Στα δύο προηγούμενα σημειώματά μας (5-5-2017 και 17-5-2017), ακολουθώντας τη σκέψη του Renes Girard, προτείναμε την ερμηνεία της τρέχουσας κρίσης ως κρίσης θρησκευτικής (κρίσης της θυσίας): η αναποτελεσματικότητα της θυσίας δι’ υποκατάστατου, για την ακρίβεια η απάντηση της εγκληματικής και μιασματικής (η βία φέρνει βία) με την εγκληματική και μιασματική – και όχι με την καθαρτική, θυσιαστική – βία, οδηγεί την τελευταία στην πλήρη αποχαλίνωση και τελικά στα όριά της, στο στο ενδεχόμενο να καταφάει, ως βία στην ατέρμονη ανταποδοτικότητά της, την κοινωνία στο σύνολό της.

Κρίση θρησκευτική, παρότι οικονομική: τα χωράφια δεν καρπίζουν γιατί οι άνθρωποι δεν τα καλλιεργούν, και δεν τα καλλιεργούν γιατί μαλώνουν μεταξύ τους και δεν συνεργάζονται!

Εν συνεχεία, αναρωτηθήκαμε αν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει τροχοπέδη. Αν θα μπορούσε η βίαιη εξάπλωση των λογομαχιών και των αμοιβαίων πληγμάτων να σταματήσει αντί να αναζωπυρώνεται επ’ άπειρον από την ίδια της την αμοιβαιότητα, αν θα μπορούσε ποτέ κάποιο επιχείρημα ή κάποιο πλήγμα να είναι το τελευταίο: αν θα μπορούσε να αποκατασταθεί η θυσία, η διαφορά, η πολιτιστική τάξη, η ειρήνη. Η απάντηση εστιάζει στην κρίσιμη εκείνη στιγμή του περάσματος από την αμοιβαία ανταποδοτική και μιασματική βία στη μονόπλευρη και ομόθυμη βία: στη (συλλογική) βία κατά του εξιλαστήριου θύματος. Ακριβώς την ώρα που το ένας εναντίον ενός των μιμητικών συμπεριφορών (για τον Girard τόσο η επιθυμία όσο και η βία είναι μιμητική – αντιγράφω τον άλλον, που με αντιγράφει, και όπως είναι φυσικό επιθυμώ να διαγράψω το αντίγραφό μου/του) γίνεται όλοι εναντίον όλων, ακριβώς την ώρα που η έξαψη του ζηλόφθονα ανταγωνισμού φτάνει στο απροχώρητο, το όλοι εναντίον ενός αποσοβεί τον κίνδυνο. Η συλλογικό μένος ανασυγκροτεί την ενότητα, έστω κι αν αυτή είναι φαινομενική, έστω κι αν κανείς δεν αγαπά κανέναν και απλώς όλοι μισούν τον ίδιο.

Εφεξής, η αιφνίδια εφόρμηση της ειρήνης πιστοποιεί, με μια πρωτόγονη λογική, δηλ. εκ του αποτελέσματος, ότι αυτός ήταν ο ένοχος (με την προ – νομική έννοια), ο υπαίτιος της μάστιγας (που δεν ήταν άλλη από την ίδια τη φαγωμάρα). Όμως, για να δικαιολογηθεί εκ των υστέρων η ομόθυμη βία εναντίον του εξιλαστήριου θύματος, που φέρνει τη λύτρωση, του απευθύνονται όλες οι δυνατές κατηγορίες, του φορτώνονται όλες οι δυνατές μομφές, όλα αυτά που θα μπορούσαν να τον αναδείξουν σε ένα τέρας, να του χρεώσουν όλα τα μιάσματα: απ’ αυτόν ξεκινούν και με βάση αυτόν ερμηνεύονται όλες οι συμφορές. Αρκεί η – εναντίον του – ομοψυχία να είναι πραγματικά αρραγής, αρκεί να μην εκφράζεται καμία διαφορετική γνώμη γνώμη από πουθενά, ακόμη κι από τον ίδιο.

Χάρη σ’ αυτήν τη σύμπτωση των παραγνωρίσεων (της βίας), περνάμε στη σφαίρα της ιδεολογίας: η άποψη της μιας πλευράς εμφανίζεται ως καθολική αλήθεια, δηλ. ως πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει ότι μια μυθική σχέση με τον κόσμο αποκαθίσταται και ταυτόχρονα η (πολιτιστική) τάξη επανιδρύεται: η τελευταία βία (εναντίον του θύματος) γίνεται ιδρυτική βία και ένας καταγωγικός μύθος τη θεμελιώνει – ή αντίστροφα, ένας καταγωγικός μύθος θεμελιώνεται πάνω στο ιδρυτικό γεγονός που καλείται να αποκρύψει, να απωθήσει μέσα στη λήθη.

Από την αμοιβαία λοιπόν βία στην ομόθυμη συλλογική βία και από τη βίαιη ομοψυχία στη μυθολογία, ένα βήμα μένει ακόμα. Η τελετουργία. Η τελετουργία, η οποία θα παριστάνει τον (ιδρυτικό – καταγωγικό) μύθο, και η οποία καλείται να επαναλαμβάνει, εξοβελισμένο ωστόσο – και άρα παραμορφωμένο – μέσα στη σφαίρα του μύθου, το ιδρυτικό γεγονός, τον μηχανισμό του εξιλαστήριου θύματος, να ανακαλεί χωρίς να το κατονομάζει το ομαδικό λιντσάρισμα του τελευταίου, που έφερε τη σωτηρία.

Με άξονα το πρόσωπο του μυθικού – τελετουργικού, πλέον, θύματος, το οποίο αντιπροσωπεύει – σε θρησκευτικό ήδη πλαίσιο – το αρχικό εξιλαστήριο θύμα, συνενώνονται οι δύο φάσεις του βίαιου δράματος (που ταλαιπώρησε έως αφανισμού αλλά και που έσωσε την κοινότητα): αφενός επαναλαμβάνεται η θυσιαστική κρίση των μιμητικών δίδυμων αντιπαραθέσεων – η οποία καταλαμβάνει το ένα από τα δύο σκέλη της τελετής – και αφετέρου η λύση της «καλής» βίας που εξάλειψε την «κακή» – και η οποία αντιπροσωπεύεται στο δεύτερο μέρος της γιορτής (αν και η σειρά μπορεί να είναι και αντίστροφη).

Η μετάβαση από το ένα μέρος στο άλλο, απωθημένη – μυθοποιημένη από τη θρησκευτική σκέψη, αποδίδεται με έναν «αφελή», δηλ. ιδεολογικό – μυθικό, τρόπο στο ίδιο το θύμα, καθώς δεν μπορεί να ερμηνευτεί αλλιώς. Γιατί αυτό το συμβολικό – εορταστικό θύμα, ο αρχαίος φαρμακός, σε αντίθεση με το πραγματικό – απωθημένο θύμα, με το οποίο αποκαθίσταται η θυσιαστική και άρα η κοινωνική τάξη, δεν είναι ένας από την κοινότητα, στον οποίο αυθόρμητα συνέκλιναν όλες μαζί οι αντανακλάσεις της βίας. Είναι ένα καλά επιλεγμένο θύμα: κάποιος που ζει ανάμεσα στις θυσιάσιμες κοινωνικές κατηγορίες και που το αίμα του δεν πρόκειται να ζητηθεί από κανέναν. Αυτές οι κατηγορίες, σύμφωνα με την κλασική ανθρωπολογική – αλλά ακόμη και τη βιβλική – σκέψη, είναι κατά βάση τέσσερις: ο βασιλιάς, ο ξένος, το ορφανό και η χήρα. Με άλλο λόγια, το θύμα θα πρέπει να είναι και ταυτόχρονα να μην είναι μέλος της κοινωνίας μας ούτως η θυσία του να λειτουργήσει αντί για μας, υπέρ ημών: ex nos pro nobis.

Ο Girard επιμένει στις τελετές ανάρρησης και ανανέωσης και στις μομφές που προηγούνται του βασιλικού λιντσαρίσματος. Κι εμείς σκεφτόμαστε το πόσο γρήγορα – μετά τους ελάχιστους πρώτους μήνες της ανάρρησής της στην εξουσία, τους μήνες του «μέλιτος» – πολώνονται πάνω στην εκάστοτε πολιτική μας ηγεσία όλα τα δεινά. Η (όποια) εξουσία μοιάζει να μαγνητίζει με κλιμακούμενη ένταση όλα τα μιάσματα, όλη την αποφορά των βίαιων μολύνσεων, όλες τις μομφές, όλο τον γογγυσμό, όλο τον κοινωνικό παροξυσμό, την κοινωνική κατακραυγή: όλες οι δυστυχίες. Σχεδόν άμεσα, θεωρείται η μόνη υπεύθυνη για όλα μας τα προβλήματα, ακόμη και τα πιο προσωπικά, όλες τις αποτυχίες, ακόμη και τις πιο προσωπικές: για όλα τα λάθη, για όλα τα πάθη, όλες τις αδικίες, όλες τις ενοχές και τις αμαρτίες.

Ο βασιλιάς, γράφει ο Girard, δεν θυσιάζεται επειδή κάτι πήγε στραβά στην πορεία και αφότου ενθρονίστηκε. Ο βασιλιάς ενθρονίζεται μόνο και μόνο για να θυσιαστεί. Κάθε κοινωνία διατρέφει δημοσία δαπάνη και δοξάζει σαν βασιλιά τον δικό της φαρμακό – εξάλλου ο φαρμακός δεν θεωρείται παρά το alter ego του βασιλιά – για τον σφάξει την κατάλληλη ώρα: η κακοποίησή του, που θα οδηγήσει στην εξορία και τη θανάτωσή του, θα εκτονώσει τη βία, θα προσφέρει το φάρμακο (δηλητήριο που σκοτώνει και μέσο που θεραπεύει) της κοινωνικής ειρήνης.

Αυτό που παρακολουθούμε είναι η σταδιακή φόρτιση του βασιλιά – φαρμακού με όλα τα βδελύγματα, με όλα τα εγκλήματα, μέχρις ότου κορεσθεί από τις κατηγορίες και δικαιώσει το τελικό ξέσπασμα της οργής επάνω του, το συλλογικό – τελετουργικό του λιντσάρισμα. (Από την αυτονόμηση εξάλλου των δύο κύριων εγκλημάτων που απέδιδε στον βασιλιά η θρησκευτική σκέψη, εκείνες της αιμομιξίας και της πατροκτονίας, ο φροϋδισμός ακολούθησε, σύμφωνα με τον Girard, τις μυθολογικές – φενακιστικές ατραπούς που ακολούθησε).

Το κακό, το οποίο κατά βάθος ταυτίζεται με την ίδια τη βίαιη αποδιοργάνωση, που είναι δηλ. η ίδια η βία, με την οποία «ο άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να συμβιβαστεί και να τη θεωρήσει δικιά του», θα πρέπει να μοιάζει πως έρχεται από έξω και πως αυτός που το έφερε, με την αποπομπή του, το παίρνει μαζί του. Δεν υπάρχει αντιπολίτευση και δεν υπάρχει κοινωνία που να μη θεωρεί ως τη μόνη αιτία των δεινών την εκάστοτε κυβέρνηση και που να μη θεωρεί ως μοναδική διέξοδο στα όποια προβλήματα τις (πρόωρες ή μη) εκλογές.

Και η τελετή πρέπει να επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ο σκοπός της είναι να διαιωνίσει, με την επανάληψή της και για όσο περισσότερο γίνεται, την ειρήνη, αναπαράγοντας (τελετουργικά – εορταστικά) την – κακοποιό που έγινε ευεργετική – βία. Η υπόσχεσή της είναι η ανανέωση, κατ’ αυτόν τον τρόπο, της ειρήνης, που ταυτίζεται με τη βίαιη ιδρυτική ομοψυχία. Και μαζί της, η στερέωση της (μυθικής) αφήγησης που την συντηρεί απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο αποσύνθεσης – αποδόμησης της τελετουργικής, δηλ. θεολογικής – ιδεολογικής, για την ακρίβεια μυθολογικής, και εντέλει υπερβατικής, λύσης. Απέναντι δηλαδή στο ενδεχόμενο υποτροπιασμού, επιστροφής στη θυσιαστική κρίση, στη συμμετρία των αντιπαραθέσεων, που καιροφυλακτεί…