Δύο ιδιαίτερα τοξικοί μύθοι που έχουν συστηματικά καλλιεργηθεί για την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) τα τελευταία χρόνια ιδίως από το κυβερνητικό σχήμα φαίνεται ότι συμβάλλουν καθοριστικά στη διάβρωση των φιλοευρωπαϊκών στάσεων της ελληνικής κοινωνίας/πολιτών. Μέχρι του σημείου που μια αυξανόμενη πλειοψηφία τείνει να πιστεύει ότι από την ένταξη έχει ωφεληθεί περισσότερο η Ενωση και όχι η Ελλάδα! Σε δημοσκόπηση δε που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (23/4) μόνο ένα 9,5% πιστεύει ότι η ευρωπαίοι εταίροι μας «κράτησαν στάση αλληλεγγύης προς την Ελλάδα» κατά τη διάρκεια της κρίσης ενώ το 41,5% πιστεύει ότι κράτησαν «εκδικητική στάση»!

Οι μύθοι αυτοί είναι:
(i) «Η Ευρώπη είναι νεοφιλελεύθερη».
(ii) «Η Ευρώπη δεν είναι αλληλέγγυα» προς την Ελλάδα.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα;
1. «Η Ευρώπη είναι νεοφιλελεύθερη». Ο χαρακτηρισμός της Ενωσης ως νεοφιλελεύθερης είναι πέρα για πέρα εκτός πραγματικότητας. Η Συνθήκη της Λισαβόνας (κατ’ επέκταση και η ΕΕ) θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί περισσότερο ως ένα σοσιαλδημοκρατικό κείμενο και πολύ λιγότερο ως νεοφιλελεύθερο.
Γενικά ενώ ο νεοφιλελευθερισμός θεωρείται ως ένα σύστημα απορρύθμισης (deregulation), η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ένα σύστημα ρύθμισης (regulation).
Βεβαίως η Συνθήκη, όπως και οι προηγούμενες, θεσπίζει τις τέσσερις ελευθερίες (διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων, ατόμων) αλλά η συνολική οικονομία του κειμένου/ρυθμίσεων έχει σοσιαλδημοκρατικό περιεχόμενο. Ετσι, ως κύριος στόχος της Ενωσης ορίζεται, μεταξύ άλλων, «η επίτευξη της άκρως ανταγωνιστικής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο…» (άρθρο 3 Συνθήκης Ευρωπαϊκής Ενωσης – ΣΕΕ). Η αναφορά/διάταξη συνιστά τον ορισμό της σοσιαλδημοκρατίας. Ωστόσο η Συνθήκη προσθέτει ότι:
«…η Ενωση καταπολεμά τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις διακρίσεις και πρέπει να προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη και προστασία, την ισότητα μεταξύ των γυναικών και ανδρών, την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών και την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού…» (άρθρο 3 ΣΕΕ).
Εξίσου σημαντική, αν όχι σημαντικότερη, είναι η ενσωμάτωση της λεγόμενης «κοινωνικής ρήτρας» στη Συνθήκη (άρθρο 9 ΣΕΕ).
Πέρα όμως από αυτές τις γενικές διατάξεις, η Συνθήκη περιέχει σημαντική δέσμη άλλων ρυθμίσεων σοσιαλδημοκρατικού περιεχομένου, όπως:
(i) για την καταπολέμηση των διακρίσεων (άρθρο 10 Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ – ΣΛΕΕ)
(ii) την περιβαλλοντική προστασία (άρθρο 11, 191-193 ΣΛΕΕ)
(iii) την προστασία των καταναλωτών (άρθρο 12, 169 ΣΛΕΕ)
(iv) την προστασία των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (άρθρο 14 ΣΛΕΕ)
(v) την προστασία των ζώων (άρθ. 13 και σχετικό πρωτόκολλο ΣΛΕΕ).
Και βεβαίως ενσωματώνει τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων με μεγάλη δέσμη διατάξεων κοινωνικού περιεχομένου.
Οι διατάξεις αυτές θα μπορούσαν βεβαίως να είναι διατυπωμένες σε υψηλότερο παρονομαστή αλλά έστω και όπως έχουν προσδίδουν στην Ενωση σαφή, ευδιάκριτη σοσιαλδημοκρατική ταυτότητα. Θα πρέπει βέβαια να αναγνωρισθεί ότι το «κοινωνικό κεκτημένο» της Συνθήκης δεν έχει υλοποιηθεί στον επιθυμητό βαθμό. Αλλά αυτό οφείλεται αποκλειστικά στους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων στην ΕΕ και στον συντηρητικό τρόπο με τον οποίο «διαβάζουν» τη Συνθήκη.
2. «Η Ευρώπη δεν είναι αλληλέγγυα». Πρώτα απ’ όλα να επισημανθεί ότι η έννοια της αλληλεγγύης συνιστά αξία υποβάθρου επάνω στην οποία οικοδομείται η Ενωση σύμφωνα με τις Συνθήκες. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 3 ΣΕΕ), η Ενωση συνιστά «σύστημα αλληλεγγύης» καθώς, όπως ρητά ορίζει, «προάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών» και για τον σκοπό αυτό έχει θεσπίσει σχετικές πολιτικές.
Ενα αδιάψευστο μέτρο για την εκτίμηση των ωφελειών αλληλεγγύης αποτελούν οι χρηματικές ροές από τον προϋπολογισμό της Ενωσης (διαρθρωτικά ταμεία, γεωργικό ταμείο, άλλα ταμεία και πολιτικές). Σύμφωνα λοιπόν με το κριτήριο αυτό, η Ελλάδα από την ένταξή της (1981) υπήρξε «καθαρός αναλήπτης» (net recipient) πόρων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το 2015 οι συνολικές δαπάνες της Ενωσης στην Ελλάδα έφθασαν τα 6,210 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 3,52% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) ενώ η συνεισφορά της Ελλάδας στον προϋπολογισμό τα 1,206 δισ. ευρώ (0,68% ΑΕΕ). Η Ελλάδα δηλαδή είχε καθαρό όφελος ύψους 5,004 δισ. Είναι το ποσό πόρων που επιτρέπει στην Ελλάδα της κρίσης «να λειτουργεί» με κάποιες αναπτυξιακές δραστηριότητες (κατασκευή οδικών αξόνων π.χ. μέσω του ΕΣΠΑ), να αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα (όπως π.χ. Προσφυγικό/Μεταναστευτικό –συνολική χρηματοδότηση της χώρας 1,020 δισ. ευρώ) ή να βελτιώνει την εισοδηματική θέση των αγροτών επίσης. Μια άλλη ισχυρή εκδήλωση της ενωσιακής αλληλεγγύης υπήρξε βεβαίως η στήριξη της χώρας για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους μέσω των διακρατικών δανείων του EFSF και ESM (συνολικού ύψους 260 δισ. ευρώ). Αλλά και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής υπήρξε εκδήλωση της ενωσιακής αλληλεγγύης (αν και ορισμένοι θα ήθελαν η Ενωση να στείλει στρατεύματα –που δεν έχει –για να εξοντώσει ίσως την Τουρκία ή οποιονδήποτε άλλο εχθρό του έθνους!)
Σε ορισμένες περιοχές χρειάζεται οπωσδήποτε η ενίσχυση των στοιχείων αλληλεγγύης, όπως π.χ. στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα δεν νομιμοποιείται καθόλου να καλλιεργεί τον ζημιογόνο μύθο για τη «μη αλληλέγγυα Ενωση», όπως και τον μύθο για τη «νεοφιλελεύθερη Ευρώπη». Απλώς υπονομεύουν τη θέση της χώρας στο σύστημα της ΕΕ.
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ