Μία μεγάλη κατάκτηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι η θεσμοθέτηση του κοινωνικού διαλόγου στο χώρο της παραγωγής και των εργασιακών σχέσεων. Η διαπραγμάτευση κράτους –συνδικάτων και εργοδοτών οικοδόμησε το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.

Εργασία και κεφάλαιο έμαθαν να συνδιαλέγονται και να συμβιβάζονται για την ειρηνική συμβίωση, χωρίς να αρνούνται τα ταξικά συμφέροντα. Οι συσχετισμοί κοινωνικής και πολιτικής δύναμης διαμόρφωναν κάθε φορά ένα νέο status quo. Σήμερα η οικονομία κυριαρχεί και προσδιορίζει την πολιτική ατζέντα.

Από τη μεταπολίτευση μέχρι την έναρξη της μνημονιακής περιόδου και στη χώρα μας ο θεσμοθετημένος κοινωνικός διάλογος συνέβαλε τα μέγιστα στη δημοκρατικότερη κοινωνική συμβίωση και ειρήνη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Μία από τις μεγαλύτερες ίσως πληγές των μνημονιακών ρυθμίσεων με ανυπολόγιστες συνέπειες στην παραγωγή, την κοινωνία και την πολιτική ήταν η κατάργηση του κοινωνικού διαλόγου. Το κράτος εδώ και επτά χρόνια συνδιαλέγεται μονάχα με τους δανειστές και το χάσμα με την κοινωνία συνεχώς διευρύνεται.
Ο παροπλισμός του θεσμοθετημένου διαλόγου, οδηγεί σε αυθόρμητες κοινωνικές εκρήξεις και κινήματα αγανακτισμένων, που πολλές φορές, όπως μας διδάσκει η ιστορία, κάνουν μία επανάσταση στον ουρανό. Θρέφουν αυταπάτες ότι από τη μία μέρα στην άλλη θα αλλάξουν τον κόσμο και τους ανθρώπους. Και μετά έρχεται η απογοήτευση και η αποστράτευση. 2 εκ.
Έλληνες έχουν απομακρυνθεί από την κάλπη. Η συμμετοχή στους κοινωνικούς φορείς ισχνή και η διαπραγματευτική ισχύ των φορέων μηδαμινή. Συνδικάτα εργαζομένων ή εργοδοτών, επαγγελματικές ενώσεις, επιμελητήρια κ.α. σήμερα μπορεί τυπικά να συνδιαλέγονται με το κράτος, αλλά ουσιαστικά είναι παντελώς απόντα από τις βασικές μνημονιακές ρυθμίσεις που δεσμεύουν την πορεία της χώρας για πολλές δεκαετίες. Απόντα τα κοινωνικά υποκείμενα, αλλά απόντα και τα πολιτικά κόμματα.
Η κυβέρνηση αντί με καθαρό, σοβαρό και υπεύθυνο δημόσιο λόγο να ανοίγει ένα βήμα για διαρκή εθνικό και κοινωνικό διάλογο, συνεχίζει τον κυβερνητικό μονόλογο, φτιάχνει εχθρούς στο εξωτερικό και εσωτερικό και για όλα φταίνε οι άλλοι, οι χθεσινοί. Δεν λέει να συνειδητοποιήσει ότι το μονοπάτι της ενίσχυσης της Ανάπτυξης και της Δημοκρατίας περνάει μέσα από τον κοινωνικό διάλογο με τις δυνάμεις της παραγωγής, της εργασίας, του επιχειρείν, της αγροτιάς, της νεολαίας.
Μας είπαν οι κυβερνώντες ότι ως «αντίμετρο» στη ψήφιση του 3ου Μνημονίου θα εφαρμόσουν «παράλληλο» πρόγραμμα. Άκρα του τάφου σιωπή μέχρι σήμερα. Τώρα διατυμπανίζουν ως «αντίμετρα» που θα εφαρμοσθούν όχι παράλληλα αλλά όταν επιτευχθούν οι στόχοι της ανάπτυξης του 3,5 κλπ. Δηλαδή έπεα πτερόεντα.

Και αντί για συνεννόηση με τις πολιτικές δυνάμεις για να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις που αφορούν την πορεία της χώρας οι κυβερνώντες επιχειρούν να αλλάξουν την πολιτική ατζέντα. Βουτάνε στο παρελθόν να επιβεβαιώσουν τους ισχυρισμούς τους ότι για όλα φταίνε οι χθεσινοί. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι δεν θέλουν να καταλάβουν με τις πρακτικές και τα μέτρα που παίρνουν στρώνουν το δρόμο για την παλινόρθωση της δεξιάς. Βλέπουν τον λύκο που έρχεται και ψάχνουν τον «τορό», προσπαθώντας έτσι να διασκεδάσουν το κακό που έρχεται.

Ακόμη και σήμερα πρέπει να κατανοήσει το πολιτικό σύστημα ότι υπάρχει ένα μονοπάτι, αυτό του κοινωνικού διαλόγου που οδηγεί στο ζωντάνεμα της Ανάπτυξης και της Δημοκρατίας με την κινητοποίηση των παραγωγικών και δημιουργικών δυνάμεων του τόπου. Ένας θεσμοθετημένος διάλογος στο χώρο της παραγωγής με τις Περιφέρειες, τους παραγωγικούς φορείς και τα επιμελητήρια μπορεί να σχεδιάσει πραγματικά ένα ρεαλιστικό σχέδιο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης της χώρας, που μπορεί να γίνει σεβαστό από τους εταίρους και τους δανειστές και να αποτελέσει το αποφασιστικό βήμα για να αλλάξουν τα πράγματα στον τόπο μας.
Όσοι αναλάβουν σε πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο, παρόμοιες πρωτοβουλίες θα ξανακτίσουν γέφυρες εμπιστοσύνης με την κοινωνία και σίγουρα θα συμβάλουν στην αλλαγή πορείας της υπό επιτήρηση δημοκρατίας της χώρας μας.