Η μεγάλη του ηλικία με τα μοναδικά βιώματά της, η μακρά πολιτική διαδρομή, ο κασσανδρικός ρόλος στην ύστερη πολιτική του ζωή και το θαλερό του μυαλό τού προσέδωσαν τον πρέποντα σεβασμό. Η σαφήνειά του, η χαριτωμένα πατερναλιστική διάθεση να συμβουλεύει και η τάση του να προειδοποιεί για κινδύνους που αργότερα έγιναν προβλήματα τον κατέστησαν πολιτικό προφήτη, διευκολύνοντας έτσι την ευνοϊκή ανακατασκευή της πρώιμης πολιτικής του ιστορίας. Ξεκίνησε ως «αποστάτης», συνέχισε ως αμφιλεγόμενος, κατόπιν ως «αντι-Ανδρέας» και κατέληξε ως ο «πολιτικός που έλεγε την αλήθεια».

Το βέβαιο είναι ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διέθετε εντυπωσιακό εκτόπισμα: ισχυρή προσωπικότητα, έντονη αυτοπεποίθηση, ζωηρή φιλοδοξία, παροιμιώδη αυτοκυριαρχία, ανεπτυγμένη πολιτική συγκρότηση, ωμό πραγματισμό. Ανήκε στην προμιντιακή γενιά πολιτικών, για τους οποίους ο πολιτικός λόγος ενδιαφερόταν περισσότερο να πείσει και λιγότερο να εντυπωσιάσει.

Οι πολιτικοί αγιογράφοι του σκιαγραφούν το πρότυπο ενός τολμηρού, ασυμβίβαστα φιλελεύθερου, εκσυγχρονιστή πολιτικού. Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Ο Μητσοτάκης συγκεφαλαιώνει, σε ηγετικό επίπεδο, τις αντιφάσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας: μια χώρα με προνεωτερικούς εθισμούς που πασχίζει να γίνει σύγχρονο κράτος.
Εξέφρασε την υπαρξιακή διχοστασία πολλών νεωτεριστών πολιτικών. Από τη μια, πίστευε στην ευρωπαϊκή Ελλάδα, στο κράτος δικαίου και στην οικονομία της αγοράς, διέθετε σαφή αίσθηση των γεωπολιτικών προκλήσεων και αντιμετώπιζε με ενστικτώδη σύνεση τα δημόσια οικονομικά. Από την άλλη, σε κρίσιμες στιγμές, η φιλοδοξία του ήταν αχαλίνωτη, η τάση του για αυτοδικαίωση εμφανής, η ικανότητά του να αποξενώνει την κοινή γνώμη παροιμιώδης και η παλαιοκομματική του συμπεριφορά πολλαπλώς διαπιστωμένη.

Η πολιτική του διφυΐα ήταν διάχυτη: ο πολιτικός που στηλίτευε το «μεγάλο και σπάταλο κράτος» ήταν ο ίδιος που διόριζε αφειδώς τους κομματικούς του πελάτες στο Δημόσιο και, κατά τη φράση του Στ. Μάνου, «θα έκανε τα πάντα για τους «φίλους» του». Ο πολιτικός που εισήγαγε την έννοια της «διαπλοκής» στον δημόσιο βίο δεν αντελήφθη ότι περιέγραφε έτσι και τη δική του πλευρά – τα αμαρτήματα της «διαπλοκής» και το «ρουσφέτι» αφορούσαν μόνο τους αντιπάλους του! Ο πολιτικός που ενθουσιωδώς συνέβαλε στην ποινική δίωξη του μεγαλύτερου πολιτικού του αντιπάλου (του Ανδρέα Παπανδρέου) για διαφθορά, ουδέποτε εξήγησε πειστικά τον δικό του πλούτο (βλ. «ΒΗΜΑgazino», 25.2.2013). Ο πολιτικός που υπερηφανευόταν ότι ήταν και παρέμεινε «φιλελεύθερος» δεν έβλεπε τίποτε μεμπτό στη φιλία του με τον διεφθαρμένο χασάπη των Βαλκανίων Μιλόσεβιτς.

Οσοι σήμερα τον χαρακτηρίζουν ως «τον πολιτικό που ήταν μπροστά από την εποχή του» αποσιωπούν τη μεγάλη, σύνθετη εικόνα, ιδιαίτερα τις άβολες σκιές της. Ο Μητσοτάκης ήταν ένας βαθιά παράδοξος ηγέτης: ένας φιλελεύθερος φύλαρχος (η αφοσίωση σε «πελάτες» και φατρίες συνυπάρχει με διακηρυκτικά φιλελεύθερες πεποιθήσεις), αντιθεσμικά θεσμικός (οι θεσμοί, όπως π.χ. η διοίκηση και η Δικαιοσύνη, οφείλουν, σε κρίσιμες στιγμές, να υπηρετούν τις πολιτικές μας προτεραιότητες), υποκριτικά ειλικρινής (κάνε ό,τι λέω, όχι ό,τι κάνω).

Οπως συμβαίνει συχνά με ευφυείς, ικανούς και φιλόδοξους ανθρώπους, η ζωηρή φιλοδοξία του παρήγαγε έπαρση, το σύνδρομο του αήττητου, και, τελικά, σε στιγμές υψηλού κινδύνου για τη χώρα, κακή κρίση. Ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στην Αποστασία του 1965 ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Προδίδοντας τον λαοπρόβλητο πρωθυπουργό του, πρόδωσε το λαϊκό αίσθημα και στιγματίστηκε στα μάτια της δημοκρατικής κοινής γνώμης.

Ουδέποτε αναστοχάστηκε με αυθεντικότητα εκείνη την επιλογή του. «Θα έπρεπε να έχω γίνει πρωθυπουργός τη δεκαετία του ’60» επέμενε πολύ αργότερα. «Ηταν η ώρα μου». Στην ύστερη πολιτική του ζωή προσπάθησε ποικιλοτρόπως να αποπλύνει το στίγμα του «αποστάτη», κάτι που, σε μια μιντιακά κατασκευασμένη κοινή γνώμη, με ισχνή ιστορική συνείδηση και μνήμη χρυσόψαρου, μάλλον τα κατάφερε. Δεν είναι βέβαιο ότι αυτή θα είναι η αποτίμηση των ιστορικών του μέλλοντος.

Ενα από τα μεγαλύτερα προσόντα του ήταν η ικανότητά του να διαλέγεται με τους αντιπάλους του. Αυτό εξηγεί εν μέρει και την τεράστια πολιτική ανθεκτικότητά του. Η πολιτική γι’ αυτόν δεν ήταν ιδεολογική αλλά, κυρίως, διαχειριστική υπόθεση –ο φιλελευθερισμός του ήταν περισσότερο εμπειρικός παρά κοσμοθεωρητικός. Δεν άρθρωσε ένα πειστικό συνολικό όραμα για τη χώρα, ούτε είχε την ικανότητα να εμπνέει τον «δήμο». Ηταν φυσικός deal maker: ήξερε να φέρνει αντιπάλους κοντά, να αναζητεί κοινούς τόπους, να ελίσσεται.
Με 54 χρόνια πολιτικής διαδρομής, ήταν ο πλέον εμβληματικός «επαγγελματίας» πολιτικός (με τη βεμπεριανή έννοια του όρου): ζούσε για την πολιτική και διά της πολιτικής. Αυτό τον έκανε έναν κατ’ εξοχήν homo systemicus: δεν ήθελε τόσο να αλλάξει ένα προβληματικό «σύστημα» όσο να το επιδιορθώσει και να το χρησιμοποιήσει. Ισως επειδή έβλεπε την πολιτική ως «επάγγελμα», δεν παθιάστηκε με κάποιον εθνικό σκοπό. Γενικά, ήταν ένας καλός πρωθυπουργός, με εκσυγχρονιστικές απόψεις σε επί μέρους τομείς, αλλά δεν διέθετε ισχυρή πολιτική πειθώ. Το πολιτικό του κεφάλαιο ουδέποτε ήταν μεγάλο. Τη μάχαιρα που έδωσε στον Γεώργιο Παπανδρέου την έλαβε αργότερα από τον προστατευόμενό του Αντώνη Σαμαρά.
Θα ανέμενε κανείς, η εκδημία των «μεγάλων» να συμπέσει με μια ριζική ανανέωση της πολιτικής ηγεσίας. Φευ, οι βαθιές προνεωτερικές δομές της Ελλάδας δύσκολα αλλάζουν: οι νεότεροι ηγέτες είναι συνήθως οι βιολογικοί απόγονοι των αποδημησάντων. Ακαπνοι καθώς είναι, δεν διαθέτουν, τουλάχιστον, την επίγνωση κινδύνου των παλαιών. Αν ο Μητσοτάκης σήμερα φαντάζει γίγαντας είναι επειδή κυβερνούν οι νάνοι.
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ