Στις 23 Ιουνίου 2016 οι βρετανοί πολίτες με μια ισχνή πλειοψηφία (51,9%) αποφάσισαν την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον είχε δεσμευθεί πριν από τη νίκη του στις γενικές εκλογές του 2015 ότι αν εκλεγεί θα προκηρύξει δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας του στην ΕΕ, αφού πρώτα διαπραγματευθεί ευνοϊκότερους όρους. Επρόκειτο για μια ανεύθυνη κίνηση πολιτικού τζόγου, με πασπάλισμα συμμετοχικής δημοκρατίας, από έναν πολιτικό που αποπειράθηκε να λύσει τα εσωτερικά προβλήματα στο κόμμα του και στην κυβέρνησή του ρισκάροντας θεμελιώδη ζητήματα για τη χώρα του.
Οι λαϊκιστές στη Βρετανία συναντήθηκαν διακομματικά και θριάμβευσαν. Συνέδεσαν την έξοδο από την ΕΕ με το τέλος των μεταναστευτικών ροών ή με την εξοικονόμηση χρημάτων «που δεν θα σπαταλώνται πια στη γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου της πτωχευμένης Ελλάδας», αλλά θα δαπανώνται για τη στήριξη των βρετανών πολιτών, και κατάφεραν να πείσουν με τα παραπάνω ψέματά τους. Η αμήχανη διαχείριση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος από τους ενθουσιώδεις οπαδούς του Brexit συνεχίζεται και αποδεικνύει την αβάσταχτη ελαφρότητα των πολιτικών που το υποστήριξαν, καθώς και την αντίστοιχη ελαφρότητα των φοβισμένων κυρίως πολιτών που το υιοθέτησαν.
Ολα αυτά και όσα τα ακολουθούν προοιωνίζονται άδηλες και ανησυχητικές εξελίξεις για το ενωσιακό οικοδόμημα και το μέλλον της Ευρώπης.
Στην Ιταλία ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, εγκλωβισμένος από την κρίση και τις συνέπειές της στην οικονομία και στην καθημερινότητα των πολιτών, μετατρέπει με σχετική επιπολαιότητα το δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του συντάγματος σε προσωπικό του στοίχημα. Η σταθερότητα στη χώρα του διακυβεύεται ουσιαστικά, καθώς ο Ρέντσι δήλωσε ότι αν ηττηθεί στο δημοψήφισμα θα παραιτηθεί από πρωθυπουργός.
Την ίδια στιγμή το δημόσιο χρέος στην Ιταλία έχει ξεπεράσει τα 2 τρισ. ευρώ και κινείται σε ποσοστό άνω του 132%, ο τραπεζικός τομέας κλυδωνίζεται, με την τρίτη σε μέγεθος ιταλική τράπεζα Monte dei Paschi di Siena να είναι υπό κατάρρευση, η ανεργία στους νέους καλπάζει, σε ποσοστό 39,2%, και το μεταναστευτικό πρόβλημα φουσκώνει τα μαύρα πανιά της ακροδεξιάς εθνικιστικής Λέγκας του Βορρά, την οποία όλες οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν με ανοδική πορεία.
Είναι παραπάνω από προφανές ότι το δημοψήφισμα και το τελεσίγραφο Ρέντσι θα έχουν ως αντίπαλο το συγκροτημένο μέτωπο των δυνάμεων του εθνικισμού, του λαϊκισμού και της ξενοφοβίας, το οποίο, για να μην ξεχνιόμαστε, θα εκφραστεί μέσα από την άμεση, τη συμμετοχική δημοκρατία. Στο μέτωπο αυτό επικεφαλής είναι ο κωμικός ηθοποιός Γκρίλο που υπόσχεται στους Ιταλούς πως αν επικρατήσει το Οχι στο δημοψήφισμα και στη συνέχεια ο ίδιος κερδίσει τις εκλογές, θα προκηρύξει άμεσα με τη σειρά του δημοψήφισμα επιδιώκοντας την έξοδο της Ιταλίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οσοι προβλέπουν ήττα του Ρέντσι και επικράτηση του «αντιστασιακού Οχι» μάλλον δεν κινδυνολογούν…
Στην Αυστρία οι πολίτες ψηφίζουν σε επαναληπτικό γύρο για την ανάδειξη προέδρου της χώρας, με τον υποψήφιο του ακροδεξιού εθνικιστικού κόμματος να δίνει μάχη στήθος με στήθος με τον υποψήφιο των οικολόγων. Επονται οι εκλογικές αναμετρήσεις σε Γαλλία και Γερμανία, όπου οι δυνάμεις του εθνολαϊκισμού και της Ακροδεξιάς είτε φλερτάρουν με την προεδρία είτε διεκδικούν θριαμβευτικά ποσοστά.
Οι εκλογές αποτελούν για τους φοβισμένους και μετέωρους πολίτες ευκαιρία για ψήφο διαμαρτυρίας, για ψήφο οργής, για απαίτηση αλλαγής βηματισμού. Δυστυχώς όμως αποδέκτης είναι είτε δυνάμεις ακραίας δημαγωγίας είτε δυνάμεις που εμπορεύονται τον φόβο και την αγωνία των πολιτών, δυνάμεις που απευθύνονται στα πιο σκοτεινά ένστικτα του ανθρώπου, δυνάμεις βαθιάς οπισθοδρόμησης.
Οι δυνάμεις του εθνολαϊκισμού διαθέτουν μάστορες στη δημαγωγία, στους τακτικισμούς και στα ρεσάλτα. Στη χώρα μας αυτό έχει ήδη κοστίσει πάνω από 80 δισ. ευρώ.
Η Ευρώπη και η χώρα μας έχουν ανάγκη από μεγάλους ηγέτες, από πηδαλιούχους που δεν κοιτάζουν την ευκαιριακή τους διάσωση αλλά αγωνίζονται να σώσουν το βυθιζόμενο καράβι. Οι πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται απέναντι στην πατριδοκαπηλία του εθνολαϊκισμού οφείλουν να ανακόψουν τη διοχέτευση της «αντισυστημικής» ψήφου
σε όσους μέχρι σήμερα εμφανίζονται ως εκπρόσωποι της αντιπαγκοσμιοποίησης και ως δήθεν πολέμιοι των δεινών της, εξαπατώντας τον κόσμο με συνθήματα αντί για λύσεις.
Το ζήτημα βεβαίως δεν είναι οι δημαγωγοί να πάνε στην αντιπολίτευση, με τις συνθήκες που έζησε η χώρα την περίοδο 2012-2015 και λίγα χρόνια πριν, αλλά να περιοριστούν στα ποσοστά που τους αναλογούν με βάση τη δημαγωγία τους και την αφερεγγυότητά τους, ώστε να μην μπορούν να βλάψουν πλέον τη χώρα. Το ζήτημα είναι όσοι είναι απέναντι στην επικίνδυνη οπερέτα που ζούμε να της βάλουν τέλος και να συναντηθούν με κοινό όχημα την αλήθεια και την ευθύνη.
Ολα τα υπόλοιπα είναι κουβέντες χωρίς κανένα πολιτικό αντίκρισμα.
Η κυρία Μιλένα Αποστολάκη είναι πρώην υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ