O 5ος Δούκας του Πόρτλαντ που έζησε γύρω στο 1825 ήταν ένας πραγματικά περίεργος τύπος. Ηταν τόσο ντροπαλός, τόσο εσωστρεφής, τόσο φοβισμένος για την ανθρώπινη επαφή που χρησιμοποίησε όλη την παράλογη εξουσία του για να αποφύγει τους πάντες. Δημιούργησε ένα δίκτυο τούνελ μήκους δύο χιλιομέτρων στην οικία του στο Welbek, τοποθέτησε ταχυδρομικά κουτιά στο σπίτι με τα οποία επικοινωνούσε, κυκλοφορούσε μόνο τη νύχτα με τη βοήθεια της λάμπας ενός υπηρέτη που προχωρούσε αυστηρά 40 μέτρα μπροστά του και γενικά δεν ρίσκαρε ποτέ το ενδεχόμενο να χαιρετήσει κάποιον.
Ο Αλαν Τούρινγκ, ο μαθηματικός, καθηγητής της λογικής και στην ουσία πατέρας της επιστήμης των υπολογιστών, έτρεχε (κυριολεκτικά) φοβισμένος μακριά από κάθε πρόταση που του γινόταν για να πιει ένα φιλικό τσάι, ενώ ο Στιβ Βόζνιακ, ο ντροπαλός άνθρωπος που έφτιαξε την Apple –ο Στιβ Τζομπς ήταν ο εξωστρεφής φίλος του που καρπώθηκε την Apple -, έχει εξηγήσει στην αυτοβιογραφία του πως νιώθει σαν καλλιτέχνης που θέλει να δουλεύει μόνος, χωρίς κουβέντες, χωρίς διάδραση, χωρίς περιττές κοινωνικότητες. Ο ποδοσφαιριστής Τζορτζ Μπεστ, που γλένταγε χωρίς αύριο και δήλωνε πως «αν δεν γεννιόμουν τόσο όμορφος, δεν θα μιλούσατε για τον Πελέ» –προφανώς έχοντας πιει αρκετά ποτά το οποία τελικά τον σκότωσαν –σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ντροπαλός και «χωρίς το αλκοόλ δεν μπορούσα ούτε να πάρω τηλέφωνο για να κλείσω τραπέζι σε ένα εστιατόριο». Η Αγκάθα Κρίστι είχε δεχθεί με βαριά καρδιά τη θέση της προέδρου των συγγραφέων μυστηρίου, με έναν απαράβατο όρο: να μη μιλήσει ποτέ δημόσια.
Το να είσαι ντροπαλός δεν ήταν πρόβλημα μέχρι το 1980. Για την ακρίβεια, πολλοί θεωρούσαν την ντροπή τους, την απέχθειά τους να μιλήσουν δημόσια, ως προσόν, ως έναν τρόπο να ξεχωρίζουν από τη μάζα –ένα είδος εσωτερικού ναρκισσισμού. Τη δεκαετία του ’80, όταν η Social Anxiety Disorder θεωρήθηκε επίσημα ασθένεια και οι φαρμακευτικές εταιρείες πήραν έγκριση από την FDA (τον ΕΟΦ των ΗΠΑ), εκατομμύρια δολάρια έπεσαν στην αγορά των χαπιών (Prozac, Zoloft κ.ά.) και η δυσφήμηση της ντροπής ξεκίνησε. Ηταν η ιδανική εποχή: Εξωστρεφής, σπάταλη, επιφανειακή, λαμπερή –ο κόσμος ανήκε μόνο στους ηχηρούς, στους Τραμπ και στους Κατσιφάρες, η συστολή είχε γίνει επίσημα ασθένεια.
Είναι, όμως, έτσι; Επιστήμονες έχουν παρακολουθήσει τη συμπεριφορά παιδιών και έχουν καταλήξει πως, από τον παιδικό σταθμό ακόμη, ξεχωρίζουν οι εσωστρεφείς ντροπαλοί (sitters), από τους δυναμικούς, εξωστρεφείς χαρακτήρες (rovers). Ο Ντάνιελ Νέτλε, ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Νιούκαστλ, έκανε έρευνα σύμφωνα με την οποία οι εξωστρεφείς είναι πιο πιθανό να νοσηλευτούν, να είναι άπιστοι και να αλλάζουν συχνά σχέσεις, ακόμη και να είναι πιο επικίνδυνοι ως οδηγοί λεωφορείων. Και αυτό γιατί την ώρα που οι εξωστρεφείς πράττουν, οι εσωστρεφείς παρατηρούν, μελετούν, σκέφτονται.
Στην εποχή μας, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το να είσαι ντροπαλός δεν έχει ιδιαίτερη σημασία πια. Το αντίθετο, μπορεί αυτή η ντροπή σου να πυροδοτήσει έναν αφάνταστα εξωστρεφή χαρακτήρα στα social media, μια έκρηξη διάδρασης, μένους και «ψόφου» για οτιδήποτε δεν θα μπορούσες να κάνεις στην πραγματική ζωή. Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι πως το να είσαι εξωστρεφής έως θρασύς μπορεί να σε κάνει «πετυχημένο»
–ακόμη και αν δεν έχεις κανένα άλλο ταλέντο. Μια ματιά στον κ. Κατρούγκαλο π.χ. θα σε πείσει πως η έλλειψη ντροπής μπορεί να σε πάει ψηλά –μέχρι να σε ρίξει για τα καλά.

Στην πραγµατικότητα, στην εποχή που η selfie θεωρείται κάτι αποδεκτό και όχι ένα ναρκισσιστικό σύμπτωμα, το να είσαι ντροπαλός δεν είναι παθολογία. Ούτε το να είσαι εσωστρεφής είναι δείγμα ευφυΐας· μπορεί να συνοδεύεται και από χαμηλό IQ. Η ντροπή δεν είναι ούτε θείο δώρο ούτε εμπόδιο για μια επιτυχημένη ζωή. Για την ακρίβεια, όπως λέει ο Τζο Μόραν, ο συγγραφέας του βιβλίου «Shrinking Violets: A Field Guide to Shyness» που είναι αφιερωμένο στους ντροπαλούς, «είναι απλά άλλη μια αναπόφευκτη αλλόκοτη ιδιότητα που έρχεται πακέτο με το να είσαι ζωντανός».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ