Στα τελευταία σαράντα χρόνια έχουν ως γνωστόν επιχειρηθεί στη χώρα μας αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση είτε από νεοεκλεγμένες κυβερνήσεις είτε από διαφορετικούς υπουργούς της ίδιας κυβέρνησης (!) –μερικές από τις οποίες αποδείχθηκαν μη απαραίτητες ή ανώφελες ή και ακόμη βλαπτικές για τα εκπαιδευτικά μας πράγματα.

Εάν ανατρέξει κάποιος στις πρωτοβουλίες αυτές, θα διαπιστώσει μεταξύ άλλων ότι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος του υπουργείου Παιδείας στις περισσότερες περιπτώσεις εξαντλούνταν κυρίως σε αλλαγές στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών αφενός και στον τρόπο εισαγωγής των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αφετέρου. Κάτι ανάλογο φαίνεται ότι επιχειρείται και τώρα, όπως μπορεί να συναχθεί από τις σχετικές εξαγγελίες του αρμόδιου υπουργού.

Ανακοινώθηκε προ καιρού επί παραδείγματι ότι ακρωτηριάζεται ο αριθμός των εβδομαδιαίων ωρών διδασκαλίας στο Γυμνάσιο για το μάθημα της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και συνάμα επέρχεται αναπόδραστα υποβάθμισή του, αφού καταργείται η γραπτή του εξέταση στους διαγωνισμούς του Ιουνίου. Γνωρίζουμε ότι το πολύπαθο αυτό μάθημα κατατρύχεται ανέκαθεν θα έλεγε κάποιος από «βάσκανον μοίραν»! Στη γνωστή μεταρρύθμιση Γεωργίου Ράλλη (1976) εξοβελίστηκε εντελώς η διδασκαλία του από το Γυμνάσιο και «στριμώχτηκε» απερίσκεπτα στην πρώτη Λυκείου, γεγονός που διήρκεσε δυστυχώς δεκαεπτά περίπου χρόνια. Πρέπει να ειπωθεί εδώ ότι οι πρωτεργάτες (Ράλλης – Καλλίας) της απόφασης εκείνης μετάνιωσαν αργότερα ειλικρινά για το ατόπημα που επέτρεψαν τότε να επισυμβεί.
Σε επόμενες μεταρρυθμίσεις θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει και άλλες εξίσου επιβλαβείς αποφάσεις: Εκδιώχτηκε από το πρόγραμμα του Γυμνασίου η διδασκαλία του πλατωνικού διαλόγου «Κρίτων», που κατά την απόφανση ξένου διαπρεπούς φιλολόγου αποτελεί «θεσπέσιο ύμνο» στην πατρίδα και ειδικότερα στην υπακοή όλων των πολιτών στους νόμους της δημοκρατικής πολιτείας. Εξοβελίστηκε από το πρόγραμμα του Λυκείου η διδασκαλία ενός απαράμιλλου θουκυδίδειου κειμένου, ο γνωστός «Επιτάφιος» του Περικλή (Β 34-46), που αποτελεί, όπως όλοι ξέρουμε, τον φλογερότερο διθύραμβο που γράφτηκε ποτέ στους αιώνες για το δημοκρατικό πολίτευμα. Εκτοπίστηκαν από τα προγράμματα Γυμνασίου και Λυκείου τα Λατινικά, και έχουν περιθωριοποιηθεί πλέον, δίκην διδακτικού απολιθώματος, με λίγες ώρες και ελάχιστα κείμενα στις δύο τελευταίες τάξεις του γενικού Λυκείου.
Ποια η σημασία της διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής στο Γυμνάσιο για την εμπέδωση και κατάκτηση της Νέας Ελληνικής από τις νέες γενιές έχει κατ’ επανάληψιν τονιστεί από πολλούς ειδήμονες και μη (βλ. και δικές μας επιφυλλίδες στο «Βήμα» της Κυριακής στις 12.11.2013 και στις 27.4.2014). Μερικοί ωστόσο εξακολουθούν να επιμένουν ότι η νεοελληνική μας γλώσσα, σαν να ήταν η Εσπεράντο, μπορεί να κατακτηθεί και να καρπίσει στα χείλη και στην ψυχή των νέων μας χωρίς τη διδασκαλία στοιχείων έστω της αττικής διαλέκτου. Πλανώνται όμως πλάνην οικτράν! Γιατί αν αποξενωθούν οι νέες γενιές από την Αρχαία Ελληνική και γενικότερα από τη λόγια γλωσσική μας παράδοση, που διαθέτει έναν ισχυρότατο παραγωγικο-συνθετικό μηχανισμό, θα απολέσουν βαθμηδόν την ικανότητα αυτενέργειας που επιτρέπει να αναγνωρίζουμε την έννοια των λέξεων από την ετυμολογική τους σύσταση και να επιτυγχάνουμε περαιτέρω λεξιλογική ανανέωση στους διάφορους τομείς της ζωής, κυρίως στα πεδία της επιστήμης, της τεχνολογίας και του θεωρητικού στοχασμού. Για την εξυπηρέτηση ιδίως των πεδίων αυτών οι ευρωπαϊκές γλώσσες προσφεύγουν ανέκαθεν ως γνωστόν ανελλιπώς είτε στο λεξιλόγιο της Αρχαίας Ελληνικής είτε σε αυτό της Λατινικής.
Πώς οι νέοι μας θα μπορέσουν να εμπεδώσουν, παραδείγματος χάρη, τη σημασία των λέξεων άλωση, άρση, αιρετός, αν δεν γνωρίζουν τα αντίστοιχα αρχαιοελληνικά ρήματα από τα οποία προέρχονται: αλίσκομαι (= κυριεύομαι), αίρω (= υψώνω) και αιρούμαι (= εκλέγω); Πώς θα κατανοήσουν την έννοια των σύνθετων λέξεων, λόγου χάρη, λαθραναγνώστης, οικοσκευή, οφθαλμαπάτη, αν παράλληλα προς τις νεοελληνικές λέξεις κρυφά, σπίτι και μάτι δεν ξέρουν το αντίστοιχο αρχαιοελληνικό πρώτο συνθετικό: λάθρα, οίκος, οφθαλμός; Εάν οι νέες γενιές μάθουν μόνο τα ρήματα πέφτω και στέκομαι, λόγου χάρη, πώς θα πλάσουν τα σύνθετα: εκπίπτω, συμπίπτω, υποπίπτω κ.λπ., ή προΐσταμαι, συνίσταμαι, υφίσταμαι κ.λπ., χωρίς τη γνώση των αρχαιοελληνικών ρημάτων: πίπτω και ίσταμαι; Εάν επίσης αγνοούν επί παραδείγματι τα αρχαιοελληνικά ρήματα δείκνυμι (= δείχνω) και δάκνω (= δαγκώνω), πώς θα διακρίνουν την έννοια των λέξεων δείγμα και δήγμα;
Ολοι ξέρουμε ότι το σχολείο πρέπει να αποτελεί θύλακα αντίστασης στο πνεύμα της ρηχής χρησιμοθηρίας και αντίβαρο στους γλωσσικούς και εξωγλωσσικούς επηρεασμούς, που οδηγούν σε γλωσσική αφασία ή τερατογονία. Ειδικότερα η γλωσσική διδασκαλία επιβάλλεται να είναι όσο το δυνατόν πληρέστερη, περιλαμβάνοντας αρμονικά, στην περίπτωση ιδίως ιστορικών γλωσσών, όπως η δική μας, και τη συγχρονική και τη διαχρονική διάσταση της γλώσσας –πάνω απ’ όλα μακριά από λύσεις ευκολίας, παροδηγητικές μονομέρειες και ολέθριες ιδεοληψίες.


Ο κ. Γεράσιμος Α. Μαρκαντωνάτος είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ