Ο αιφνιδιασμός πρέπει να ήταν απόλυτος. Στη συζήτηση για το 4ο Μνημόνιο, ο Πρωθυπουργός ξόδεψε περίπου το 1/3 της ομιλίας του δίνοντας συμβουλές στον πρόεδρο της ΝΔ πώς να κερδίσει τις… Ευρωεκλογές του 2019.
Δικαίως αιφνιδιάστηκαν. Και ο λόγος είναι απλός: ουδείς ασχολείται σήμερα στην Ελλάδα με τις Ευρωεκλογές του 2019. Ακόμη λιγότερο ο Μητσοτάκης.
Τι οδήγησε λοιπόν τον Τσίπρα να καταναλωθεί σε νουθεσίες; Ψάχνει για δουλειά, όπως υπονόησε ο αντίπαλός του;
Προφανώς όχι. Η απροσδόκητη επιστράτευση των Ευρωεκλογών του 2019 ήταν ένας έμμεσος τρόπος για να πει ότι δεν θα γίνουν εκλογές νωρίτερα. Αρα, ότι η ΝΔ θα αποκτήσει (κατ’ αυτόν) κάποιου είδους αδιέξοδο περιμένοντας εκλογές που δεν έρχονται.
Προφανώς ήταν μια απόπειρα να τονώσει κάπως το ηθικό των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που πέρασαν ένα δύσκολο πενθήμερο στη Βουλή.
Αλλά παρηγοριά στον άρρωστο. Διότι, κατά τα άλλα, δεν υπάρχει περίπτωση να αποκτήσει πρόβλημα ένα κόμμα το οποίο απέναντι σε μια μη δημοφιλή κυβέρνηση διαθέτει πρόγραμμα μιας λέξης: «Φύγετε!».
Πρόβλημα θα έχει μόνο αν η κυβέρνηση αγαπηθεί ξαφνικά από τον κόσμο –δύσκολο!
Είναι άξιο ερμηνείας λοιπόν για ποιον λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ (και κάποιοι φίλοι του εντός ΝΔ…) επιμένουν σώνει και καλά ότι το αίτημα για εκλογές δημιουργεί πρόβλημα σε μια αντιπολίτευση που προηγείται δώδεκα με δεκαπέντε μονάδες.
Καταρχήν, και από τη στιγμή που μόνο η κυβέρνηση μπορεί συνταγματικά να προκαλέσει εκλογές, το αίτημα έχει καθαρά συμβολική σημασία. Είναι απλώς η λογική προέκταση του «Φύγετε!».
Σκέφτεστε να έλεγαν «Φύγετε!» αλλά χωρίς εκλογές; Πώς να φύγουν; Με ταξί;
Και επειδή αποκλείεται να ενοχλεί ένα αίτημα που εξαρτάται από την κυβέρνηση, μάλλον ενοχλεί τελικά το «Φύγετε!». Το στίγμα απόλυτης αποδοκιμασίας και απόρριψης που εκπέμπει.
Αυτό είναι κατανοητό να ενοχλεί τον ΣΥΡΙΖΑ.
Καμία κυβέρνηση δεν θέλει να μετατρέπεται σε αποδιοπομπαίο τράγο για όλα τα δεινά, να πολιτεύεται σε συνθήκες πολιτικής και κοινωνικής απομόνωσης. Ούτε τη διευκολύνει η καθημερινή αμφισβήτηση της νομιμοποίησής της.
Λιγότερο κατανοητό είναι γιατί ενοχλεί κάποιους στη ΝΔ.
Ισως επειδή ο Μητσοτάκης ξέκοψε από την αρχή κάθε υποψία υποστήριξης της κυβέρνησης και κάθε ενδεχόμενο άλλης κυβέρνησης από τη σημερινή Βουλή.
Κάποιοι διατηρούσαν ενδεχομένως μια πιο συμβιβαστική άποψη.
Από την πλευρά του Μητσοτάκη όμως ήταν ένα επιβεβλημένο ξεκαθάρισμα μετά τα νταραβέρια του καλοκαιριού 2015. Οχι μόνο του έδωσε τη νίκη στην εσωκομματική αναμέτρηση, αλλά επιβραβεύτηκε και δημοσκοπικά σε μάλλον ανέλπιστο βαθμό.
Υποθέτω λοιπόν ότι ο Μητσοτάκης δεν θα έχει κανένα στρατηγικό, τακτικό ή ορθοπαιδικό πρόβλημα να ζήσει άλλους έξι, δώδεκα ή δεκαέξι μήνες φωνάζοντας «φύγετε!» σε μια κυβέρνηση αντιμέτωπη με όλο και πιο έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Αντιθέτως η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό πρόβλημα.
Οτι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν εκλογικές εκπλήξεις, ούτε ανατροπές. Από το 1974 κέρδιζε πάντα το κόμμα που πολύ πριν ξέραμε ότι θα κερδίσει τις εκλογές.
Μόνο τα ποσοστά και οι διαφορές διαμορφώνονται στην προεκλογική περίοδο.
[Το «γιατί» αποτελεί μια ενδιαφέρουσα συζήτηση, αλλά δεν είναι της στιγμής.]
Με άλλα λόγια, οι νικητές των εκλογών στην Ελλάδα προεξοφλούνται πολλούς μήνες προτού στηθούν κάλπες και συνεπώς η κυβέρνηση θα πρέπει να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της κάτω από τη σκιά της βεβαιότητας ότι «έρχονται οι άλλοι!» –δεν θα είναι εύκολο, ούτε απλό.
Αυτή τη βεβαιότητα προσπάθησε να ξορκίσει ο Πρωθυπουργός στη Βουλή αλλά αντικατοπτρίζεται αναπόφευκτα στις δημοσκοπήσεις, τις παρέες και τις κουβέντες. Διαμορφώνει συμπεριφορές.
Εκτός φυσικά αν για κάποιον λόγο υπάρξει ολική αντιστροφή του κοινωνικού και οικονομικού κλίματος. Και αντιστροφή όχι στα νούμερα αλλά στις καθημερινές προσλήψεις των ανθρώπων.
Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε ο Πρωθυπουργός δεν θα φορέσει απλώς γραβάτα. Θα φορέσει φράκο, ημίψηλο και λευκά γάντια –στολή ταχυδακτυλουργού…

Καλλιστεία

Παλαιότερα ήταν ο Παπανδρέου. Τριγυρνούσε στους δρόμους και συναντούσε μισθωτούς που ζητούσαν να τους κόψει ακόμη περισσότερο τον μισθό.

Μετά εμφανίστηκε ο υφυπουργός Πετρόπουλος τον οποίο οι ασφαλισμένοι παρακαλούν «ανέβασε κι άλλο τις εισφορές μας».

Τώρα έχουμε τον Τσακαλώτο. Βρήκε, λέει, συνταξιούχους που του είπαν «δεν με ενδιαφέρει η σύνταξη».
Για κάποιον λόγο, πολιτικοί όλων των αποχρώσεων καταφεύγουν στις ίδιες ανοησίες για να υπερασπίσουν την πολιτική τους.

Ξέρετε γιατί; Επειδή κανένας δεν αρκείται να υποστηρίξει ότι κάνει κάτι που θεωρεί σωστό. Προσπαθούν όλοι να πείσουν ότι κάνουν εκείνο που ζητάει ο κόσμος.
Δεν τους ενδιαφέρει, δηλαδή, αν είναι χρήσιμοι. Θέλουν απλώς να φανεί ότι είναι αρεστοί.
Λες κι έχουμε καλλιστεία!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ