Ηταν δεκαετίες πριν, όταν βρέθηκα στην πρώτη μου ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που διεξάγεται μια φορά τον μήνα στην πόλη σύμβολο της γαλλογερμανικής διαμάχης, και μετά τον πόλεμο της γεμανογαλλικής φιλίας. Ηταν μια εποχή που σπουδαίοι βουλευτές εκπροσωπούσαν τα λιγοστά ακόμη κράτη-μέλη της Ενωσης. Είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε βουλευτές όπως ο Λαμπρίας, ο Ρωμαίος, ο Πεσμαζόγλου, ο Αναστασόπουλος κ.ά., που πρωταγωνιστούσαν στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, παρά το γεγονός ότι ήμασταν μικρή χώρα. Η σφραγίδα και ο ίσκιος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και αργότερα του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν που έδιναν ειδικό βάρος στη χώρα και στους εκπροσώπους τους.
Πέρασαν τα χρόνια και έφθασαν νέες γενιές ευρωβουλευτών, όπως η Γιαννάκου, ο Παπαγιαννάκης, ο Γεροντόπουλος, ο αξέχαστος Κρανιδιώτης, ο Χατζηδάκης και πολλοί άλλοι οι οποίοι μας εκπροσώπησαν ισότιμα στις πολιτικές τους ομάδες, και με την ενότητά τους στα εθνικά θέματα αλλά και με τη σε βάθος δουλειά τους για τα ευρωπαϊκά, έδιναν δύναμη στη χώρα σε ευτυχείς στιγμές, όπως η ένταξή μας στην ΟΝΕ και η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.
Η κρίση που χτύπησε την Ελλάδα αποδυνάμωσε την εκπροσώπησή της, παρά τις σημαντικές και δυνατές και διαβασμένες προσωπικότητες ευρωβουλευτών που μάλιστα εκλέχτηκαν από την κοινωνία με σταυρό, και σε στιγμές που το ΕΚ έχει αποκτήσει περισσότερο δύναμη από ό,τι στο παρελθόν, μιας και βρίσκεται στον πυρήνα του προβληματισμού για τα υπαρξιακά προβλήματα της Ευρώπης: Brexit, Προσφυγικό, κρίση χρέους και ανάπτυξης, άνοδος του λαϊκισμού, πόλεμοι στη γειτονιά μας, αυταρχισμός και τόσα άλλα στοιχειώνουν τις συνεδριάσεις τις ολομέλειας.
Στη σύντομη επάνοδό μου στους διαδρόμους των νέων κτιρίων, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω από κοντά τη δύναμη που απέκτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Που δεν προέρχεται τόσο από τη διεύρυνση της θεσμικής του ισχύος όσο από το ότι η διαπάλη των ιδεών εκφράζεται με έντονα πολιτικούς όρους από μια νέα γενιά αντιπροσώπων που βλέπουν τον κίνδυνο της ανόδου του λαϊκισμού ως κίνδυνο για την υπόσταση του μεγαλύτερου πολιτιστικού επιτεύγματος της ιστορίας της Ηπείρου μας. Η παραδοσιακή πόλωση Δεξιάς – Αριστεράς μεταμορφώθηκε σε μάχη μεταξύ δυνάμεων προόδου και καταστροφής. Αδιάφορο αν είναι φιλελεύθεροι, συντηρητικοί ή αριστεροί, βρίσκονται στην ίδια όχθη στα Μεγάλα.
Μίλησα ακόμη και με ευρωβουλευτές προερχόμενους από πολιτικούς χώρους παραδοσιακά ευρωσκεπτικιστικούς στις χώρες τους, να στηρίζουν την ευρωπαϊκή ιδέα. Μίλησα με ευρωβουλευτές που ήταν πολέμιοι του ευρώ, να διαφοροποιούνται. Είδα γερμανούς νοσταλγούς του μάρκου να μεταμορφώνονται. Και είδα πολέμιους της παγκοσμιοποίησης αγνώριστους. Μια φράση ενός από τους τελευταίους με εντυπωσίασε. «Σε σχέση με την παγκοσμιοιποίηση ζούμε σε μια πραγματικότητα όπου δεν μπορούμε να ονειρευόμαστε το χωριό του Αστερίξ».
Ξεχώρισα για παράδειγμα δύο ψηφίσματα του ΕΚ που δείχνουν ότι η Ενωση έχει πάρει την απόφαση να προχωρήσει στην προάσπιση των αξιών της με κάθε κόστος.
Το πρώτο αφορούσε την εισήγηση προς την ΕΕ να προχωρήσει στις διαδικασίες για την εφαρμογή του περιβόητου άρθρου 7 για την Ουγγαρία. Η Ουγγαρία με τη συστηματική πελατειακή χρήση των ευρωπαϊκών πόρων, την αδίστακτη καταρράκωση και καθυπόταξη ανεξάρτητων θεσμών, την χωρίς όρια προσπάθεια κυριαρχίας στα ΜΜΕ και την ολοένα αυξανόμενη αντιευρωπαϊκή προπαγάνδα ακόμη και σε λογαριασμούς οργανισμών κοινής ωφελείας, έστω και αργά αφύπνισε την ΕΕ. Και στοχεύει στο αδύναμο σημείο της χώρας-προγεφύρωμα της Ρωσίας του Πούτιν. Το χρήμα. Γιατί αν η Ουγγαρία του Ορμπάν παραμένει ακόμη στην ΕΕ είναι γιατί στα μόνα χρήματα που μπορεί να στηρίξει την πολιτική της είναι τα κονδύλια της Ενωσης. Αυτά απειλούνται με τη σταδιακή εφαρμογή του άρθρου 7.
Το δεύτερο ψήφισμα αφορά ένα άλλο περιβόητο άρθρο. Το άρθρο 50. Που θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά για το Brexit. Είναι από τις σπάνιες φορές που το συνήθως «γκρινιάρικο» Κοινοβούλιο χειροκρότησε σχεδόν σύσσωμο τον οδικό χάρτη που υιοθέτησε το Συμβούλιο Κορυφής της Μάλτας: Μια σειρά οδηγιών για τους διαπραγματευτές της, που η αυστηρότητά τους και οι προτεραιότητές τους οδηγούν τη Μεγάλη Βρετανία σε άτακτη έξοδο. Το μήνυμα είναι σαφές: Η Ευρώπη θα συνεχίσει αταλάντευτα στην ενοποίησή της και τη διαφύλαξη των αξιών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και της αλληλεγγύης και όποιος αντέξει.
Με τους έλληνες ευρωβουλευτές που μίλησα κατάλαβα ότι είναι μεν ανακουφισμένοι, αλλά κυρίως προβληματισμένοι. Θα τα καταφέρουμε ως χώρα να επιβιώσουμε στις νέες συνθήκες που διαγράφονται από τη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική; Εχουμε το κατάλληλο προσωπικό για να κάνουμε τις αυτονόητες μεταρρυθμίσεις επειδή τις χρειάζεται η χώρα και όχι επειδή τις επιβάλλουν οι δανειστές;
Δύσκολα πράγματα. Πάντως θα συμβούλευα τους πολιτικούς αρχηγούς και τον Πρωθυπουργό να αξιοποιήσουν τους ευρωβουλευτές τους, αντί να παραπονούνται δεξιά και αριστερά ότι «δεν βρίσκουν ανθρώπους». Να τους! Σας τους βρήκα. Είναι εκεί έξω, ανοιχτοί στις μυλόπετρες της πραγματικότητας, με γνώσεις και όραμα και όχι στη φωλίτσα του κομματικού σωλήνα.
Ηταν εντυπωσιακές οι γνώσεις τους σε «βαριά» θέματα, όπως η άμυνα, η εξωτερική πολιτική, η παγκοσμιοποίηση, η εκπαίδευση, η ψηφιακή επανάσταση κ.λπ. Ακόμη και αν διαφωνούν ιδεολογικά μεταξύ τους, βρίσκουν έναν κοινό τόπο. Το βίωμα της πραγματικότητας επικρατεί του γλυκερού νέφους της ιδεολογίας. Το χωριό του Αστερίξ δεν είναι χρήσιμο για την Ελλάδα.
Ας τους ακούσουν.
Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ