Οι υπουργοί στην Ελλάδα κατέχουν την ύψιστη διοικητική βαθμίδα. Είναι η κορυφή της ιεραρχίας της εκτελεστικής εξουσίας. Εχουν την αποκλειστικότητα της τελικής υπογραφής προτού ξεκινήσει οποιαδήποτε κρατική δραστηριότητα και δυστυχώς λόγω της πολυπραγμοσύνης του νεοελληνικού κράτους η υπογραφή του υπουργού απαιτείται συνηθέστατα και γιατί επεμβαίνει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το κράτος ή γιατί, ακόμη κι αν ο φορέας του έργου είναι καθαρά ιδιωτικός, απαιτείται η άδεια του κράτους για την έναρξη εργασιών.
Εδώ και δύο αιώνες ισχυριζόμαστε ότι η Ελληνική Επανάσταση δημιούργησε ένα κράτος δικαίου. Αντιγράψαμε τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη από τη Γαλλική και την Αμερικανική Επανάσταση. Κατά καιρούς επηρεαστήκαμε από το βελγικό και άλλα πρωτοπόρα συντάγματα. Ακόμη και τα κόμματά μας στη νηπιακή ηλικία του πολιτικού μας συστήματος ονομάζονταν αγγλικό, γαλλικό και ρωσικό. Κράτος δικαίου, όμως, ποτέ δεν αποκτήσαμε. Και είναι πολύ εύκολο να το διαπιστώσει κανείς. Αρκεί να εξετάσει τη συνείδησή του ο έλληνας πολίτης για να διαπιστώσει πόσο βαθιά είναι ριζωμένη η αντίληψη ότι όλα απαγορεύονται εκτός από όσα ρητά το κράτος επιτρέπει. Αυτό βέβαια είναι ένα σύστημα που είναι ακριβώς αντίθετο με το κράτος δικαίου, όπου όλα επιτρέπονται εκτός από όσα ρητά ο νόμος απαγορεύει.
Γιατί όμως η παντοδύναμη υπουργική υπογραφή πέφτει τόσο σπάνια; Γιατί είναι γεμάτο το ιστορικό και πολιτικό μας τοπίο από κουφάρια και γιαπιά ημιτελών έργων με περιπεπλεγμένες ιστορίες που συγκροτούν ισάριθμες κραυγαλέες περιπτώσεις αποεπένδυσης; «Ημουνα νιος και γέρασα» λέει ράθυμα ο ανατολίτης απελπισμένος πια συμπολίτης μας και ψηφίζει Λεβέντη ή Τσίπρα ή Καμμένο, δηλαδή κάποιο περιφερειακό ανυπόληπτο πρόσωπο του οποίου η συνέπεια είναι αναμφισβήτητα ανύπαρκτη αλλά «έτσι δεν κάναν και όλοι οι άλλοι;».
Οταν ήμουν υφυπουργός Εμπορίου αφιέρωνα ένα μεγάλο μέρος του εικοσιτετραώρου μου στην υποδοχή και την ακρόαση μικρομεσαίων επιχειρηματιών οι οποίοι έρχονταν να μου εκθέσουν δικαιολογημένα και μη παράπονα. Ενα από αυτά, συνηθέστατα βάσιμο, ήταν η καθυστέρηση. Δεν είχαμε φτάσει τότε σε επίπεδα αναισθησίας όπως τα σημερινά αλλά τα περιθώρια αυτοχρηματοδότησης ήταν και τότε πολύ στενά. Το κράτος χρωστούσε παντού και οι οφειλές αυτές λειτουργούσαν ανασταλτικά σε οποιαδήποτε απόπειρα ανάπτυξης.
Εψαξα να βρω την αιτία της καθυστέρησης και ζήτησα να μου κάνουν σε όλες τις υπηρεσίες χρονοδιαγράμματα με τις διάφορες πράξεις και τον χρόνο που απαιτούσαν. Μερικές περιπτώσεις ήταν κραυγαλέες. Τμηματάρχες ή διευθυντές είχαν ονομαστεί με όχημα την κομματική φαυλότητα ή τις προσωπικές σχέσεις και συναλλαγές εντελώς ανίκανα και ακατάλληλα πρόσωπα. Αυτό ήταν και το ευκολότερο τμήμα της προσπάθειας. Αλλού ήταν εμφανής η παγίδα της δωροδοκίας. Τεχνητά εμπόδια δημιουργούσαν καθυστερήσεις και το γρηγορόσημο επέτρεπε την επιτάχυνση των λύσεων. Η διαπίστωση ήταν εύκολη αλλά η απόδειξη δυσχερέστατη. Τέλος, υπήρχε η τελική καθυστέρηση που ήταν θανάσιμη και πολλές φορές καθιστούσε ένα επενδυτικό σχέδιο ανενεργό και απογοήτευε τον επιχειρηματία, ο οποίος ή μεταβαλλόταν σε εισοδηματία ή μετανάστευε μαζί με τις όποιες ικανότητές του και φιλοδοξίες του.
Τι ήταν αυτό που τρομοκρατούσε εκείνη την εποχή την επιχειρηματική φιλοδοξία; Γιατί οι υπουργοί, που δεν έπασχαν από τις σημερινές ιδεοληψίες αλλά ήταν έτοιμοι να ταυτιστούν με ένα πρόγραμμα καπιταλιστικής ανάπτυξης, δεν ασκούσαν τα καθήκοντά τους; Στο υπουργικό επίπεδο ενέδρευε η διαδικασία ενοχοποίησης του υπουργού με βάση τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος. Σπανιότατα οι φήμες και οι υποψίες ήταν θεμελιωμένες. Αρκούσε η διασπορά ψευδών ειδήσεων και κατηγοριών από τους ανταγωνιστές του σχετικά πλεονεκτούντος στις διαγωνιστικές διαδικασίες. Υπήρχε ένας εργολάβος δημοσίων έργων στη Βόρεια Ελλάδα που συστηματικά ενίστατο κάθε φορά που δεν επρώτευε σε κάποιον μειοδοτικό διαγωνισμό. Υπήρχαν κι άλλες περιπτώσεις όπου χωρίς καν αφορμή από τους συμμετέχοντες στη διαδικασία το κόμμα της αντιπολίτευσης και καμιά φορά πράξεις συμπολιτευομένων (το ΠαΣοΚ ήταν από αυτήν την άποψη παράδεισος αλληλεγγύης και συναδελφοσύνης) δημιουργούσαν προβλήματα χωρίς να υπάρχουν.
Εχουν άραγε προβληματιστεί οι «συνταγματολόγοι» μας όταν προτείνουν τη διευκόλυνση και τη γενίκευση των διαδικασιών ενοχοποίησης των υπουργών για τις πράξεις της εκτελεστικής εξουσίας ακόμη και όταν έχουν την έγκριση της διοικητικής ιεραρχίας; Γιατί αν η διαδικασία αυτή γίνει ευκολότερη και οι εγγυήσεις που σήμερα προστατεύουν τους υπουργούς μειωθούν ή καταργηθούν, αν δηλαδή σε ένα ακόμη θέμα υποχωρήσει η λογική μπροστά στη λαϊκίστικη υστερία, τότε η αναγκαία συνέπεια θα είναι η παράλυση κάθε οικονομικής δραστηριότητας που έχει σχέση με το κράτος, δηλαδή των πάντων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ