ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ άγιες μέρες οι άνθρωποι γιορτάζουν απολαμβάνοντας τα αγαθά των κόπων τους και ευχαριστώντας τον καλό Θεό που τους έδωσε κάτι παραπάνω από τον επιούσιο. Μέσα στο πνεύμα των ημερών και η αγάπη για τους συνανθρώπους και η ηθική και υλική βοήθεια προς όσους έχουν ανάγκες, δηλαδή η ελεημοσύνη ως πράξη συμπάθειας και ανακούφισης των κακότυχων.


Το πνεύμα λοιπόν των ημερών των Χριστουγέννων και του Αϊ-Βασίλη είναι το κατάλληλο κλίμα για τη διόγκωση της επαιτείας. Οπου και αν σταθεί κανείς πλήθος οι ζητιάνοι. Στις λαϊκές αγορές, στα μαγαζιά, στα λεωφορεία, στις εκκλησίες, στα κόκκινα φανάρια των δρόμων, ακόμη και στα δημόσια γραφεία, ικετευτικά χέρια απλώνονται προς το μέρος σου ζητώντας τον οβολό σου. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πότε ο ζητιάνος είναι ένας άτυχος και αδικημένος συνάνθρωπός μας, πότε είναι επαγγελματίας ή πότε η ζητιανιά είναι το δεύτερο επάγγελμά του. Και επειδή πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι είναι προτιμότερο να κάνουν λάθος ευνοώντας κάποιον παρά να κάνουν λάθος αγνοώντας ή αδικώντας κάποιον, προσφέρουν τη μικρή βοήθειά τους καθιστώντας έτσι την επαιτεία μια προσοδοφόρα απασχόληση.


Θα μπορούσε κανείς να εξετάσει και να αντιληφθεί την επαιτεία με πολλούς τρόπους. Για παράδειγμα, θα μπορούσε κανείς να δει την επαιτεία και την λόγω αυτής παρεχόμενη βοήθεια ως μια συναλλαγή μεταξύ δύο ανθρώπων στην οποία εκφράζεται η ελεύθερη βούλησή τους. Ο επαίτης, με την εμφάνισή του, τις κινήσεις του και τα λόγια του, καθιστά γνωστό το αίτημά του είτε προς τον καθένα χωριστά ή προς όλους ταυτόχρονα. Ο δίδων εκτιμά το αίτημα, την οικονομική του δυνατότητα, την ευφορία που θα αισθανθεί αν δώσει, ίσως και τις αμαρτίες που θα του διαγράψει ο Αγιος Πέτρος και αποφασίζει ανάλογα. Συνεπώς η επαιτεία ως συναλλαγή μεταξύ ελεύθερων ατόμων αυξάνει την κοινωνική ευημερία.


Επίσης θα μπορούσε κανείς να αντιληφθεί την επαιτεία ως ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο, ανεξαρτήτως των λόγων της ύπαρξής του, λειτουργεί ως μηχανισμός αναδιανομής του εθνικού εισοδήματος υπέρ των αδυνάτων (έτσι φαίνεται τουλάχιστον) και συνεπώς ως ένας μηχανισμός μείωσης των κοινωνικών εντάσεων που θα μπορούσαν να προκύπτουν αν οι επαίτες διεκδικούσαν τα προς το ζην με διαφορετικό και ίσως απειλητικό τρόπο. Επειδή δε η επαιτεία βασίζεται στην ατομική βούληση και πρωτοβουλία και δεν απαιτεί κρατικούς γραφειοκρατικούς διοικητικούς μηχανισμούς, δεν επιβαρύνει άμεσα την εθνική οικονομία.


Οι απόψεις αυτές φαίνονται λογικές και πρέπει να περιέχουν σημαντική αναλογία ορθότητας. Διαφορετικά τα άγια κείμενα δεν θα έλεγαν «μακάριοι οι ελεήμονες». Ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές και εκκλησιαστικές μας δοξασίες δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τη σοφία των αγίων γραφών. Και όμως, δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου ότι η ελεημοσύνη, στην περίπτωση όπου εκφράζεται με παροχή προς τους επαίτες, είναι μια αντικοινωνική πράξη που μειώνει και αυτόν που απαιτεί και αυτόν που ελεεί.


Η επαιτεία είναι πράξη μειωτική για τον επαίτη είτε το αντιλαμβάνεται είτε όχι. Ταυτόχρονα είναι πράξη βαθιά αντικοινωνική γιατί επιτρέπει σε ένα άτομο να ζει σε μια κοινωνία χωρίς να εκπληρώνει το ελάχιστον καθήκον του προς αυτή, δηλαδή να προσφέρει στα κοινά. Επίσης, είναι πράξη άκρως συντηρητική γιατί ακόμη και όταν γίνεται υπό την ανάγκη της επιβίωσης μετατρέπει τα κοινωνικά προβλήματα και τις κοινωνικές αντιθέσεις σε προσωπικές διαφορές.


Για τον ελεήμονα, τον ευσπλαχνικό άνθρωπο που δίδει στον επαίτη, η ελεημοσύνη μπορεί να είναι αποτέλεσμα ηθικού εκβιασμού. Είναι ταυτόχρονα συνενοχή για μια πράξη μειωτική και εξευτελιστική για τον επαίτη. Επίσης, μπορεί να είναι μια πράξη με την οποία καθησυχάζει την κοινωνική του συνείδηση πείθοντας τον εαυτό του ότι έτσι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς την κοινωνία, και ταυτόχρονα απομακρύνει τη σκέψη του από άλλους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να λυθούν τα κοινωνικά προβλήματα και απέχει από την κοινωνική δράση. Φυσικά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι κάποιος βοηθά τον επαίτη από απλό αλτρουισμό, αλλά επειδή δεν παρατηρούμε συχνά άλλες πράξεις αλτρουισμού, η σημασία αυτού του κινήτρου πρέπει να είναι μάλλον μικρή.


Γι’ αυτούς τους λόγους, μου φαίνεται ότι η επαιτεία και η ελεημοσύνη όταν συμπίπτουν αποτελούν μια πράξη που διαφθείρει (υπό μία έννοια) και αυτόν που παίρνει και αυτόν που δίδει, και η οποία δεν θα πρέπει να ευνοείται.