Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ γίνεται πλέον αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος που συνιστά η «νέα Τουρκία» για την παγκόσμια ασφάλεια, ειρήνη και σταθερότητα, χωρίς όμως να έχει διασαφηνιστεί ο τρόπος που θα αντιμετωπιστεί. Η πολιτική «εξημέρωσης του θηρίου» διά του εξευρωπαϊσμού έχει πλέον καταρρεύσει. Οι γραφειοκρατίες της Ε.Ε προς το παρόν δεν είναι σαφές τι σκέφτονται να πράξουν.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του εκπροσώπου τύπου της τουρκικής προεδρίας Ιμπραχήμ Καλίν και άλλων ηγετικών στελεχών του ΑΚΡ ότι η Τουρκία επιθυμεί να συνεχίσει να θεωρεί την ένταξή της στην Ε.Ε ως έναν στρατηγικό στόχο, συνιστούν τακτικό ελιγμό που στόχο έχει να εξαπατήσει την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις, να αποσύρει από πάνω της τη διεθνή κριτική και να ξεφύγει από τη διπλωματική απομόνωση. Έχουμε να κάνουμε με ένα αυταρχικό καθεστώς, με δεκάδες χιλιάδες πολιτικούς κρατουμένους και ισοπεδωμένες πόλεις στις νοτιοανατολικές επαρχίες, μισό εκατομμύριο εκτοπισμένους πολίτες, χιλιάδες νεκρούς, με ένα δήθεν προεδρικό σύστημα που μοιάζει περισσότερο με δικτατορία και με μια συμμαχία μεταξύ ισλαμιστών και ακραίων ρατσιστών εθνικιστών, όλων βαθύτατα αντιδυτικών.

Από τη μια εισβάλει παράνομα σε γειτονικά κράτη, βομβαρδίζει και απειλεί με περαιτέρω στρατιωτικές ενέργειες ενώ ταυτόχρονα αυτοπαρουσιάζεται ως θύμα της δήθεν δυτικής αδιαφορίας και υπεροψίας! Πρόκειται για προπαγάνδα μέσω της οποίας το καθεστώς επιδιώκει να κερδίσει χρόνο, να αυξήσει τη νομιμοποίηση του και τη δυνατότητα διπλωματικών ελιγμών. Είναι μια κλασσική τουρκική μέθοδος επικοινωνιακού μακιγιάζ. Πολλοί στον δυτικό κόσμο δεν έχουν ακόμα κατανοήσει πως λειτουργεί. Η Τουρκία προπαγανδίζει τον εαυτό της ως αιώνιο θύμα ενώ πρόκειται για τον θύτη.

Η Ε.Ε δεν έχει κανένα συμφέρον να «ξεπλύνει» ένα τέτοιο καθεστώς και να προσφέρει άλλοθι στις αυταρχικές πρακτικές του, παρατείνοντας τη ζωή του. Δυστυχώς η χώρα αυτή ποτέ δεν υπήρξε δημοκρατική. Ακόμα χειρότερα, οι ελίτ της ποτέ δεν ήθελαν να την εκδημοκρατίσουν αληθινά γιατί πίστευαν ότι θα έχαναν τη θέση τους και τον έλεγχο του κράτους.

Ήταν πάντα ένα μιλιταριστικό καθεστώς που αναπαρήγαγε τις τρομακτικές κοινωνικές ανισότητες, ενώ ασκούσε ρατσιστικές και σοβινιστικές πολιτικές εντός και εκτός συνόρων. Πάντα όμως δήλωνε πίστη στη δημοκρατία και στις ελευθερίες προκειμένου να παραπλανεί τη διεθνή κοινή γνώμη.

Οι ισλαμιστές του ΑΚΡ δεν διαφέρουν ιδιαίτερα. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι κυρίαρχες τουρκικές πολιτικές ελίτ, κεμαλικές και ισλαμικές, δεν επιθυμούν ένταξη στην Ε.Ε γιατί γνωρίζουν πως αυτό απαιτεί δομικές αλλαγές στο αυταρχικό καθεστώς τους. Χρησιμοποιούσαν την προοπτική ένταξης για να βελτιώνουν τη διεθνή δημόσια εικόνα τους, να αποκομίζουν οικονομικά και διπλωματικά οφέλη και να αυξάνουν την επιρροή του κράτους τους προπαγανδίζοντας τη χώρα τους ως γέφυρα μεταξύ Ισλάμ και Δύσης.

Η Ε.Ε δεν πρέπει να τους κάνει τέτοιο δώρο. Η Ένωση έχει δυνατότητες ανάπτυξης άλλων, περισσότερο αποτελεσματικών πολιτικών έναντι της Τουρκίας, που θα περιορίζουν τον ηγεμονισμό και τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο στο εξωτερικό και θα ενισχύουν τη δημοκρατία και τις ελευθερίες στο εσωτερικό. Υπάρχουν δυνάμεις σε αυτή τη χώρα που επιθυμούν τον αληθινό εκδημοκρατισμό της αλλά δυστυχώς βρίσκονται είτε στη φυλακή ή σε συνθήκες ιδιώτευσης και εξορίας…Χρειάζονται ενίσχυση, διαύλους επικοινωνίας και διεθνή νομιμοποίηση.

Η Ε.Ε θα μπορούσε, ανάμεσα στα άλλα, να διευκολύνει στο έδαφός της την ίδρυση ενός τηλεοπτικού δικτύου που θα συσπειρώνει και θα δίνει διεθνή φωνή στις αληθινά δημοκρατικές φιλελεύθερες δυνάμεις που δρουν εντός της Τουρκίας αλλά και στην εξ αυτής προερχόμενη και ταχέως διογκούμενη διασπορά στην Ευρώπη.

Μέχρι πριν λίγα χρόνια η Τουρκία αποτελούσε το κακομαθημένο παιδί των μεγάλων κρατών του δυτικού συστήματος ασφαλείας. Θεωρούσαν ότι αποτελεί ανάχωμα στη Ρωσική και Ιρανική επιρροή στην ευρύτερη περιοχή και χώρα δήθεν πρότυπο «εκσυγχρονισμού» για τον σουνιτικό μουσουλμανικό κόσμο αλλά και μεγάλη αγορά για τα δυτικά προϊόντα, παρά τις πενιχρές αγοραστικές δυνατότητες των εκατομμυρίων πάμφτωχων πολιτών της.

Έτσι οι Μπααθιστές της Μικράς Ασίας, το κεμαλικό καθεστώς, είχε κερδίσει μια ιδιότυπη ασυλία που του έδινε τη δυνατότητα να αυθαιρετεί και να ασκεί ωμή βία κατά των ίδιων των πολιτών του αλλά και να απειλεί τους γείτονές του μη σεβόμενο το διεθνές δίκαιο. Σήμερα με τους Ισλαμιστές να κατέχουν τους θεσμούς αλλά τις κεμαλικές ιδέες και πρακτικές να ηγεμονεύουν σε πολλά ζητήματα, βλέπουμε την επανάληψη του ίδιου έργου. Όμως αυτές οι πολιτικές έχουν φτάσει στα όριά τους.

Η Τουρκία είναι μια χώρα κοινωνικά και ιδεολογικά διαμελισμένη εδώ και καιρό. Ο κύκλος της βίας που αναπαρήγαγε για δεκαετίες το καθεστώς δεν είναι δυνατό να συνεχίζεται εσαεί γιατί παράγει αστάθεια και απειλεί τις πολιτικές ισορροπίες σε μια κρίσιμη περιοχή του πλανήτη.

Ούτε ο κεμαλισμός ούτε το πολιτικό Ισλάμ παρέχουν λύσεις. Η διεθνής κοινότητα έχει να αντιμετωπίσει ένα ακόμα σοβαρό διεθνές πρόβλημα. Η Ελλάδα, λόγω γειτνίασης, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Εκτός από τα ζητήματα της άμυνας και των συμμαχιών, η χώρα μας χρειάζεται επειγόντως και μια εναλλακτική πολιτική και διπλωματική στρατηγική καθώς και ένα νέο αφήγημα για την Τουρκία και τις σχέσεις της μαζί μας.

Μια νέα επικοινωνιακή πολιτική και δημόσια ρητορική έναντι της Τουρκίας είναι επίσης απαραίτητη. Αυτό απαιτεί επιστημονική έρευνα και ανάλυση καθώς και ανανέωση των μηχανισμών σχεδιασμού και χάραξης διεθνούς πολιτικής για την περιοχή μας.

Ο κ. Νίκος Κ. Μιχαηλίδης είναι διδάκτορας ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Princeton και διεξάγει επιτόπια έρευνα στην Τουρκία.