Πρόσφατα δημοσίευσα ένα κείμενο με τίτλο «Σταλινομαδουραίοι». Εκεί, όπως ευκόλως προκύπτει, αναφερόμουν (και) στον Μαδούρο, ο οποίος όχι μόνο συνεχίζει απτόητος να δολοφονεί διαδηλωτές, όχι μόνο καταπατά κάθε έννοια κράτους δικαίου και διάκρισης των εξουσιών, αλλά και απεργάζεται ποικίλες λαθροχειρίες προκειμένου να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο –αν όχι και για πάντα –στην εξουσία. Ξέρετε, αλήθεια, εσείς κάποιον κομμουνιστή, παρακομμουνιστή, μετακομμουνιστή ή «κάτι σαν κομμουνιστή» ηγέτη που απλώς να παρέδωσε, όμορφα και ειρηνικά, την εξουσία στον επόμενο;
Μια καλή φίλη, με ουκ ολίγα ένσημα στους αγώνες υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατά των κάθε λογής ολοκληρωτισμών, μου είπε: «Γιατί δεν κάνουμε κάτι, επιτέλους. Οχι μόνο να γράφουμε. Εστω, μια συγκέντρωση έξω από την πρεσβεία της Βενεζουέλας, βρε αδελφέ». Ο αντίλογός μου ήταν πως, όποτε έχουμε προσπαθήσει να οργανώσουμε κάποιου είδους διαμαρτυρία κατά της «αριστερής» βίας, έχουμε μαζευτεί τρεις και ο κούκος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι νεκροί της Μαρφίν. Οποτε προσπαθήσαμε όλα αυτά τα χρόνια να συγκεντρωθούμε και να αφήσουμε λίγα λουλούδια στον τόπο της δολοφονίας τους, δεν καταφέραμε να μαζευτούμε περισσότεροι από καμιά δεκαπενταριά! Παρεμπιπτόντως, τι απέγινε, αλήθεια, με τη δικαστική διερεύνηση αυτής της υπόθεσης; Γιατί δεν υπάρχει συνέχεια; Γιατί δεν μάθαμε ποτέ τα ονόματα των (έστω) υπόπτων; Μήπως έχουν κι αυτοί «ηθικό πλεονέκτημα»;
Θα έλεγα, λοιπόν, ότι δεν είναι διόλου ενθαρρυντικά τα αποτελέσματα, ως προς την προθυμία των συμπολιτών μας να διαμαρτυρηθούν και να διαδηλώσουν για τις παραβιάσεις δικαιωμάτων και για την καταστολή εκ μέρους καθεστώτων που αυτοαποκαλούνται «σοσιαλιστικά». Σε αντιδιαστολή, μάλιστα, με το τι ισχύει στις περιπτώσεις εκείνες όπου σε διαμαρτυρία καλεί το ποίμνιό της η κομμουνιστική και κομμουνιστογενής Αριστερά, με στόχο βέβαια σχεδόν πάντα τους Αμερικανούς, γνωστούς παρ’ ημίν και με το προσωνύμιο «φονιάδες των λαών».
Εγινε, άραγε, κάποια διαδήλωση στην Αθήνα όταν το 1956 ο Κόκκινος Στρατός κατακρεουργούσε τους εξεγερμένους κατοίκους της Βουδαπέστης; Αν έγινε και δεν το γνωρίζω, μιας και ήμουν μικρός τότε, ευχαρίστως να μου το υπενθυμίσει κάποιος. Την ίδια εποχή βεβαίως, μέχρι και νεκρούς είχαμε σε μαζικότατες διαδηλώσεις κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο –διαδηλώσεις στις οποίες φρόντιζε να βάζει την αντιιμπεριαλιστική ουρίτσα της και η τότε κομμουνιστική Αριστερά.
Το 1968, και πάλι σοβιετικά άρματα μάχης θα επέμβουν για να ακυρώσουν ακόμα και τις δειλές προσπάθειες του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Τσεχοσλοβακία για κάποιες μεταρρυθμίσεις. Θα μου πείτε, τότε είχαμε τη χούντα στον σβέρκο μας, με τη μοίρα των Τσεχοσλοβάκων θα ασχολούμασταν; Σωστό κι αυτό. Απλώς τον απολογισμό κάνω εγώ.
Από την άλλη, τα πρώτα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση όλη η Αθήνα ήταν γεμάτη (με την ευγενική φροντίδα της ΚΝΕ) με συνθήματα υπέρ του Κουνιάλ και του ΚΚ Πορτογαλίας και με εκκλήσεις για την απελευθέρωση του Κορβαλάν, γραμματέα του ΚΚ Χιλής. «Κάτω η χούντα του Πινοσέτ» φώναζαν τότε οι Κνίτες, και καλά έκαναν. Οχι όμως και «κάτω η χούντα του Βιντέλα», στη διπλανή Αργεντινή, αφού εκείνη ειδικά η χούντα, την οποία εκπρόσωπος του ΚΚΕ στη Βουλή είχε χαρακτηρίσει «κεντρώα», τα είχε καλά με τη Σοβιετία, και επομένως… δεν υπήρχε λόγος να ανατραπεί.
Το 1981, όταν ο Γιαρουζέλσκι επέβαλε στρατιωτικό νόμο στην Πολωνία, θυμάμαι ότι κάποιοι ηρωικοί, «ανανεωτικοί» και άλλοι είχαμε οργανώσει μια μικρή πορεία προς την πρεσβεία της Πολωνίας, στην οποία όμως είχαν εν πολλοίς κυριαρχήσει συνθήματα όπως «Οι κομμουνιστές δεν είναι στρατοκράτες» (Μπα; Από πότε;). Δέκα χρόνια αργότερα, το 1991, απολιθώματα του κομμουνιστικού καθεστώτος στη Σοβιετική Ενωση επιχείρησαν να ανατρέψουν τον –όπως και να το κάνεις –μεταρρυθμιστή Γκορμπατσόφ. Οι του ΚΚΕ χαμογελούσαν κάτω από τα μουστάκια τους και έτριβαν τα χέρια τους. Αλλά και οι υπόλοιποι «προοδευτικοί πολίτες» της χώρας δεν έδειξαν να ιδρώνει και πολύ το αφτί τους. Καμιά τριανταριά ήμασταν όλοι κι όλοι που είχαμε μαζευτεί στον Φάρο του Ψυχικού και περπατήσαμε μέχρι τη σοβιετική πρεσβεία προκειμένου να επιδώσουμε ψήφισμα κατά των πραξικοπηματιών.
Κατά τα άλλα, την ίδια λίγο-πολύ εποχή, χιλιάδες συμπολίτες μας δεν παρέλειπαν να γεμίζουν τις πλατείες για να προστατεύσουν, λέει, «το όνομά τους, την ψυχή τους» από τους Φυρομιανούς. Οπως δεν παρέλειπαν και να δίνουν τα απαραίτητα κάθε χρόνο ραντεβού για να αποδοκιμάσουν τους γνωστούς και μη εξαιρετέους «φονιάδες των λαών». Οι οποίοι «φονιάδες», στο κάτω κάτω, ζήτησαν το 1999 και επισήμως, διά στόματος του προέδρου Κλίντον, συγγνώμη για την ευμενή στάση τους απέναντι στη χούντα των συνταγματαρχών.
Ε λοιπόν, εκτός από τους «χιλιάδες προλετάριους, ηρωικούς», που –όπως μάθαμε στα νιάτα μας –τους έσφαζαν κάποτε στην Καντόνα, και σήμερα «σφάζουν» νέα παιδιά στο Καράκας. Νέα παιδιά που, έστω και αν δεν ανταποκρίνονται στο παλαιοκομμουνιστικό αρχέτυπο του προλετάριου, είναι πάντως εξίσου ηρωικά με τους προλετάριους της Καντόνας, αφού έχουν το κουράγιο να τα βάζουν με τους πραιτωριανούς του τσαβομαδουρισμού.
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ