Το παλιό «ανάθεμα» της Αριστεράς , να μην γίνουν οι Έλληνες «τα γκαρσόνια της Ευρώπης» είναι φανερό πως σήμερα – σε μια χώρα όπου η τουριστική βιομηχανία απασχολεί έναν στους τέσσερις εργαζόμενους και προσφέρει μεροκάματο σε πολλούς περισσότερους των οποίων το αντικείμενο συνδέεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με τον Τουρισμό – όχι μόνο φαίνεται γραφικό αλλά εκτός τόπου και χρόνου.

Παρ όλα αυτά ο Τουρισμός εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται από το επίσημο ελληνικό κράτος με αδιαφορία και με «κεκτημένη ταχύτητα» αφού κανείς δημόσιος φορές (σίγουρα όχι το υπουργείο Τουρισμού) δεν έχει καταρτίσει κάποιο σχέδιο για την συστηματική βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών στις τουριστικές επιχειρήσεις της χώρας ενώ δεν υπάρχει και καμία μέριμνα για την εκπαίδευση σε ανώτατο επίπεδο των ανθρώπων που ασχολούνται με την μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας!

Συχνά μάλιστα σεμινάρια επιμόρφωσης για τους επιχειρηματίες του κλάδου – επιδοτούμενα μάλιστα από το κράτος ή την Ευρωπαϊκή ‘Ένωση- δεν συγκινούν τους ενδιαφερόμενους οι οποίοι τις περισσότερες φορές είτε δεν έχουν το επίπεδο να τα παρακολουθήσουν είτε είναι απόλυτα ικανοποιημένοι από τις υπηρεσίες που προσφέρουν και δεν αντιλαμβάνονται ότι η ανάγκη συνεχούς βελτίωσης των υπηρεσιών του είναι μονόδρομος για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.

Όλα επαφίενται ουσιαστικά στον επαγγελματισμό και στο ταλέντο κάθε επιχειρηματία του τουρισμού από τις υπηρεσίες του οποίου ,όμως, εξαρτάται – σε τελική ανάλυση – σε μεγάλο ποσοστό η εικόνα που σχηματίζει για την Ελλάδα ο ξένος επισκέπτης αλλά και οι εντυπώσεις που θα πάρει μαζί του γυρίζοντας στον τόπο του ώστε να τον κάνουν να επιστρέψει στην Ελλάδα ή να μην την αποφύγει στο μέλλον.

Έτσι μπορεί να βρει κανείς στα ίδια λεφτά και στην ίδια κατηγορία τουριστικές επιχειρήσεις που μένουν απολύτως μετεξεταστέες στην προσφορά υπηρεσιών απογοητεύοντας τον επισκέπτη, και επιχειρήσεις διαμάντια που προσφέρουν άριστες υπηρεσίες ακόμη και ανώτερες από την κατηγορία τους ,μόνο και μόνο επειδή ο ιδιοκτήτης τους έχει γνώσεις, ιδέες, μεράκι και θέλει να ευχαριστήσει τον «πελάτη» του και να καλύψει τις απαιτήσεις του ώστε να ξανάρθει.

Ενδεικτικό ,εξάλλου, της αδιαφορίας με την οποία αντιμετωπίζεται ο τουρισμός από τις πολιτικές ηγεσίες της χώρας είναι ότι το συγκεκριμένο υπουργείο συστάθηκε για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 και από τότε έχει καταργηθεί 2 – 3 φορές με τις αρμοδιότητές του να μεταφέρονται πότε στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, πότε στο υπουργείο Ανάπτυξης ή να συγχωνεύεται με το υπουργείο Πολιτισμού ή ακόμη και με τα υπουργεία Οικονομίας, Υποδομών και Ναυτιλίας!

Με άλλα λόγια, ο κλάδος ο οποίος είναι υπεύθυνος για πάνω από το 25% του ΑΕΠ της χώρας (περίπου 50 δισ. ευρώ το χρόνο) και διαχειρίζεται περισσότερο από 20 εκατομμύρια ξένους πολίτες δεν φαίνεται να έχει κερδίσει αρκετά υψηλή προτεραιότητα στις ελληνικές κυβερνήσεις ώστε να υπάρχει ένα υπουργείο που να ασχολείται αποκλειστικά με την δραστηριότητα αυτή .

Συχνά μάλιστα ο/η επικεφαλής του συγκεκριμένου κυβερνητικού κλάδου (υπουργός ή υφυπουργός) είναι κάποιο χαμηλόβαθμο στην κομματική ιεραρχία στέλεχος ή κάποιος δευτεροκλασάτος βουλευτής που καμία σχέση δεν έχει με το αντικείμενο ενώ θα ΄πρεπε – κανονικά – ο υπουργός να είναι ένας από τους πιο ικανούς και εμπνευσμένους πολιτικούς της κυβέρνησης ή ένας καταξιωμένος μάνατζερ με βαθιά γνωση του συγκεκριμένου χώρου.

Χαρακτηριστικό της έλλειψης προγραμματισμού και σχεδίου στον χώρο του τουρισμού είναι η προσπάθεια κάθε κυβέρνησης να αυξήσει τους αριθμό των τουριστών που καταφθάνουν κάθε χρόνο στη χώρα ενώ αντίθετα στόχος θα έπρεπε να ήταν η αναβάθμιση του επιπέδου του τουρισμού και η επέκταση της τουριστικές περιόδου και σε άλλες εποχές του χρόνου.

Η Ελλάδα είναι μία μικρή χώρα – μία χώρα μπιμπελό – με απίθανες ομορφιές. Η φύση της είναι μοναδική αλλά εύθραυστη και ευαίσθητη. Δεν μπορεί να αντέξει για πολύ μαζικό τουρισμό είτε λόγω υποδομών είτε λόγω τοπικής ιδιομορφίας- πχ μικρές παραλίες και παρθένα νησάκια κι όχι παραλίες πολλών χιλιομέτρων και νησιωτικές υποδομές μεγάλων πόλεων όπως σε άλλες τουριστικές χώρες του κόσμου Ρίο, Ίμπιζα κλπ.

Θέλει τουρισμό υψηλού επιπέδου με ισχυρό βαλάντιο και συνεχή βελτίωση των προσφερομένων υπηρεσιών βασισμένων αφενός μεν στην μοναδική στον κόσμο ελληνική φύση , στην πασίγνωστη μεσογειακή διατροφή αλλά και στους αναρίθμητους αρχαιολογικούς θησαυρούς που είναι διάσπαρτοι – χωρίς συχνά να αναδεικνύονται επαρκώς – σε ολόκληρη τη χώρα.

Η πρώτη κυβέρνηση που θα αντιμετωπίσει την Ελλάδα ως ένα σπάνιο boutique hotel για λίγους κι όχι σαν ένα τεράστιο ξενοδοχείο της σειράς με «βραχιολάκι» για μαζικό τουρισμό θα αλλάξει την εικόνα του ελληνικού τουρισμού και θα τον ανεβάσει κατηγορία στους τουριστικούς προορισμούς του πλανήτη.