Η δημόσια συζήτηση κρατά καιρό, βαρετή για κάποιους, τεχνική, χωρίς πολιτική ουσία για άλλους· το γεγονός όμως παραμένει, οι δημοσκοπήσεις –είτε συνωμοτούν είτε κάνουν λάθος –πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους.
Επιχειρήματα όπως «δεν προβλέπουν – βοηθούν στην κατανόηση πολιτικών συσχετισμών και αλλαγών στον χρόνο» πέφτουν στο κενό, ίσως γιατί ο ίδιος ο κλάδος επί χρόνια καλλιέργησε την άποψη της πρόβλεψης με ακρίβεια δεκαδικού.
Ερευνητικές ανησυχίες, όπως οι πηγές άντλησης του δείγματος, η αντικατάσταση του σταθερού από το κινητό τηλέφωνο, η μεροληψία που δημιουργεί η άρνηση συμμετοχής, είναι τεχνικά ζητήματα που πρέπει να απασχολούν τον κλάδο αλλά δεν βοηθούν στην πολιτική ανάλυση.
Ενα τεχνικό ζήτημα όμως σχετίζεται άμεσα με την κατανόηση της ελληνικής κοινωνίας· η στάθμιση ως προς την προηγούμενη ψήφο.
Στην Ελλάδα οι περισσότερες εταιρείες δημοσκοπήσεων σταθμίζουν το δείγμα τους ως προς την προηγούμενη ψήφο. Μια πρακτική που δεν ακολουθείται σε άλλες δυτικές χώρες, όπου ο δείκτης θεωρείται αναξιόπιστος. Εκεί οι εταιρείες χρησιμοποιούν τα δικά τους (διαφορετικά) μοντέλα εκτίμησης ψήφου αναρτώντας τη μεθοδολογία τους, με διαφάνεια, στο Διαδίκτυο. Ετσι, κάθε εταιρεία είναι υπεύθυνη για την ποιότητα της δουλειάς της.
Στην Ελλάδα, η ερώτηση της προηγούμενης ψήφου για πολλά χρόνια λειτούργησε με επιτυχία. Γιατί; Η ελληνική κοινωνία είχε έντονες πολιτικές απόψεις. Κανείς δεν ήταν τόσο αδιάφορος ώστε να μη θυμάται τι ψήφισε… Η διαφοροποίηση των κομμάτων ήταν έντονη, οι πολιτικές ταυτότητες διακριτές και το ποιο κόμμα ψηφίζω δήλωνε ποιος/ποια είμαι. Το «κόμμα μου» όχι μόνο δεν άλλαζε από τετραετία σε τετραετία αλλά καθόριζε την ελληνική κοινωνία σχεδόν όσο οι κοινωνικές τάξεις όριζαν τη βικτωριανή Αγγλία.
Η αλλαγή ξεκίνησε μετά το 2004· οι ψηφοφόροι έπαψαν να είναι πιστοί, η αδιευκρίνιστη ψήφος τη διετία 2007-2009 έφθασε 20% και οι αναλυτές δημοσκοπήσεων άρχισαν να μιλούν για ρευστότητα.
Η σαρωτική παράμετρος όμως ήταν η οικονομική κρίση.
Οι πολίτες έχασαν την εμπιστοσύνη τους στα κόμματα, η πολιτική την κατεύθυνσή της και η δημόσια συζήτηση απορροφήθηκε από το Μνημόνιο.
Η αδιευκρίνιστη ψήφος σήμερα φθάνει στο 40% και οι μετακινήσεις ψηφοφόρων είναι απρόβλεπτες. Ομάδες ψηφοφόρων μπορούν να μετακινηθούν σε όλο το φάσμα των πολιτικών κομμάτων, όχι μόνο δίπλα από τον πολιτικό τους χώρο. Ολο περισσότεροι αποφασίζουν κυριολεκτικά παραμονή των εκλογών με κριτήρια που οι έρευνες δεν έχουν καταφέρει να αποσαφηνίσουν.
Η ρευστότητα και η αναποφασιστικότητα δυσκολεύουν αλλά το λάθος που προκαλεί η στάθμιση ως προς την προηγούμενη ψήφο δεν οφείλεται στη ρευστότητα.
Οφείλεται στην κατάρρευση της ατομικής πολιτικής ταυτότητας και στον κατακερματισμό του εκλογικού σώματος.
Το ποιο κόμμα ψηφίζω είναι πλέον η λιγότερο κακή επιλογή ανάμεσα σε κόμματα που δεν με εκφράζουν, συμβιβασμός, λάθος, κάτι για το οποίο μετανιώνω (αλλά θα ξαναψηφίσω), αντίδραση, θυμός αλλά πάντως σπάνια θετική επιλογή και σίγουρα όχι καθοριστικός παράγοντας της ταυτότητάς μου. Στις συζητήσεις υπάρχει ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν όλοι: η απογοήτευση από τα κόμματα.
Η έξοδος από την κρίση δεν ήταν ποτέ ένα σχέδιο των κομμάτων (ως αντιπροσώπων των πολιτών) αλλά ένα μνημόνιο, ένα «ξένο» πρόγραμμα. Η αντιμνημονιακή επικοινωνιακή στρατηγική που επικράτησε επί 7 χρόνια διέτρεξε οριζόντια το πολιτικό σκηνικό, θόλωσε τις διαχωριστικές γραμμές των κομμάτων, μπέρδεψε τους ψηφοφόρους και κατέστρεψε τους πολιτικούς συσχετισμούς της μεταπολίτευσης. Το εκλογικό σώμα κατακερματίστηκε.
Οι δημοσκοπήσεις πέφτουν έξω γιατί με παλιά εργαλεία προσπαθούν να εξηγήσουν μια νέα πραγματικότητα. Η ερώτηση της προηγούμενης ψήφου είναι πλέον αναξιόπιστος δείκτης γιατί η πολιτική ταυτότητα των ερωτώμενων δεν είναι δεδομένη, ούτε διακριτή ή μονοσήμαντη. Οχι μόνο δεν εξηγεί το εκλογικό σώμα αλλά «παραμορφώνει» την εικόνα.
Στο κατακερματισμένο αυτό περιβάλλον λείπει ο ενοποιητικός ιστός, το όραμα για το πού θέλουμε να πάμε και η στρατηγική για το πώς θα φτάσουμε εκεί όλοι μαζί. Λείπει η πολιτική πρόταση των κομμάτων. Γι’ αυτό σχεδόν το μισό εκλογικό σώμα παραμένει έξω από το πολιτικό γίγνεσθαι.
Μέχρι τα πολιτικά κόμματα να ασχοληθούν σοβαρά με το ποσοστό της αδιευκρίνιστης ψήφου αντί με το ευμετάβλητο ποσοστό της διαφοράς μεταξύ των 2 πρώτων, φοβάμαι ότι οι δημοσκοπήσεις δεν θα έχουν να μας πουν τίποτα νέο για καιρό ακόμα.
Η κυρία Ανδρομάχη Βάνη είναι μαθηματικός – πολιτική ερευνήτρια.