Ενας συντηρητικός εκσυγχρονιστής



Αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια επιχειρούνται παραλληλισμοί με τον δέκατο ένατο αιώνα και συχνά δημοσιογράφοι, διανοούμενοι και πολιτικοί επικαλούνται λογίους του περασμένου αιώνα, ιδιαίτερα τον Ροΐδη, για να περιγράψουν την τρέχουσα πνευματική και πολιτική κακοδαιμονία της Ελλάδας. Αν ο Ροΐδης με το καυστικό του χιούμορ και την ειρωνική του γλώσσα συγκεντρώνει τις προτιμήσεις, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και άλλους Ελληνες του εξωτερικού που μπορεί να μη διέθεταν τη διασκεδαστική τέχνη του Ροΐδη, εν τούτοις μας προσφέρουν από τη σκοπιά της Διασποράς μια ενδιαφέρουσα και εξακολουθητικά επίκαιρη εικόνα των ελληνικών πραγμάτων. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Δημήτριος Βικέλας, που το όνομά του συνδέθηκε με την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων (1896), αλλά τα κείμενά του μας αποκαλύπτουν και άλλες αξιόλογες πτυχές του, που φαίνονται τώρα καλύτερα στη συγκεντρωτική έκδοση των Απάντων του (επιμ. Αλκη Αγγέλου) που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, τον οποίο ίδρυσε ο ίδιος το 1899.


Ο Βικέλας είναι από τους λόγιους που ουσιαστικά εισήγαγαν το ιστορικό βάθος και την εξελικτική σύλληψη του χρόνου στη νεοελληνική πεζογραφία και αν ήταν περισσότερο έμπορος και λιγότερο λόγιος θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τον Λουκή Λάρα (1879) έγραψε το πρώτο ελληνικό μυθιστορηματικό μανιφέστο του καπιταλισμού. Στο έργο αυτό (το πιο πολυμεταφρασμένο ελληνικό μυθιστόρημα του περασμένου αιώνα) αντιπαρατίθενται δύο στάσεις ζωής, δύο φιλοσοφίες: ο ηρωισμός, που προϋποθέτει ένα είδος γραμμικής, δυναμικής και προοδευτικής κορύφωσης, και ο συντηρητισμός (και ο Βικέλας ήταν δεδηλωμένος συντηρητικός), που ευνοεί την οργανική ανακύκληση, την εσωστρέφεια και τη στοχαστική αναδίπλωση.


* Νοσταλγία και αναμνησιολογία


Απόσταση και ανάμνηση συνιστούν τις μήτρες των γραπτών του Βικέλα συμβάλλοντας κυρίως στον Λουκή Λάρα στην απομυθοποίηση του ρομαντικού φιλελληνισμού και του ηρωικού ’21, με την υποκατάσταση του ιδεώδους της δράσης από το ιδεώδες της τάξης και της προκοπής. Ο Βικέλας ήταν κατά οξύμωρο τρόπο ένας συντηρητικός εκσυγχρονιστής, γιατί αφενός μεν προωθεί τα συντηρητικά ιδεώδη της νοικοκυροσύνης και της μέσης οδού (ακόμη και μέσω των ηρώων του), αφετέρου δε επιδιώκει τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής εκπαίδευσης και κοινωνίας. Η διαμονή του Βικέλα εκτός του ελλαδικού χώρου επιτείνει τη νοσταλγία και την αναμνησιολογία, που με τη σειρά τους οδηγούν σε κάποιες εξιδανικεύσεις προσώπων. Ο συντηρητισμός του σε συνδυασμό με τη νοσταλγία του θα πρέπει να καθόρισαν και τη ροπή του προς τη διαγραφή ανιδιοτελών και αγαθών χαρακτήρων στην πεζογραφία του. Η επιμονή στα πρόσωπα και στις αναμνήσεις οφείλεται και στο γεγονός ότι δεν ρίζωσε ούτε απέκτησε ιδιαίτερο δέσιμο με τους ξένους τόπους στους οποίους έζησε.


Από τη σκοπιά της Διασποράς, ο Βικέλας επιχειρεί επίσης να διαγράψει το πολιτιστικό επίπεδο της Ελλάδας, τις προοπτικές ανάπτυξής της και να αποτυπώσει την πραγματική εικόνα της στο εξωτερικό. Εχοντας συνείδηση της προοπτικής που του εξασφαλίζει η παραμονή του στο εξωτερικό παρατηρεί: «Μακράν της Ελλάδος ευρισκόμενοι δυνάμεθα να κρίνωμεν εξ υψηλοτέρας περιωπής το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της. Η απόστασις τόπου ισοδυναμεί και προς απόστασιν χρόνου. Μακρόθεν βλέποντες, γινόμεθα τρόπον τινά μεταγενέστεροι». Παραδεχόμενος ότι η κοινωνική διάπλαση της Ελλάδας έγινε κάτω από διαφορετικούς ιστορικούς όρους σε σύγκριση με τη Βορειοδυτική Ευρώπη, ελπίζει ότι και αυτή θα μπορούσε να αναπτυχθεί και να προσελκύει περιηγητές, όπως η Σκωτία, όταν ολοκληρωθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο και αποκτηθούν τα κατάλληλα ξενοδοχεία.


Το ρεύμα τούτο [των περιηγητών] θα το ελκύση πολύ περισσότερον η Ελλάς, όταν τελειωθή το σύμπλεγμα των σιδηροδρόμων και αποκτήσωμεν πανταχού ξενοδοχεία παρέχοντα εις τους ξένους τας αναγκαίας ανέσεις, διότι έχομεν όσας φυσικάς καλλονάς δύναται η Σκωτία να επιδείξη, έχομεν δε προσέτι τον ήλιον και τον ουρανόν μας, και διότι, προ πάντων, μας μένουν αι ιεραί αναμνήσεις και τα σεβαστά ερείπια, προς τα οποία ουδέν μνημείον και ουδεμία ιστορική ανάμνησις δύναται να παραβληθή!


* Οραματιστής του τουρισμού


Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Βικέλας ήταν από τους πρώτους που οραματίστηκαν την τουριστική ανάπτυξη της Ελλάδας, εμπνεόμενος από ξένα παραδείγματα, αν κρίνουμε και από τα όσα λέει μετά από μια επίσκεψή του στην Ελβετία.


Η Ελβετία τότε δεν ήτο η Ελβετία της σήμερον. Συχνάκις την επεσκέφθην έκτοτε και βλέπων πόσον μετεβλήθη, αναμετρώ τι είναι δυνατόν να κατορθωθή και εις την Ελλάδα, όταν οι κυβερνήται της θελήσουν να εκμεταλλευθούν την φυσικήν ωραιότητα της χώρας και το γόητρον των ερειπίων της.


Οπως ο Ραγκαβής, έτσι και ο ίδιος εντυπωσιάζεται από τις αναπτυξιακές δυνατότητες που προσφέρει ο σιδηρόδρομος στην Ευρώπη, μολονότι δεν το θεωρεί το προσφορότερο μέσο για περιήγηση.


Τον Βικέλα, όπως και πολλούς άλλους την ίδια εποχή, τον απασχολούσε το κατά πόσο οι Ελληνες είναι Ευρωπαίοι. Είχε επίγνωση ότι η Ελλάδα υστερούσε σε σχέση με άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης και ότι με υπομονή και σωστή δουλειά μπορούσε να προοδεύσει. Ο,τι χρειάζεται κατά τη γνώμη του είναι η τάξη και η συστηματική δουλειά και όχι η επίδειξη αρχαιομανίας ή γαλλομανίας, όπως εύστοχα την περιγράφει με αφορμή το Νεκροταφείο Αθηνών. Αν και δεν διαθέτει το πνεύμα του Ροΐδη, ο Βικέλας αποδίδει πολύ εύστοχα την ξενομανία των Νεοελλήνων αφενός και την ανάγκη ουσιαστικής παιδείας αφετέρου στο κείμενό του «Τα Παρίσια και η ελαφρά φιλολογία». Με αφορμή την επιστολή ενός νέου ποιητή που του ζητούσε να τον πληροφορήσει σε ποια πανεπιστημιακή σχολή στο Παρίσι θα μπορούσε να σπουδάσει την ελαφρά φιλολογία (= λογοτεχνία), βρίσκει την ευκαιρία να δείξει τη σημασία της καλλιέργειας κριτικής σκέψης και την αντίσταση στους συρμούς, προτρέποντας τους νέους συγγραφείς «να μάθουν να γράφουν προτού επιχειρήσουν να συγγράφουν».


* Σεβασμός στις παραδόσεις


Ο Βικέλας ήθελε μεν να εκσυγχρονίσει την Ελλάδα και να την καταστήσει ευρωπαϊκή χώρα, θεωρούσε όμως πως η καλύτερη άμυνα κατά του εκδυτικισμού ήταν η ανάπτυξη του χαλαρωθέντος αισθήματος σεβασμού των νέων προς τους γονείς και τις παραδόσεις. Η απομάκρυνση από το παρελθόν ήταν για τον συντηρητικό Βικέλα βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και μια σοβαρή πτυχή του ήταν και η χαλάρωση του σεβασμού προς τους γονείς. Η έλλειψη σεβασμού συνεπάγετο έμμεσα και την κατάλυση της κοινωνικής ιεραρχίας και ιδίως της οικογένειας. Φαίνονται, νομίζω, έτσι οι αντιφάσεις του Βικέλα αλλά και το δίλημμα «συντηρητισμός ή εκσυγχρονισμός» που εκδηλώνεται εναργέστερα στον ελληνικό δέκατο ένατο αιώνα.


Καμιά φορά ο Βικέλας δεν διστάζει να μιλήσει και για τη χαμηλή υπόληψη της Ελλάδας και την ευθύνη των Ελλήνων γι’ αυτή την κατάσταση: «Πολλάκις ήκουσα παρά ξένων την παρατήρησιν ότι η μετρία μέχρι τούδε υπόληψίς μας οφείλεται προ πάντων εις ημάς αυτούς». Υποστηρίζοντας ότι πια δεν πρέπει να γίνεται λόγος για φιλέλληνες αλλά για φίλους της Ελλάδας καθ’ ότι, κατά τη γνώμη του, ο φιλελληνισμός ήταν προϊόν άλλης εποχής, τονίζει αρκετές φορές ότι, εκτός από τους ελληνιστές, λίγοι ενδιαφέρονται για την Ελλάδα ενώ οι περισσότεροι έχουν ιδέες νεφελώδεις και εσφαλμένες γι’ αυτήν. Αλλοι φαντάζονται τους Ελληνες ως Μωαμεθανούς και άλλοι νομίζουν ότι μιλούν ιταλικά.


Είναι ακριβώς αυτή η γνώση της εικόνας της Ελλάδας στο εξωτερικό που τον κάνει να προειδοποιεί τους συμπατριώτες του ότι δεν πρέπει να υπερτιμούν τη θέση της ούτε να ενστερνίζονται τη θεωρία του περιούσιου λαού: «Ημείς εν Ελλάδι νομίζομεν συνήθως ότι ο κόσμος όλος έχει προς ημάς αδιαλείπτως εστραμμένα τα βλέμματα, ότι περί ημών προ πάντων ενασχολείται». Διαβάζοντας αυτές τις προσγειωμένες σκέψεις του Βικέλα αναρωτιέμαι πόσο επίκαιρες είναι και πόσο λίγο έχουν αλλάξει τα πράγματα από την εποχή του. Τελικά η αποδημία του Βικέλα μπορεί να όξυνε τη νοσταλγία, την αναμνησιολογία του και ίσως και τον συντηρητισμό του, αύξησε όμως και τον κριτικό πραγματισμό του.