Οι εξελίξεις σε κάθε χώρα είναι αποτέλεσμα συνδυασμού των παγκόσμιων ρευμάτων και των εσωτερικών συνθηκών.

Τα τελευταία 30 χρόνια, κυρίως η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, καθορίζει τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, αλλά και τις παραγωγικές και κοινωνικές αλλαγές σε κάθε χώρα, είτε αυτή ανήκει στις ανεπτυγμένες, είτε στις αναπτυσσόμενες.

Την μεγάλη ώθηση έδωσαν οι νέες τεχνολογίες και κυρίως αυτές των επικοινωνιών και της πληροφορικής και το άνοιγμα των συνόρων στην διακίνηση των προϊόντων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων.

Πρωταγωνιστές ήταν οι ΗΠΑ και η ΕΕ στην συνεχεία.

Η μεγάλη τεχνολογική υπεροχή τους, η υψηλή παραγωγικότητα των οικονομιών τους και τα διαθέσιμα κεφαλαία των χρηματαγορών τους, τους έδωσαν μεγάλα πλεονεκτήματα και οφέλη.

Ο ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), ιδρύθηκε το 1995 και είναι η μετεξέλιξη της GATT (Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου), που ιδρύθηκε αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1947, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας.

Η μεγάλη ώθηση στην GATT και μετά στον ΠΟΕ, δόθηκε με την ένταξη της Κίνας, στα τέλη της δεκαετίας του ΄80.

Το 2001 άρχισε ο γύρος των διαπραγματεύσεων της ΝΤΟΧΑ, για να δοθεί έμφαση και στην ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών, οι οποίες, με πρώτη την Κίνα είχαν αποκτήσει πλέον σημαντικό διεθνή οικονομικό ρόλο.

Δυστυχώς, μέχρι σήμερα μικρή είναι η πρόοδος, γιατί τα συμφέροντα, μεταξύ των αναπτυγμένων χώρων και των αναπτυσσόμενων είναι σε ευθεία σύγκρουση και οι δεύτερες είναι πλέον πολύ ισχυρές.

Οι πρώτες διατηρούν τον προστατευτισμό στα αγροτικά προϊόντα και ζητούν αντισταθμιστικά στα βιομηχανικά, από τις δεύτερες, ενώ οι δεύτερες ζητούν το ακριβώς αντίθετο.

Τα 20 τελευταία χρόνια, ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων έφυγε από τις ανεπτυγμένες χώρες και πήγε στις αναπτυσσόμενες, λογω των φθηνής και ανασφάλιστης εργασίας και τις ανυπαρξίας κάθε περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Οι ανεπτυγμένες χώρες, που στην πρώτη φάση της Παγκοσμιοποίησης, ήταν οι κυρίως κερδισμένες, στην δεύτερη εμφανίζονται χαμένες.

Για να διατηρήσουν το κοινωνικό κεκτημένο τους και να επανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα τους, μπήκαν σε ένα φαύλο κύκλο δημοσίου και ιδιωτικού δανεισμού, μείωσαν το κοινωνικό κράτος και προχώρησαν σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, με κύρια την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.

Κάποιες χώρες, όπως η Γερμάνια το έκαναν με αρκετή επιτυχία, κάποιες με λιγότερη και κάποιες, όπως της Νότιας Ευρώπης και κυρίως η Ελλάδα, όχι.

Όταν ξέσπασε η χρηματοοικονομική κρίση στις ΗΠΑ, το Φθινόπωρο του 2007, οι φορτωμένες με δημόσια και ιδιωτικά χρέη, ανύπαρκτη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας τους, κοστοβόρο και αναποτελεσματικό κράτος, χώρες της ΕΕ, βρέθηκαν στην δύνη πολύπλευρων κρίσεων.

Μερικές το αντιμετώπισαν, με σχετική επιτυχία, η Ελλάδα, που είχε πιο πολλά και πιο μεγάλα προβλήματα, παρά τις μεγάλες θυσίες της πλειοψηφίας των πολιτών της και την τεράστια στήριξη από τους εταίρους της ακόμη στροβιλίζεται στην αβεβαιότητα, ισορροπώντας σε τεντωμένο σχοινί.

Ο βασικός λόγος είναι ο απίστευτος λαϊκισμός του προηγούμενου και ακόμη περισσότερο του σημερινού πολιτικού συστήματος και η έλλειψη ευθύνης από τις επιχειρηματικές, μιντιακες, συνδικαλιστικές και πνευματικές ελίτ.

Το 2016 ήταν η χρονιά που κορυφώθηκε η αντίδραση στην Παγκοσμιοποίηση, μάλιστα εκφράστηκε, με μεγάλο θόρυβο στους παλιούς πρωταγωνιστές της Παγκοσμιοποίησης, την Βρετανία, με το Brexit και στις ΗΠΑ, με την εκλογή Τραμπ.

Εκφράζεται με την εκρηκτική άνοδο του Ευρωσκεπτικισμού, στις χώρες της ΕΕ και κυρίως στις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ.

Στην Παγκόσμια σκηνή, τα γεγονότα, δεν εξελίσσονται πάντα, γραμμικά και παράλληλα.

Στην ΕΕ, η οικονομική κρίση, η ταυτόχρονη έκρηξη των προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων και τα τρομοκρατικά χτυπήματα, τροφοδοτούν, κυρίως τα ακροδεξιά, ακόμη και νεοναζιστικά φαινόμενα.

Στην Λατινική Αμερική, που βρίσκεται σε άλλο πολιτικό-οικονομικό κύκλο και εξάγει μετανάστες προς τις ΗΠΑ, καταρρέουν τα λαϊκιστικά αριστερά ρεύματα, αφήνοντας πίσω θεσμικά και κοινωνικά ερείπια.

Οι δημοκρατικές πολιτικές ελίτ και οι οικονομικές δυνάμεις της Παγκοσμιοποίησης, προσπάθησαν να απαντήσουν στην κρίση και στα διογκούμενα ρεύματα, οικονομικά και πολιτικά, που συνεχώς και πιο αποφασιστικά και μαζικά αντιδρούν.

Επιχείρησαν να προωθήσουν, εδώ και χρόνια, τις αμφιλεγόμενες Διατλαντικές Συμφωνίες Εμπορίου και Επενδύσεων, όπως η TTIP, για να δώσουν ώθηση στο Διατλαντικό εμπόριο και τις επενδύσεις, χωρίς δημόσια διαβούλευση και απέτυχαν.

Πέτυχαν όμως, την ιστορική συμφωνία για το περιβάλλον, πέρσι στο Παρίσι, με μεγάλους πρωταγωνιστές τον Ομπάμα και τις ισχυρές χώρες της ΕΕ.

Κίνα, Ρωσία και οι άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, πρωταθλητές της περιβαντολλογικης μόλυνσης, τα τελευταία χρόνια, αναγκάστηκαν να δεσμευτούν, για δραστικά μέτρα, τα επόμενα χρόνια.

Ο Τραμπ, που αρνείται τις δεσμεύσεις του Παρισιού, θα βρει συμμάχους, όπως η Κίνα στην ανατροπή της, όμως από την άλλη, η Κίνα και η αναπτυσσόμενες χώρες, θα είναι στο στόχαστρο του, για τον οικονομικό ανταγωνισμό.

Θα ζήσουμε, το πιο μεγάλο παράδοξο της ιστορίας, των τελευταίων τριών αιώνων.

Η Μητρόπολη του καπιταλισμού, που άνοιξε βίαια τα σύνορα τις Παγκοσμιοποίησης, να ζητά την περιστολή της και η μεγάλη χώρα του «Κομμουνισμού», η Κίνα, να θέλει την ενίσχυσή της.

Οι αντιθέσεις είναι μεγάλες και οι δυνάμεις που ανταγωνίζονται ισχυρές και αλληλοεξαρτώμενες.

Ποιες θα είναι οι λύσεις και με πιο τρόπο θα επιδιώξουν οι ισχυρές χώρες και οι σύμμαχοι τους, να τις πετύχουν;

Οι αναγκαίες ρυθμίσεις, ιδιαίτερα στη ασυδοσία του χρηματιστικού κεφαλαίου, θα γίνουν συναινετικά, ή μέσα από συγκρούσεις και ποιες συγκρούσεις ;

Η χώρα μας, που είναι ευάλωτη, τόσο στις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις, όσο και στις πολεμικές συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, που δημιουργούν και τις μεγάλες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, πως θα αντιδράσει;

Πως θα αντιδράσει στις αναθεωρητικές απόψεις του Ερντογάν και στην αστάθεια των Βορείων γειτόνων μας ;

Θα συνεχίσει, με τον γνωστό αυτιστικό τρόπο να ανακαλύπτει παντού εχθρούς, μέσα και έξω από την χώρα, που την πολεμούν, ή θα κατανοήσει το μέγεθος των εσωτερικών και διεθνών προβλημάτων, θα αποδεχτεί τις μεγάλες αλήθειες, που πονάνε, αλλά είναι λυτρωτικές;

Το 2016, που έφυγε μεγέθυνε τα προβλήματα, διεθνή και εσωτερικά.

Το 2017 μπαίνει με περισσότερες αβεβαιότητες και κινδύνους, για την Παγκοσμία σταθερότητα και ανάπτυξη.

Η χώρα μας προσθέτει και τις δικές της, η συνέχεια ποια μπορεί να είναι;

Ας ελπίσουμε, ότι στο χαοτικό περιβάλλον που μπαίνει το νέο έτος, θα βρεθούν δυνάμεις, πρωτίστως κοινωνικές και πολιτικές, που θα δώσουν γρήγορα, τις νέες δημιουργικές λύσεις.