Η σπινοζική φιλοσοφία είχε αγνοηθεί στην Ελλάδα κι έτσι τόσο οι μεταφράσεις όσο και οι μελέτες γύρω από το έργο του ολλανδού φιλοσόφου ήταν σχεδόν ανύπαρκτες ως πρόσφατα. Το 1913 ο Ν. Κουντουριώτης μετέφρασε στην καθαρεύουσα την «Ηθική» στις εκδόσεις Γ. Δ. Φέξη, ενώ κατά τη δεκαετία του ’70 αποδόθηκε στη δημοτική το ίδιο έργο από τη Μίνα Ζωγράφου (προσπάθεια που αμφισβητήθηκε) και μεταφράστηκε από τον Αχιλλέα Βαγενά η «Πολιτική πραγματεία», τα οποία κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Αναγνωστίδη. Οι δημοσιεύσεις ­ άρθρα και μελέτες ­ σχετικά με τη σκέψη του Σπινόζα δεν ξεπέρασαν τις δέκα ­ σύμφωνα με τον Γ. Βώκο ­ σε όλη τη διάρκεια του αιώνα, παρ’ όλο που στην Ευρώπη τουλάχιστον κατά τα τριάντα τελευταία χρόνια ο Μπαρούχ ντε Σπινόζα επανήλθε στο προσκήνιο της φιλοσοφικής επικαιρότητας με έγκυρες μεταφράσεις σε πολλές γλώσσες και ικανοποιητικό αριθμό μελετών που εκδίδονται. Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι τρεις νέοι τίτλοι στα ελληνικά γύρω από το όνομα του Σπινόζα δημιουργούν μια ευχάριστη έκπληξη. Από τη σειρά «Ναυτίλος Αναγνώσματα» των εκδόσεων Πατάκη κυκλοφόρησε πρόσφατα η «Πολιτική πραγματεία» και από τις εκδόσεις Νήσος μεταφράστηκε η μονογραφία του Ζιλ Ντελέζ «Σπινόζα/Πρακτική φιλοσοφία» ενώ το υπό έκδοση έργο του Ετιέν Μπαλιμπάρ «Ο Σπινόζα και η πολιτική» πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα από την Εστία.


* Ελληνες «σπινοζιστές»


Η ταυτόχρονη εμφάνιση τριών τίτλων δεν είναι τυχαία αφού πίσω από την έκδοση και των τριών κρύβονται τα ονόματα δύο διδασκόντων στο Αριστοτέλειο: των Γεράσιμου Βώκου και Α. Ι. Στυλιανού. Ο καθηγητής Ιστορίας της Φιλοσοφίας Γ. Βώκος έχει συντάξει μια κατατοπιστική εισαγωγή 80 σελίδων για την «Πολιτική πραγματεία» όπου παρουσιάζεται αναλυτικά το ιστορικό και φιλοσοφικό πλαίσιο του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα κατά το οποίο ανέπτυξε τις απόψεις του ο Σπινόζα. Η μετάφραση του Α. Ι. Στυλιανού έγινε από τα λατινικά (η μετάφραση του Α. Βαγενά είχε γίνει από τα γαλλικά). Την έκδοση συμπληρώνει το κείμενο «Σπινόζα: Πολιτική και επικοινωνία» του Ε. Μπαλιμπάρ, που δημοσιεύτηκε το 1989 στο περιοδικό Cahiers Philosophiques και συνοψίζει τις απόψεις που εξέθεσε ο γάλλος στοχαστής στο βιβλίο του που πρόκειται να κυκλοφορήσει από την Εστία.


Το βιβλίο «Σπινόζα και πολιτική», που εκδόθηκε στη Γαλλία το 1985, παρουσίασε νέες θέσεις στην ερμηνεία των πολιτικών κειμένων του Σπινόζα και ανανέωσε το ενδιαφέρον για τις σπινοζικές σπουδές. Μία από τις ερμηνευτικές συνιστώσες συνάντησε τη μαρξιστική σκέψη αναδεικνύοντας προμαρξιστικά στοιχεία που θεωρήθηκε ότι ξεπερνούσαν τον μαρξισμό. Τη μετάφραση από τα γαλλικά υπογράφει ο Α. Ι. Στυλιανού. Το βιβλίο του Ζιλ Ντελέζ «Σπινόζα/Πρακτική φιλοσοφία» αναπτύσσει εκτενώς τις βασικές έννοιες της «Ηθικής». Αναφέρεται στην ουσία, την υπόσταση, τις παθήσεις και τα παθήματα, τις κοινές έννοιες, την αιωνιότητα, την αναγκαιότητα, τη δύναμη, τη νόηση σε μια συμπυκνωμένη και αυστηρά δομημένη ανάλυση. Κάτω από τον συγκεκριμένο τίτλο ο Ντελέζ παρουσιάζει συμπυκνωμένα όσα έχουν αναπτυχθεί στο θεωρούμενο δύσκολο έργο του «Ο Σπινόζα και το πρόβλημα της έκφρασης». Η μετάφραση είναι της Κικής Καψαμπέλη και την επιμέλεια είχαν οι Γ. Βώκος και Π. Πούλος. Ο Ντελέζ υποστηρίζει ότι η σκέψη του Σπινόζα είναι πάντα επίκαιρη και ότι «συγγραφείς, ποιητές, μουσικοί, κινηματογραφιστές, ζωγράφοι επίσης, ακόμη και περιστασιακοί αναγνώστες, μπορεί αίφνης να διαπιστώσουν πως είναι σπινοζιστές περισσότερο από τους κατ’ επάγγελμα φιλοσόφους».


* Το έργο του Σπινόζα


Ο Μπαρούχ ντε Σπινόζα, γιος εύπορης οικογένειας εμπόρων που κατάγεται από την Πορτογαλία, γεννιέται στο Αμστερνταμ το 1632. Παρακολουθεί έναν κύκλο ραβινικής διδασκαλίας αλλά συγκρούεται με τη Συναγωγή και γίνεται αντικείμενο αφορισμού. Στρέφεται στη μελέτη των επιστημών και της φιλοσοφίας και εξοικειώνεται με τη φιλοσοφία του Καρτέσιου ενώ ταυτόχρονα μαθαίνει να κατασκευάζει φακούς για μικροσκόπια για να ζήσει. Δημοσιεύει ενόσω ζει δύο βιβλία: τις «Αρχές της καρτεσιανής φιλοσοφίας» (Αμστερνταμ 1663) και ανωνύμως τη «Θεολογικοπολιτική πραγματεία» (Αμβούργο 1670). Η ταυτότητά του όμως αποκαλύπτεται γρήγορα και ο Σπινόζα κατηγορείται ως άθεος και καταδιώκεται.


Τα πράγματα οξύνονται ύστερα από τη μεταθανάτια δημοσίευση της «Ηθικής». Η διατύπωση «με γεωμετρικό τρόπο» των θεωρημάτων της «Ηθικής» και η συνακόλουθη αυστηρή απόδειξη των φιλοσοφικών θέσεων δεν αποκρούονται εύκολα, πράγμα που δυναμώνει το μίσος εναντίον του συγγραφέα. Κύριο μέλημα πολλών φιλοσόφων είναι να αντικρούσουν την περίεργη φιλοσοφία, η οποία ξεκινά από τον Θεό, δεν τον εγκαταλείπει ποτέ και παρά ταύτα ανησυχεί τους θεολόγους και τους θρησκευόμενους φιλοσόφους.


«Η ώρα της σπινοζικής φιλοσοφίας», σύμφωνα με τον Γεράσιμο Βώκο, «σήμανε τον 18ο αιώνα και μάλιστα στη Γερμανία, με αφορμή τη διαμάχη γύρω από τον πανθεϊσμό». Ο καθηγητής αναφέρει ότι ο Σπινόζα και η φιλοσοφία του θα αποτελέσουν το πεδίο μέσα στο οποίο θα συγκρουστούν οπαδοί και αντίπαλοι του γερμανικού Διαφωτισμού, αλλά και το όπλο με το οποίο θα πολεμήσουν οι διαφωτιστές μεταξύ τους όταν αποφασίσουν για το πρόσωπο του Διαφωτισμού που τους ταιριάζει. Το ενδιαφέρον δεν συγκεντρώνεται εν προκειμένω στην ίδια τη σπινοζική φιλοσοφία αλλά στην εκμετάλλευσή της. Από τη διαμάχη αυτή ξεκίνησαν και εδραιώθηκαν οι περισσότερες από τις αντιλήψεις για τη σπινοζική φιλοσοφία. Η διαμάχη έδειξε τη ζωτικότητα της φιλοσοφίας του Σπινόζα καθώς και τον αιχμηρό από πολιτική σκοπιά χαρακτήρα της.


Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο αψευδής μάρτυρας είναι ο Χέγκελ, ο οποίος στις παραδόσεις του με αντικείμενο την ιστορία της φιλοσοφίας αναφέρει πως «ο Σπινόζα είναι σταυρικό σημείο στην ιστορία της φιλοσοφίας. Το δίλημμα είναι το ακόλουθο: ή Σπινόζα ή όχι φιλοσοφία». Ο γερμανός φιλόσοφος εντάσσοντας τον Σπινόζα στη γενική πορεία του ανθρώπινου πνεύματος του αφαίρεσε την αιχμηρή ζωντανή παρουσία του και τον κατέστησε υποκείμενο ιστορικής έρευνας. Εξαιτίας του Χέγκελ η σπινοζική φιλοσοφία γίνεται αντικείμενο των ιστορικών της φιλοσοφίας και ενός νηφάλιου, αν όχι ουδέτερου, βλέμματος το οποίο μετρά τα υπέρ και τα κατά χωρίς σχεδόν ποτέ το ίδιο να προδίδει τη θέση από την οποία κρίνει.


* Η σπινοζική σκέψη τον 20ό αιώνα


Το 1920 εκδίδεται το βιβλίο του Leon Brunschvicg «Ο Σπινόζα και οι σύγχρονοί του» που, παρά το γνωστό αντιχεγκελιανό μένος του συγγραφέα, συγκροτεί μία από τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τη σπινοζική φιλοσοφία: σε αντίθεση με τον Πασκάλ, του οποίου η σκέψη τείνει στην ιδανική μορφή της θρησκευτικής συνείδησης, ο Σπινόζα τείνει στην ιδανική μορφή της φιλοσοφικής αλήθειας. Το ιδεαλιστικό και μάλιστα πνευματοκρατικό πρόσωπο που απέδωσε ο Brunschvicg επικράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η απάντηση ήλθε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 από τον Althusser που βρίσκει στη σπινοζική σκέψη τα όπλα που του χρειάζονται για να στραφεί εναντίον του διαλεκτικού υλισμού και της διαλεκτικής ως μεθόδου. Σχεδόν την ίδια περίοδο κυκλοφορεί το βιβλίο του Ντελέζ «Ο Σπινόζα και το πρόβλημα της έκφρασης». Ακολουθεί το 1971 το έργο του Martial Gueroult «Σπινόζα» στο οποίο ο μεγάλος ιστορικός αναλύει πρόταση προς πρόταση τα δύο πρώτα μέρη της «Ηθικής». Το 1981 κυκλοφορεί το βιβλίο του Αντόνιο Νέγκρι «Η άγρια ανωμαλία/Εξουσία και δύναμη στον Μπαρούχ Σπινόζα», το οποίο συντάχθηκε στη φυλακή όπου είχε εγκλεισθεί ο συγγραφέας με την κατηγορία της συμμετοχής στις δραστηριότητες των Ερυθρών Ταξιαρχιών.


Οι συντελεστές των ελληνικών εκδόσεων αφήνουν την ελπίδα ότι στο μέλλον η ελληνική βιβλιογραφία γύρω από τον Σπινόζα θα εμπλουτισθεί με νέους τίτλους. Ηδη υπάρχει σκέψη για τη μετάφραση των έργων του ολλανδού φιλοσόφου «Ηθική» και «Θεολογικοπολιτική πραγματεία», σχέδιο μακροπρόθεσμο αφού η μετάφραση από τα λατινικά, σύμφωνα με τον Α. Ι. Στυλιανού, είναι «ευχάριστη αλλά ταυτόχρονα επίπονη και δύσκολη εργασία».