Την περασμένη Πέμπτη, ο Πρωθυπουργός, μιλώντας στο Υπουργικό Συμβούλιο εν όψει της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης έθεσε ως προτεραιότητα της κυβέρνησης την καταπολέμηση της ανεργίας με δημιουργία θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης μέσα από την προσέλκυση επενδύσεων. Μάλιστα, τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής της προσπάθειας αυτής.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Τσίπρας μιλάει για την ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων. Πέρυσι, τέτοια εποχή, με τον κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, τόνιζε στη Βουλή την ανάγκη να «παράξουμε πλούτο», για να ξαναμπεί η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά και να μειωθεί η ανεργία.
Ομως έναν χρόνο μετά, βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο όσον αφορά την προσέλκυση επενδύσεων. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ, οι άμεσες ξένες επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ την περίοδο 2013-15 διαμορφώθηκαν κοντά στο 0,5%, τάση που συνεχίστηκε και το 2016, τη στιγμή που άλλες χώρες που μπήκαν σε μνημόνια αλλά κατάφεραν να βγουν, όπως η Κύπρος και η Ιρλανδία, έχουν να επιδείξουν επιδόσεις στον ίδιο τομέα της τάξεως του 5% και 25% του ΑΕΠ αντιστοίχως. Αλλά και η PricewaterhouseCoopers επισημαίνει τη δραματική μείωση των επενδύσεων το 2016 που έφθασε στο 13% του ΑΕΠ έναντι 24% του ΑΕΠ που ήταν μεσοσταθμικά την περίοδο της υψηλής ανάπτυξης, 2000-2008.
Είναι προφανές ότι ακόμα και μια μικρή βελτίωση στον τομέα των επενδύσεων είναι αρκετή για να μπορέσει η οικονομία να βγει από το τέλμα. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, εδώ που έχουμε φτάσει δεν χρειάζονται πολλά για να αυξηθεί το ΑΕΠ κατά 2%. «Ξεκινάμε από εξαιρετικά χαμηλή βάση ύστερα από 25% βύθιση» επισημαίνουν και προσθέτουν ότι για να πάρει πραγματικά μπροστά η οικονομία θα πρέπει επιτέλους να ξεκινήσουν τα μεγάλα έργα και να «τρέξουν» πιο γρήγορα οι ιδιωτικοποιήσεις.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρουν το «Ελληνικό», το οποίο ούτε το 2017 θα ξεκινήσει, καθώς στην καλύτερη περίπτωση εφέτος θα ολοκληρωθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες και κάποια στιγμή του 2018 αναμένεται να μπουν οι μπουλντόζες. Αρκεί να συντονιστεί η κυβέρνηση. Διότι δεν μπορεί τη μία ημέρα να βγαίνει η κυρία Λυδία Κονιόρδου και να θέτει θέμα επανεξέτασης των διατηρητέων κτιρίων στο παλιό αεροδρόμια προκαλώντας αναστάτωση και την επομένη να ανακαλεί την απόφασή της.
Για να «τρέξουν» οι επενδύσεις το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να κάνει ο Πρωθυπουργός είναι να άρει την αβεβαιότητα, διασφαλίζοντας ένα ομαλό πολιτικό περιβάλλον, χωρίς παλινωδίες στην εφαρμογή των όρων της δεύτερης αξιολόγησης και τη γρήγορα ολοκλήρωση της τρίτης, το προσεχές φθινόπωρο.
Διότι για να περάσει στην οικονομία ο θετικός αντίκτυπος του κλεισίματος της δεύτερης αξιολόγησης και να μπορέσει η αγορά να πάρει και πάλι μπροστά, απαιτείται κάποιο χρονικό διάστημα. Ας θυμηθούμε τι συνέβη πέρυσι όταν έκλεισε η πρώτη αξιολόγηση, τέτοια εποχή και πάλι με πολύμηνη καθυστέρηση. Μετά από ένα θετικό για τον τουρισμό καλοκαίρι, η οικονομία άρχισε σιγά-σιγά να παίρνει μπροστά, να εμπεδώνεται στην αγορά κλίμα εμπιστοσύνης, κάτι που αποτυπώθηκε στην επιστροφή καταθέσεων ύψους 4 δισ. ευρώ και στη μείωση των «κόκκινων» δανείων, το οποίο σύντομα αντιστράφηκε με την καθυστέρηση της αξιολόγησης και την αβεβαιότητα που έφερε η συζήτηση για τη δραχμή που επανήλθε στις αρχές του χρόνου στο προσκήνιο ύστερα από σχετικές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών και συγκεκριμένα του κ. Ξυδάκη. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η οικονομία ξαναγύρισε σε αρνητικό πρόσημο, οι καταθέσεις που ήλθαν «πέταξαν» και τα «κόκκινα» δάνεια ξαναπήραν την πάνω βόλτα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ