Εν αρχή ήν ο λόγος, μας λένε οι Γραφές.

Για τα πρωτεία του λόγου, όπως επισημαίνει εδώ και τρεις δεκαετίες ο συνεργάτης μας Λευτέρης Κουσούλης, διαρκείς ήσαν οι συγκρούσεις και οι εντάσεις στην Ιστορία των ανθρώπων.
Στην αρχαία Ελλάδα η ρητορική επικράτησε όλων των επιστημών και στην αρχαία Ρώμη εξελίχθηκε δυναμικά μεταφέροντας γνώση μέχρι τις μέρες μας.
Αργότερα στην Αναγέννηση με την εφεύρεση της τυπογραφίας έλαβε οικουμενικές διαστάσεις μέσω της μαζικής κυκλοφορίας πάσης φύσεως εντύπων και βιβλίων.
Έκτοτε πάμπολλες ήσαν, αλλά μάταιες απεδείχθησαν, οι απόπειρες ελέγχου της διάδοσης των ιδεών. Είναι γνωστή από την ιστοριογραφία η απόπειρα του Ναπολέοντα για τον έλεγχο του Τύπου και το περιβόητο διάταγμα για τις τέσσερις εφημερίδες των Παρισίων.
Αργότερα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στην προεπαναστατική Ρωσία ο Γκεόργκι Πλεχάνοφ υιοθέτησε τις αρχές της προπαγάνδας και της αγκιτάτσιας, χρησιμοποιώντας ολιγόλογα συνθήματα συνοδευόμενα από εικόνες (αφίσες κυρίως καλλιτεχνών της ρωσικής πρωτοπορίας) προκειμένου να καταστήσει εύληπτες τις επαναστατικές ιδέες και να τις μεταδώσει στις φτωχές και εν πολλοίς αγράμματες λαϊκές μάζες.
Ακολούθησε η ακραία εκδοχή των αλληλοδιαδεχόμενων ψεμάτων της γκεμπελικής προπαγάνδας στα χρόνια της ναζιστικής Γερμανίας αφήνοντας πολύ πικρές εμπειρίες στον σύγχρονο κόσμο.
Στη βάση τόσων και τόσων πικρών εμπειριών στην Ιστορία των ανθρώπων οικοδομήθηκαν σταδιακά οι αρχές της ελευθεροτυπίας και της ανεξάρτητης ενημέρωσης, ακριβώς για να προστατευθούν οι κοινωνίες από αθέμιτες πρακτικές ελέγχου της ενημέρωσης και τους περιορισμούς στη διάδοση των ιδεών.
Αρχές οι οποίες δοκιμάζονται διαχρονικά από τη μόνιμη πολιτική αντιπαράθεση για τα πρωτεία του λόγου, αλλά και από την εξέλιξη τόσο των τεχνικών επικοινωνίας, όσο και της τεχνολογίας.
Στις μέρες μας η διαπάλη ορίστηκε από τον θεωρητικό της επικοινωνίας Μάρσαλ Μακ Λούανκαι την επινόησή του ότι «το μέσο είναι το μήνυμα».
Στην Ελλάδα της κρίσης το απόφθεγμά του προσέφερε τη βάση για την οικοδόμηση πολιτικών επικυριαρχίας επί των Μέσων Ενημέρωσης. Τις οποίες υιοθέτησε πλήρως η αριστερό – δεξιά κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, προκειμένου να εδραιώσει την εξουσία της.
Το έδαφος βεβαίως ήταν πρόσφορο. Είχαν προηγηθεί η μακρά πολεμική κατά της διαπλοκής και τα κεφαλαιώδη λάθη των εκδοτών που δεν έβλεπαν πέρα από τη μύτη τους.
Όλη η πολεμική της παρούσης περιόδου για τα πρωτεία του λόγου ασκήθηκε και ασκείται εδώ, σε εμάς, στον ΔΟΛ.
Όχι τυχαία. Η εκδοτική ιστορία ενός αιώνα είναι ελκυστική, όπως και ο μύθος και η κουλτούρα που την συνοδεύουν.

Και μαζί το έμψυχο υλικό, η επάρκεια, η ποιότητα και η μαχητικότητα που επέδειξε το προσωπικό του σε τούτο τον καιρό της μεγάλης κρίσης και της απόλυτης πίεσης πολλαπλασιάζουν την αξία και το ενδιαφέρον.

Ωστόσο δεν μπορεί κανείς να μην σημειώσει ότι η διεκδίκηση για τα πρωτεία του ΔΟΛ, για τον έλεγχό του δηλαδή, ξεπερνά τα όρια και τείνει να λάβει απολύτως αντιδημοκρατικές διαστάσεις.
Οι παρεμβάσεις είναι διαρκείς και προς όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Ειδικά τώρα, στη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, της ειδικής διαχείρισης, η οποία επελέγη από τις Τράπεζες και ενεκρίθη από το Δικαστήριο, ορθώνονται πρωτοφανή εμπόδια.
Οι Τράπεζες δέχονται πιέσεις σε καθημερινή βάση, τα εμπλεκόμενα στελέχη τους καταδιώκονται στην κυριολεξία γιατί άκουσον – άκουσον προσπαθούν να εφαρμόσουν με την ελάχιστη διακινδύνευση την δικαστική απόφαση.
Και αυτά με τη σειρά τους μεταφέρουν πίεση στον ειδικό διαχειριστή να εγκαταλείψει το έργο του, μόλις τρεις βδομάδες πριν από την ολοκλήρωση των σχετικών διαγωνιστικών διαδικασιών.
Ευλόγως λοιπόν διερωτάται κανείς πως νομιμοποιούνται παρεμβάσεις κυβερνητικών στελεχών και άλλων επί μιας πτωχευτικής διαδικασίας εγκεκριμένης από το Δικαστήριο;
Από που αντλούν το δικαίωμα όλοι αυτοί που από τα χαράματα ξεσηκώνουν τον κόσμο απαιτώντας κεφαλές επί πίνακι επειδή δεν τους αρέσει το ένα ή το δείνα δημοσίευμα;
Πρόκειται για παρεμβάσεις ανεπίτρεπτες, βαθιά αντιδημοκρατικές, χωρίς καμία νομιμοποιητική βάση.
Δείγματα της ατελούς Δημοκρατίας μας, αλλά και της αντίληψης που συνοδεύει την ηγετική ομάδα της κυβέρνησης.
Ας μην αυταπατώνται όμως όσοι επιζητούν τον έλεγχο και την υποταγή.
Εδώ που έχουμε φθάσει δεν υπάρχει επιστροφή.
Η ειδική διαχείριση θα ολοκληρωθεί και οι διαγωνιστικές διαδικασίες θα αναδείξουν τη νέα ιδιοκτησία του οργανισμού.
Όλα τα άλλα απλώς δεν θα περάσουν.