Αν στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης υπήρχε ένας χώρος που παρά τα λάθη του, μερικές φορές και τις υπερβολές του, υπεράσπιζε τον ορθό λόγο, τις σταθερές αξίες της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας, τον διάλογο και τον πλουραλισμό, αυτός ήταν κυρίως ο χώρος που κάλυπταν οι δύο εφημερίδες του ΔΟΛ, «Το Βήμα» και «Τα Νέα». Από την άλλη πλευρά, την αποκαλούμενη και συντηρητική, που σε πολλά πράγματα ήταν πιο προοδευτική από κάποιους δήθεν ριζοσπάστες αριστερούς, υπάρχει η «Καθημερινή». Σήμερα ο χώρος της μετριοπάθειας, της σύνεσης και της συναίνεσης κινδυνεύει να χάσει τις δύο πιο σοβαρές εφημερίδες του. Οχι τους τίτλους, αλλά την ουσία τους. Δεν αλλάζουν απλά όλα. Αλλάζουν όλα προς το χειρότερο.
Αυτό το χειρότερο περνά από δύο φάσεις. Η πρώτη είναι αυτή της ολιστικής σκέψης. Αυτή θεωρεί ότι όλα τα πράγματα έχουν μία μόνο ερμηνεία. Τη δική μας. Κάθε άλλη ερμηνεία είναι προδοτική και αντιλαϊκή. Κάθε σκεπτόμενος διαφορετικά από εμάς είναι «εχθρός του λαού», του οποίου ο μόνος «φίλος» είναι αυτό που του λέει η ολιστική αλήθεια. Σ’ αυτό το πλαίσιο αν ο λαός θέλει να ζει «ελεύθερα», πρέπει να στερηθεί τη χωρίς εισαγωγικά ελευθερία του. Να στερηθεί επίσης την ελευθερία όχι του Τύπου γενικά, αλλά μόνο ενός είδους Τύπου. Του μετριοπαθούς Τύπου που έχει άποψη διαφορετική από αυτήν που έχει ο ολισμός ή μάλλον άποψη διαφορετική από αυτήν που ο ολισμός επιθυμεί να έχουν Τύπος και πολίτες. Δεν τίθεται θέμα ελευθερίας του Τύπου γενικά, γιατί ο «κίτρινος» και ο «αυριανικός» Τύπος σε περιόδους κυριαρχίας του αριστεροακροδεξιού ολισμού, όπως συμβαίνει σήμερα, ζει και βασιλεύει και τα ΜΜΕ κυριεύει. Ακόμη και κυρίως αυτά του προοδευτικού και πλουραλιστικού χώρου.
Η ολιστική ιδεολογία ακολουθεί μια γραμμή σύμφωνα με την οποία οι κοινωνίες κινούνται από απόλυτες νομοτέλειες (όλα στο κράτος ή όλα στην αγορά). Νομοτέλειες που μπορούν να επιβληθούν μόνο με την εφαρμογή βολονταριστικών πολιτικών. Το περιβάλλον του ολισμού είναι η άγνοια και η αδιαφορία για τα γεγονότα. Σύνθημά του το «θα κτυπάμε τον ζουρνά και οι άλλοι θα χορεύουν». Για να γίνει όμως ο ολισμός κυρίαρχος, δεν του αρκεί να κατέχει την κυβερνητική εξουσία, χρειάζεται να κατέχει όλες τις εξουσίες. Και κυρίως την εξουσία του Τύπου. Εδώ είμαστε σήμερα. Υπάρχει όμως και συνέχεια.
Η δεύτερη φάση της ολιστικής ιδεολογίας είναι αυτή του ολοκληρωτισμού. Εδώ πλέον υπάρχει μόνο ένας Τύπος, ένα καθεστώς, ένα κόμμα, μια ιδεολογία και όλοι πλέον υποχρεούνται να κινούνται στο πλαίσιο της σκέψης του ηγέτη ή του κόμματος, του ενός κόμματος. Και αν η σκέψη του ηγέτη δεν είναι και τόσο «προχωρημένη», τότε υπάρχει χώρος λαμπρός για τους υποτελείς ή ιδιοτελείς να «μαντέψουν» τη σκέψη του και να την υλοποιήσουν, ακόμη και σε περιπτώσεις που αυτός δεν έχει δώσει στίγμα των πολιτικών και των προθέσεών του. Ετσι έχουμε Τύπο, δημοσιογράφους και διανοούμενους που εργάζονται στο «πνεύμα» του αρχηγού.
Σήμερα δεν είμαστε στη φάση του ολοκληρωτισμού και αν δεν μας προκύψει από το πουθενά καμιά «απλή αναλογική», δεν θα είμαστε και τα επόμενα χρόνια. Είμαστε όμως στη φάση που ο ολισμός επιδιώκει να βρει «συνεργάτες» που θα δουλεύουν στο «πνεύμα» του ηγέτη και οι οποίοι θα κάνουν εύκολο τον δρόμο προς τη δημιουργία «καθεστωτικών» συνθηκών στο πολιτικό σύστημα και στον χώρο ενημέρωσης. Αυτό που γίνεται στον ΔΟΛ είναι ενδεικτικό για το πού θα ήθελαν κάποιοι να οδηγηθούν τα πράγματα. Τώρα αν αυτό το πράγμα πρέπει να νομιμοποιηθεί με κεντροαριστερές εκκλήσεις για «κυβερνήσεις εθνικής συνεννόησης» τώρα ή μετά τις εκλογές, το αφήνω στη διακριτική ευχέρεια της Κεντροαριστεράς. Μιας Κεντροαριστεράς που, λόγω των πολιτικών αυτών των ολιστών στους οποίους κάνει έκκληση για εθνική συνεννόηση, χάνει έναν από τους πιο αξιόπιστους υποστηρικτές της.
Οι ολιστικές εξουσίες και πολιτικές δυνάμεις δεν μπορούν να κινηθούν αν δεν έχουν υποτελείς και ιδιοτελείς δυνάμεις στον χώρο του Τύπου και της διανόησης, οι οποίες είναι πρόθυμες και έτοιμες να διευκολύνουν τα σχέδιά τους. Δεν πρέπει να τους το επιτρέψουμε να το κάνουν. Γιατί τελικά είναι ζήτημα δημοκρατίας, συντρόφισσες και σύντροφοι.
Μια λύση υπάρχει:
Να τους αντισταθούμε και ας πέσουμε.


Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ