Η απόπειρα δολοφονίας του Λουκά Παπαδήμου και ο ορυμαγδός πολιτικής βαρβαρότητας που ξεπήδησε από τα έγκατα της «λαϊκής ψυχής» στη συνέχεια είναι ένα σκοτεινό ορόσημο στη μεταπολεμική ιστορία.
Ο μόνος ηγέτης που διακρίθηκε τα χρόνια της κρίσης για την αφοσίωσή του στο δημόσιο συμφέρον και επέτυχε να πεταχτεί από την πλάτη μας ένας ογκόλιθος χρέους (μια χειροπιαστή σεισάχθεια, σε σύγκριση με τους πλαστούς παραδείσους της «ριζοσπαστικής» εξαλλοσύνης) έγινε εξ αρχής στόχος κτηνώδους μίσους.
Από ανθρώπους οι οποίοι θα γίνονταν, την εποχή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, μεγαλοσχήμονες υπουργοί αλλά και υπουργικά ανθρωπάρια, καθώς και από βαρύγδουπους προπαγανδιστές μιας Νεάντερταλ αριστεροσύνης («παπαδήμιος» και παρόμοια ευφυολογήματα βγαλμένα από τον υπόνομο). Ηταν ασυγχώρητα ο ευρωπαϊσμός, ο ορθολογισμός και το ήθος του Λ. Παπαδήμου, όλα δηλαδή εκείνα που αυτοί στερούνταν.
Σε τέτοιου είδους εγκλήματα υπάρχουν ηθικοί και πολιτικοί αυτουργοί. Είναι οι «τριτοδιεθνίτες, τεταρτοδιεθνίτες και ελευθεριακοί» που αποτελούν οργανικό συστατικό στο «λενινιστικό υβρίδιο» του ΣΥΡΙΖΑ –όπως μας πληροφορεί με τον πιο έγκυρο τρόπο ο ίδιος ο γραμματέας πολιτικού σχεδιασμού του κόμματος αυτού. Δεν παίρνετε βραβείο αν αποκρυπτογραφήσετε τις ανωτέρω κωδικές ονομασίες.
Σε όλες τις «απερίφραστες» καταδίκες της απόπειρας κανένας από τους υπευθύνους δεν δήλωσε ότι θα γίνει κάθε προσπάθεια να συλληφθούν και να τιμωρηθούν αμείλικτα οι επίδοξοι δολοφόνοι. Οχι μόνο αυτό, αλλά γραφικό και επικίνδυνο ον που παριστάνει τον κυβερνητικό λειτουργό είχε το θράσος να στηρίξει δημόσια την προτροπή για δολοφονία του Γ. Στουρνάρα. Προ καιρού ο ίδιος ο Πρωθυπουργός μέσα στη Βουλή ρωτούσε επιτιμητικά την αντιπολίτευση: «Μα πού επιτέλους βλέπετε τη βία;».
Πριν από 84 χρόνια έγινε η τελευταία απόπειρα δολοφονίας κατά πρώην πρωθυπουργού, του Ευ. Βενιζέλου. Ηταν και τότε αμέσως μετά από μια χρεοκοπία της χώρας, και με μια κοινωνία μολυσμένη από το δηλητήριο του Διχασμού. Ηταν τα προεόρτια για την κατάλυση του κοινοβουλευτισμού. Οι ιστορικοί βέβαια παραλληλισμοί είναι υποθετικοί και επισφαλείς. Αλλά δεν μπορεί να αποφύγει κανείς τους συνειρμούς.
Μήπως ζούμε και εμείς σήμερα σε μια «δημοκρατία χωρίς δημοκράτες» (όπως είχε αποκληθεί η δημοκρατία της Βαϊμάρης); Μήπως θα ζήσουμε την ολέθρια πραγμάτωση του δόγματος «ο Λαός είναι πάνω από τους θεσμούς»; Το 2015 η Ελλάδα ήταν η πρωτοπορία, αλλά η πλημμυρίδα του αυταρχικού λαϊκισμού, του αντιευρωπαϊσμού και του πρωτόγονου εθνικισμού σαρώνει σήμερα διεθνώς –παρά την ανάσχεσή της στη Γαλλία προσφάτως. Η Ευρωπαϊκή Ενωση φαίνεται να έχει καταλήξει ότι στην Ελλάδα –όσοι νόμοι κι αν ψηφιστούν –το συντεχνιακό και κομματικό κράτος είναι μια γρανιτένια πραγματικότητα. Αρκείται πλέον σε μια κυβέρνηση που διά του φορολογικού στραγγαλισμού θα αποφέρει εσαεί υπέρογκα πλεονάσματα, αν είναι να ανακτηθεί ένα μέρος των αστρονομικών ποσών που οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι έριξαν στη μαύρη τρύπα της ελληνικής κομματοκρατίας. Ετσι, ένας «αριστερός» θίασος ποικιλιών, που θα του κρατούν το χέρι και θα γράφει ό,τι θέλουν οι ελεγκτές, είναι η μόνη επιλογή. Αυτό το ομολογούν «απερίφραστα» και οι ίδιοι οι κυβερνήτες μας. Το αντάλλαγμα για αυτούς είναι η διαιώνισή τους στην εξουσία.
Για να εξασφαλιστεί κάτι τέτοιο, με κοινοβουλευτικά μέσα ει δυνατόν, πρέπει στο εσωτερικό να οξύνουν το κλίμα της ξενοφοβίας, να εντείνουν την παντομίμα της αντίστασης κατά των «τοκογλύφων», να δαιμονοποιήσουν ακόμη πιο χυδαία την ευρωπαϊκή μερίδα της κοινής γνώμης ως «γκεσταμπίτες» (έμελλε να το διαβάσουμε κι αυτό…), να εγκαταστήσουν στην καρδιά του κράτους κομματικούς εγκαθέτους, να συνεχίσουν τον εκφαυλισμό της παιδείας, να μετατρέψουν τα μέσα επικοινωνίας σε έμμεσα ή άμεσα φερέφωνα της κυβερνητικής εξουσίας.
Η άλλη πλευρά του εγχειρήματος αυτού, που επίσης εξήγγειλε ο κ. Κοτσακάς, είναι η μεταμφίεση του «υβριδιακού λενινισμού» τους σε… Κέντρο. Προς τον σκοπό αυτόν θα ενισχυθεί η εσωκομματική μονοκρατορία του Πρωθυπουργού, η οποία θα επενδυθεί προς τα έξω με μιαν λεοντή διεθνούς καθωσπρεπισμού με εναγκαλισμούς με τη Μέρκελ και, γιατί όχι, με τον «σοβαρό» κ. Σόιμπλε, και την αξιοποίηση των επαίνων από ένα τόσο έγκυρο και ευυπόληπτο πρόσωπο, όπως ο κ. Τραμπ. Δεν είναι ένα παράλογο στοίχημα από την πλευρά τους. Στον δρόμο αυτόν ίσως αποβάλουν κάποιους από τους τριτοδιεθνίτες και ελευθεριακούς τους, όχι όμως πολλούς. Για τους περισσότερους το κρατικό αυτοκίνητο και ο κρατικός μισθός είναι βασική προϋπόθεση για την πάλη κατά του αστικού κράτους. Η πιθανότητα εξάλλου να βρουν συνεπίκουρους στην «κεντρώα» μετάλλαξη στις τάξεις της λεγόμενης «Κεντροαριστεράς» είναι σημαντική. Ενα αξιόλογο τμήμα της καταλαβαίνει τον εαυτό του ως «Αριστερά», δηλ. δυνάμει συνιστώσα του συριζέικου «υβριδιακού λενινισμού», έστω και κάπως παραλλαγμένου. Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος για την κακοδαιμονία της.
Ο μεγάλος κίνδυνος σήμερα είναι η δυσαρέσκεια κατά του ΣΥΡΙΖΑ να πάρει καθαρά συριζέικη μορφή: Ο Τσίπρας «μας πρόδωσε» επειδή το ’15 δεν έφυγε από το ευρώ και την ΕΕ, που είναι ο μεγάλος εχθρός. Η τάση αυτή θα ενισχύσει την αποχή, την απαξίωση των φιλελεύθερων θεσμών, τα στίφη της πολιτικής βίας. Στην εκλογική αριθμητική ίσως να μην ενισχύσει δραστικά τον ακροαριστερό και ακροδεξιό εθνικολαϊκισμό. Θα έχει διαποτίσει όμως τη βάση όλων των κομμάτων, πράγμα πολύ πιο επικίνδυνο. Η ΝΔ θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές, αλλά αυτό μικρή θα έχει σημασία. Αν έχει διαμορφωθεί μια υπόγεια κοινωνική συναίνεση γύρω από την αντιευρωπαϊκή δημαγωγία, με έσχατο θεμέλιο τον αλαλαγμό του μίσους που συνόδευσε την απόπειρα κατά του Λ. Παπαδήμου και τον θάνατο του Κ. Μητσοτάκη, τελικά αυτό που θα διαδεχθεί τον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από την ιδεώδη για τον κ. Σαββίδη ηγετική μορφή ενός Τσιπρούτιν.
Ο κ. Περικλής Βαλλιάνος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ