Στο μέτρο που το έθνος-κράτος είχε κάποια αυτεξούσια δυνατότητα, η οικονομική πολιτική αφορούσε, κατά κύριο λόγο, την αναδιανομή του προϊόντος (ΑΕΠ). Παθαίνοντας και μαθαίνοντας, ο καπιταλισμός απέκτησε διάφορα εργαλεία και παρεμβατικές οικονομικές πολιτικές, που του επέτρεπαν να αποφεύγει ή μάλλον να αμβλύνει τις κρίσεις. Επειδή αυτό έγινε δυνατό και επίσης για τον συμπληρωματικό λόγο ότι οι μονεταριστικές πολιτικές, που εξέφραζαν την ακραία νεοφιλελεύθερη άποψη, δεν μπορούσαν πια να εφαρμοστούν σε ευρύτερους χώρους όπως αυτοί που διαμόρφωνε η Ευρωπαϊκή Ενωση, καθιερώθηκε ένας νέος σταθερός ρυθμός της εξέλιξης του καπιταλισμού. Υπήρχε μια φάση αποταμίευσης, επενδύσεων και περιορισμού των εργασιακών δικαιωμάτων και της αμοιβής των εργαζομένων. Οταν η περιοριστική πολιτική άφηνε μικρά περιθώρια αφού είχαν εισπραχθεί, μέσω της αγοράς, τα κέρδη όσων είχαν επενδύσει, τότε ερχόταν η ώρα της αναδιανομής, δηλαδή της διεύρυνσης της αγοράς και της αύξησης του εισοδήματος του κάθε νοικοκυριού αλλά και συνολικά της καταβολής ενισχύσεων και επιδομάτων προς τους αδύνατους τομείς της οικονομίας.
Η κάθε φάση από αυτές είχε το πολιτικό της προσωπικό. Τη φάση της συσσώρευσης την εξυπηρετούσαν πιο αποτελεσματικά δυνάμεις συντηρητικές, που θεωρούσαν βασικό καθήκον κάθε κυβέρνησης την περικοπή της κατανάλωσης και την αύξηση των επενδύσεων. Οταν ερχόταν η ώρα να λειτουργήσει το αντίθετο ρεύμα, δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές καταλάμβαναν το προσκήνιο με τη βοήθεια της λαϊκής ψήφου και εφάρμοζαν μια πολιτική αναδιανομής του πλεονάσματος.
Τώρα όμως, ιδιαίτερα στη χώρα μας αλλά και λίγο παρακεί, υπάρχει μια μακρόσυρτη ύφεση και υποαπασχόληση για 30% περίπου της οικονομίας μας. Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε την έλλειψη νέων επενδύσεων καθώς και διάφορα άλλα δεδομένα. Το συμπέρασμα είναι ένα: δεν υπάρχει πλεόνασμα, άρα δεν υπάρχει και ο ρόλος της αναδιανομής του.
Πολύ πριν κατεξευτελίσει κάθε έννοια αριστερής κουλτούρας ο Τσίπρας με τις ψευδολογίες του. Πολύ πριν αυτογελοιοποιηθούν οι βουλευτές του και οι υπουργοί του, είχε ανακύψει ως σταθερό και κολοσσιαίο πρόβλημα η αναδιανομή. Ενας Ελληνας στους τρεις ζούσε πια μέσα στην ανέχεια. Σε ακραίες ομάδες συνταξιούχων, μονογονεϊκών οικογενειών, μεταναστών και ανθρώπων του περιθωρίου, σημειώνονταν θάνατοι από πείνα και άλλες ανθυγιεινές επιπτώσεις της κρίσης και του κοινωνικού αποκλεισμού. Οι αγορές ειδών λαϊκής κατανάλωσης μειώθηκαν τόσο πολύ (ακόμα και στον τομέα των τροφίμων), ώστε συμπαρέσυραν σε αδιέξοδο 3.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις μέσα σε έναν χρόνο.
Η Αριστερά δεν αυτοκαταργήθηκε μόνο από ιδεολογικό αδιέξοδο. Απλώς δεν έχει πια, λόγω απουσίας αντικειμένου, κανέναν λειτουργικό ρόλο. Αυτή τη στιγμή προέχει το καθήκον της δημιουργίας πλεονάσματος. Ποιος θα επενδύσει; Το κράτος δεν μπορεί εξ ορισμού να επενδύσει, η συνεχής μείωση των δημοσίων επενδύσεων εξάλλου, παρά την αντίσταση του συστήματος πολιτικής πελατείας, είναι απόδειξη των ισχυρισμών μας. Επίσης δεν μπορούν να επενδύσουν κεφαλαιούχοι, που προέρχονται από την εθνική οικονομία, γιατί φοβούνται τη μαρξιστική φλυαρία των ανίδεων και άσχετων που μας κυβερνούν και ακόμα περισσότερο φοβούνται τη ροπή τους προς τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Προτιμούν λοιπόν να χρησιμοποιούν τις δυνατότητες που τους παρέχει η παγκόσμια διακίνηση κεφαλαίου, για να επενδύσουν με τα ειδικά προνόμια που επιφυλάσσονται παντού στους ξένους επενδυτές. Οι επενδύσεις που θα προσελκύσουν δεν μπορούν και δεν θέλουν να αφορούν μικρής εμβέλειας επιχειρήσεις.
Αφού συναντήθηκα στο Κουβέιτ, όταν ήμουν αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Παπανδρέου, με τον πρίγκιπα (σεΐχη Μάσαλι) που διηύθυνε το επενδυτικό ταμείο του Κουβέιτ (Kuwait Investment Fund), συνειδητοποίησα ότι είχα μιλήσει με τον τρίτο μεγαλύτερο επενδυτή όλων των εποχών του γνωστού κόσμου. Ο συμπαθητικός άνθρωπος με τον οποίο είχαμε μόλις ανταλλάξει απόψεις για τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είχε διαθέσιμα άμεσα σε ρευστό ή ρευστοποιήσιμους χωρίς διαδικασίες τίτλους 600 δισ. δολάρια.
Ζήτησα τότε από μετριοφροσύνη αλλά και για λόγους πρακτικούς να με οδηγήσουν εκεί που εκινούντο μικρότεροι χρηματοδότες, έως 500 εκατ. δολάρια, και εκεί διαπίστωσα ότι βρισκόμουν σε ένα υπέροχο καφενείο, γραφικότατο, όπου οι συναλλαγές έπαιρναν τη μορφή μιας απλής χειραψίας και όπου δεν μπορούσες να μιλήσεις άλλη γλώσσα από τα αραβικά ή να χρησιμοποιήσεις μεταφραστή με ό,τι αυτό σήμαινε ως συνέπεια.
Ας κοιτάξουν λοιπόν οι μεταμαρξιστές που μας κυβερνούν να υλοποιήσουν στην εντέλεια δύο ή τρεις μεγάλες επενδύσεις σε καίριους τομείς όπως είναι η ανάπλαση του Ελληνικού, ο ΔΕΣΦΑ και ο ΟΣΕ. Να αρχίσει επιτέλους να εκπέμπεται ένα μήνυμα εκσυγχρονισμού της παραγωγικής δυνατότητάς μας και του τρόπου ζωής.
Η κυβέρνηση Μακρόν το κραυγάζει: «Δεν είμαστε ούτε αριστεροί ούτε δεξιοί. Είμαστε άνθρωποι της προόδου και αγαπάμε την πατρίδα μας και την Ευρώπη».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ