης χειρουργικής επέμβασης στο ισχίο. Ο ίδιος το επέτεινε με το αυστηρό αλλά πατρικό του ύφος, τη στιβαρή, διόλου εύθραυστη, χειραψία, με εκείνο το «Κάθισε, παιδί μου». Με ένα μεγάλο φλιτζάνι ελληνικό καφέ και τη φωτογραφία της αγαπημένης του Μαρίκας δίπλα του, ο 94χρονος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με βοήθησε να ξετυλίξω το νήμα της μυθιστορηματικής ζωής του για τις ανάγκες ενός εκτενούς –όχι καθ’ όλα κολακευτικού –προφίλ για το BΗΜΑgazino. Κάποιες στιγμές, προτού μιλήσει, γύριζε και κοίταζε προς το παράθυρο· ήταν σαν το μαθηματικό μυαλό του να περιδινείται σε έναν ανεμοστρόβιλο αναμνήσεων. Σήμερα, που η Ελλάδα αποχαιρετά τον τελευταίο statesman της γενιάς των «μεγάλων», επέλεξα να σταχυολογήσω μερικές στιγμές από εκείνη την κουβέντα που διήρκεσε μία ώρα αλλά χώρεσε σχεδόν έναν αιώνα.
-«Το πατρικό μας σπίτι, το πιο παλιό της Χαλέπας, είναι αποτυπωμένο στο μυαλό μου· μεγάλο σπίτι, ανεμοδαρμένο, βοριάδες δυνατοί, βροχές και κέντρο ζωής. Μαζευόντουσαν όλα τα παιδιά της γειτονιάς από μικρά… Αυτές είναι οι πρώτες εντυπώσεις που κρατώ από τα παιδικά μου χρόνια. Ενα σπίτι μεγάλο, μια οικογένεια ζεστή και κόσμος πολύς. Μεγάλωσα μέσα σε κόσμο. Μεγάλο πράγμα, ξέρετε, το παιδί, από μικρό, να μαθαίνει να ζει με τους ανθρώπους… Και αυτό το κοίταξα πάντα και στα παιδιά μου και στα εγγόνια μου… Εμαθα να συγχρωτίζομαι και να συζώ… Τα πήγαινα καλά με όλους, ακόμη και με τους εγκληματίες της φυλακής είχα μια θαυμάσια συνεργασία, όταν με βάζανε μέσα κατά καιρούς…».
-«Ημουν πολύ τρυφερός, πολύ ευαίσθητος και πολύ ρομαντικός ως παιδί. Είχα παρά πολύ μεγάλες ευαισθησίες. Και ήλεγχα τον εαυτό μου πάντοτε πλήρως και κανείς δεν το καταλάβαινε. Σε όλη μου τη ζωή, σε όλες μου τις σχέσεις. Ημουν αλλιώτικος από ό,τι εξωτερικά φαινόμουνα. Πολλές φορές έδειχνα κρύος αλλά ήμουν πολύ ζεστός στις ανθρώπινες σχέσεις. Γι’ αυτό και είχα και φίλους. Ξέρετε, ο άνθρωπος στη ζωή αποκτά φιλίες μόνο όταν ο ίδιος αισθάνεται φιλία. Οταν αγαπάς ο ίδιος τους άλλους ανθρώπους, τότε σε αγαπούν και αυτοί. Η άποψις ορισμένων πολιτικών ότι μπορούν να τους αγαπούν χωρίς αυτοί να αγαπούν τον λαό είναι τελείως λάθος. Σ’ εμένα, τουλάχιστον αυτό, κανείς ποτέ δεν το αμφισβήτησε».
-«Είμαι ο άνθρωπος των αποφάσεων. Δηλαδή εκεί που άλλοι θα κώλωναν, εγώ δεν κωλώνω».
-«»Οι νόμοι θα εφαρμόζονται». Είναι μια πολύ απλή κουβέντα. Δεν έχει «μα και μου»… Αλλιώς δεν υπάρχει κοινωνία οργανωμένη, δεν υπάρχει κράτος. Από την ώρα που μπορεί ο καθένας να αμφισβητήσει τον νόμο δεν υπάρχει τίποτα. Η ανομία, αυτό είναι το πρόβλημα της Ελλάδος… Αυτό διδάσκω τα τελευταία χρόνια της ζωής μου».
– «»Στερούμαι συνομιλητών». Αυτή την κουβέντα του «Γέρου» τη θυμήθηκα πολλές φορές τον τελευταίο καιρό βλέποντας τα χάλια της Βουλής. Δεν γίνεται πλέον στην Ελλάδα διάλογος… Αισθάνομαι από καιρό μοναξιά. Ο Ανδρέας, όσο ζούσε, έδινε στην παράταξη την οποία εκπροσωπούσε ένα επίπεδο… Δεν είμαι τελείως απαισιόδοξος. Αλλά δεν με ενθουσιάζει η ποιότητα των ανθρώπων που ανέλαβαν την ευθύνη να σώσουν την Ελλάδα».
-«Ολα τα ωραία πράγματα της ζωής τα αγάπησα. Ολα. Η αγάπη για τη ζωή με κράτησε… Αλλά είμαι συμφιλιωμένος με τον θάνατο. Τον έζησα από κοντά. Οταν ήμουν καταδικασμένος εις θάνατον από τους Γερμανούς, κοιμόμουνα από τις 8 το βράδυ, που έσβηναν τα φώτα, μέχρι την άλλη ημέρα στις 8 το πρωί. Οταν ερχόταν το εκτελεστικό απόσπασμα, σηκωνόμουν, φορούσα ένα άσπρο πουκάμισο και περίμενα. Οταν έφευγαν, ξάπλωνα πάλι και κοιμόμουνα…».
– «Στοιχείο του χαρακτήρα μου είναι ότι δεν συμβιβάζομαι. Ποτέ. Και δεν γυρίζω πίσω. Εχω μια πολύ μεγάλη ψυχραιμία. Το αίσθημα του φόβου δεν το έχω νιώσει ποτέ. Ισως σε κανέναν μεγάλο σεισμό, αλλά και εκεί κοιμόμουνα, δεν κατέβαινα κάτω. Δεν ήταν κάτι που κατόρθωσα, γεννήθηκε μοναχό του».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 3 Ιουνίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ