Σε πρόσφατο ταξίδι στο εξωτερικό έτυχε να βρεθώ σε μία υπερμοντέρνα βιβλιοθήκη: «κέλυφος» που έμοιαζε με γλυπτό (έργο σπουδαίας αρχιτεκτονικής ομάδας) και εντός, περιβάλλον που παρέπεμπε σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων. Ιδιαίτερη εντύπωση μου προκάλεσε ο (τεράστιος) τομέας για τα παιδιά. Χρωματιστές πολυθρόνες, ξαπλώστρες και αιώρες, κατασκευές που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως καθίσματα αλλά και ως παιχνίδια όπου οι μικροί επισκέπτες σκαρφάλωναν, ίππευαν, έκαναν κούνια.
Με μια πρώτη ματιά δεν μπορούσες να μην εντυπωσιαστείς. Ετσι εντυπωσιάστηκα κι εγώ, για να σκεφτώ με ζήλια πόσο τυχερά είναι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε τόσο προηγμένες κοινωνίες και να αναλογιστώ με θλίψη τις μίζερες στις περισσότερες περιπτώσεις παιδικές βιβλιοθήκες που έχουμε στην Ελλάδα. Ομως, φεύγοντας, πέρασε από το μυαλό μου μια διαφορετική σκέψη: πως ο χώρος της βιβλιοθήκης δεν είναι χώρος παιχνιδιού ή αράγματος. Εκεί μέσα δεν κάνεις φασαρία αλλά και δεν κοιμάσαι, δεν τρέχεις ανάμεσα στους πάγκους ανάγνωσης (όπως έκανε μία παρέα παιδιών), κάθεσαι ήσυχα, ώστε να μην ενοχλείς, και διαβάζεις.

Γνωρίζω τις θεωρίες που πλασάρουν την ανάγνωση ως παιχνίδι για να την κάνουν πιο θελκτική, εξακολουθώ όμως να θεωρώ πως οι χώροι όπου διαβάζεις και όπου παίζεις πρέπει να είναι διακριτοί. Αλλιώς συμπεριφέρεσαι στον έναν, αλλιώς στον άλλον. Αλλον σεβασμό οφείλεις να δείχνεις σε μια βιβλιοθήκη (μέρος με ξεχωριστή, κατά την άποψή μου, «ιερότητα») και άλλον σε ένα πάρκο: στο γκαζόν του πάρκου μπορείς να κυλιέσαι, στο πάτωμα της βιβλιοθήκης όχι. Στο πάρκο μπορείς να μιλάς φωναχτά, στη βιβλιοθήκη όχι. Στο πάρκο μπορείς και να φας παγωτό και να πετάξεις το μισό κάτω, στη βιβλιοθήκη; Το παραδέχομαι, υπερβάλλω, ακόμη δεν επιτρέπεται να διαβάζεις και να τρως. Σύντομα, όμως, με την ψηφιοποίηση των βιβλίων (διά της οποίας θα αποτρέπεται το ενδεχόμενο να σκιστεί, να λερωθεί ή και να καταστραφεί εντελώς η τυπωμένη έκδοση) και στο πλαίσιο της θεωρίας-μόδας «οι βιβλιοθήκες είναι πολυχώροι ψυχαγωγίας για όλη την οικογένεια», νομίζω πως θα το δούμε και αυτό.
Εχουν, όμως, και οι βιβλιοθήκες το savoir vivre τους. Οπως όλοι οι χώροι. Αυτό το savoir vivre πρέπει να μαθαίνουμε στα παιδιά μας, αυτό πρέπει να ακολουθούμε και εμείς. Στο οικογενειακό τραπέζι τρώμε και δεν παίζουμε με το tablet μας, στο σινεμά παρακολουθούμε την ταινία και δεν στέλνουμε μηνύματα με το κινητό μας, στη βιβλιοθήκη διαβάζουμε και δεν χορεύουμε κλακέτες πάνω στο γραφείο που διαβάζουν οι άλλοι. Ολα αυτά μπορεί σε κάποιους να ακουστούν «ντεμοντέ» και συντηρητικά. Υπάρχουν ακόμη και επιστήμονες, άνθρωποι με σημαντικές σπουδές, που υποστηρίζουν τη χαλάρωση των κανόνων, μια κοινωνική συμπεριφορά πιο άνετη, πιο… Δεν έχω τα εφόδια για να τους αντικρούσω, από την εμπειρία μου, όμως, επειδή παρατηρώ πολύ προσεκτικά ό,τι συμβαίνει γύρω μου, εξακολουθώ να θεωρώ πως οι καλοί τρόποι είναι υπεράνω μόρφωσης, παραμένουν πάντα επίκαιροι και άκρως απαραίτητοι για τη διαβίωσή μας σε μια οργανωμένη κοινωνία.

Ετσι, όπως δεν θα σκεφτείς ποτέ να κάνεις πατίνι μέσα στην εκκλησία (κι αν το επιχειρήσεις οι γονείς σου αμέσως θα σπεύσουν να σε επιπλήξουν και να σε περιορίσουν), δεν μπορείς και να παίζεις, να ξαπλώνεις, να χουζουρεύεις μέσα σε μουσεία, γκαλερί, γλυπτοθήκες. Είχα σοκαριστεί από την απόλυτη έλλειψη παιδείας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Σανγκάης: ήταν εμφανές, τους επισκέπτες, εκατοντάδες Κινέζους με τα παιδιά τους, κανένας δεν τους είχε μάθει πώς να συμπεριφέρονται σε έναν τέτοιο χώρο, με αποτέλεσμα να ακουμπάνε και να χαϊδεύουν τους πίνακες, να αγκαλιάζουν τα αγάλματα και να σκαρφαλώνουν πάνω τους, να ενεργούν σαν να τους είχαν αμολήσει σε ένα αχούρι. Στην Ευρώπη δεν συνηθίζονται βεβαίως τόσο ακραίες συμπεριφορές. Γνωρίζουμε (οι περισσότεροι) πώς να συμπεριφερθούμε στον κάθε χώρο. Πρέπει, όμως, και ο κάθε χώρος να επιβάλει στους επισκέπτες του τον κώδικα συμπεριφοράς που του αρμόζει. Μια βιβλιοθήκη που επιτρέπει στον αναγνώστη να διαβάσει ένα βιβλίο όπως ακριβώς θα το διάβαζε στο δωμάτιό του, ανάσκελα στο κρεβάτι του, έχοντας βγάλει τα παπούτσια του, έχοντας ανοίξει τα κουμπιά του παντελονιού του και έχοντας πετάξει παραδίπλα στο πάτωμα την τσάντα του, ακόμη και αν ο στόχος είναι να τον μάθει να αγαπά τη γνώση, τελικά τον μαθαίνει και να μη σέβεται τον χώρο που τον φιλοξενεί, νομίζω.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ