Θα ήταν άνοιξη του 2006, μέρες πασχαλινές, όπως και τώρα, αν δεν μας απατά η μνήμη. Η ομήγυρις ετερόκλητη. Φιλόδοξα τραπεζικά στελέχη κατά βάση, καθηγητάδες, επιχειρηματίες, έμποροι, λίγοι πολιτικοί και ακόμη λιγότεροι δημοσιογράφοι. Πλούσια η εποχή, τότε που όλα φάνταζαν μεγάλα, σπουδαία και ανέφελα.
Ο Καραμανλής κυβερνούσε αμέριμνα, ο Αλογοσκούφης κάτι ψέλλιζε για μεταρρυθμίσεις, οι καθηγητές ήσαν αποχαυνωμένοι από την ευφορία των καρπών της γης και οι τραπεζίτες έτρεχαν από ντιλ σε ντιλ, κοκορεύονταν ποιος ανοίγει την αγορά περισσότερο, μετρούσαν τα μπόνους και προπαγάνδιζαν, καταγοητευμένοι από τα ανέλπιστα πλούτη τους, ένα μέλλον ελπιδοφόρο, γεμάτο ευκαιρίες και δυνατότητες.
Εκείνο το κλίμα της χαράς χάλασε ένας εκ των δημοσιογράφων, επιχειρώντας να προβάλει ενστάσεις και να αμφισβητήσει το μοντέλο της «φούσκας» που τότε κυριαρχούσε.
«Μα πώς είναι δυνατόν να δίνετε δάνεια σε όποιον περνά έξω από τα υποκαταστήματά σας ακόμη και για διακοπές, χωρίς να νοιάζεστε πώς θα τα αποπληρώσει;» διερωτήθηκε, φωνάζοντας για να τον ακούσουν οι θορυβώδεις των τραπεζών.
«Πώς είναι δυνατόν να δίνετε στεγαστικά στο 120% της αξίας των ακινήτων με μόνη εξασφάλιση την υποθήκη του σπιτιού;» συνέχισε με την ίδια ένταση, «πώς είναι δυνατόν να γοητεύεστε από τον Λούα-Λούα και τον κάθε παιχνιδιάρη που φαντάζεται ότι έχει τη χώρα στο τσεπάκι του;» επέμεινε.
Η απάντηση ήταν οργίλη, από σχεδόν ολόκληρη την παρέα. «Ετσι δουλεύει το σύστημα, αυτή είναι η μόχλευση, το χρήμα κινείται, γεννά καινούργιο, φέρνει πρόοδο κι ανάπτυξη, και τέλος πάντων δεν κάνουμε κανένα κακό, τη ζωή των πολιτών βελτιώνουμε, σπίτια και αυτοκίνητα δίνουμε, τον τουρισμό ενισχύουμε, την οικονομία τρέχουμε…».
Και όταν εκείνος αντέτεινε ότι «για τα λεφτά τα κάνετε όλα, για τα μπόνους και τον προσωπικό σας πλουτισμό διαγκωνίζεστε, χωρίς να βλέπετε πέρα από τη μύτη σας», εξεγέρθησαν. «Τι είναι αυτά που λες, κομμουνιστής είσαι;».
Αναψε ο καβγάς για τα καλά, γύρισαν όλοι από τα γύρω τραπέζια και κοίταζαν με απορία.
Δέκα χρόνια μετά και αφού η «φούσκα» έσκασε πρώτα στην Αμερική, παρασύροντας και την Ελλάδα στον όλεθρο, οι περισσότεροι από τους τραπεζίτες φόρεσαν το καπέλο ανάποδα και από χορηγοί δανείων μετατράπηκαν σε κυνηγοί κεφαλών.
Θερμοπαρακαλούσαν αρχικώς για τη διάσωσή τους, επέτυχαν τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις υποθηκεύοντας το μέλλον όλων μας, παρέδωσαν τις τράπεζες αντί πινακίου φακής στους ξένους και μετά άλλαξαν βιολί…
Τα ίδια πρόσωπα, όπως με κυνισμό μοίραζαν το χρήμα, πασχίζουν τώρα να το ανακτήσουν με τον ίδιο και χειρότερο τρόπο.
Η αντίφαση είναι προφανής.
Τα παιδιά της «φούσκας» δεν μπορούν να παριστάνουν τους άτεγκτους κριτές, τους αυστηρούς αξιολογητές, τους τιμητές και κήνσορες.
Λίγο μέτρο δεν βλάπτει…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ