Το αν εισέρχεται η Ευρώπη σε μια περίοδο αστάθειας μετά από χρόνια ηρεμίας και ανάπτυξης εξαρτάται από ποια προοπτική τη βλέπει κανείς. Για πολλούς μετανάστες από την Αφρική, η Ευρώπη εξακολουθεί να αποτελεί τη Γη της Επαγγελίας, για όσους υφίστανται διώξεις ή διακρίσεις ανά τον κόσμο λειτουργεί ως το προπύργιο της ελευθερίας και της ισότητας, για ασιάτες φοιτητές είναι προνόμιο να σπουδάσουν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Για όλους αυτούς η Ευρώπη δεν έχει επαρχιοποιηθεί, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του ινδού στοχαστή Dipesh Chakrabarty, και ακόμη διατηρεί την αίγλη της.
Η Ευρώπη δεν αντιμετωπίζει προβλήματα διαφορετικά από άλλες ανεπτυγμένες περιοχές του κόσμου, απλώς γεγονότα όπως το δημοψήφισμα στη Βρετανία, οι επιθέσεις στη Γαλλία και τη Γερμανία και ο αυξανόμενος αριθμός μεταναστών τα ανέδειξαν περισσότερο. Θα σταθώ ιδιαίτερα στο βρετανικό δημοψήφισμα, γιατί έθεσε διλήμματα που θα καθορίσουν τις μελλοντικές κατευθύνσεις της Ευρώπης.
Το πρώτο αφορά τη σχέση αγοράς και κράτους. Αρκετοί θιασώτες του Brexit προωθούν την ιδέα μιας ανοιχτής αγοράς, με λιγότερους κανόνες, υποχρεώσεις ή ηθικές δεσμεύσεις σε σχέση με αυτές που ορίζει η ΕΕ, διαχωρίζοντας την οικονομία από την όποια κοινωνική πολιτική. Παραδόξως υιοθετούν την ιδέα μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς, οχυρωμένοι στα εθνικά τους σύνορα. Το Brexit έθεσε ξανά το δίλημμα μετ’ εμφάσεως και οι Βρετανοί θεωρούν ότι θα δικαιωθούν όπως συνέβη και με το ευρώ, όταν προέβλεπαν τις εγγενείς αδυναμίες του εγχειρήματος. Ετσι η Ευρώπη βρίσκεται στο σταυροδρόμι δύο ανταγωνιστικών ιδεολογιών: μιας αγγλοσαξονικής νεοφιλελεύθερης, που υποβαθμίζει τον παρεμβατικό ή ρυθμιστικό ρόλο του κράτους, και μιας ευρωπαϊκής, σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης, που προσπαθεί να διασώσει ό,τι έχει απομείνει από το κοινωνικό κράτος.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά την έκπτωση της πολιτικής και την άνοδο του αντιελιτισμού, που ενδεχομένως θα κορυφωθεί με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Η έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος καθορίστηκε και από τη δυσπιστία που τρέφουν οι πολίτες προς τους πολιτικούς και γενικά προς τις συστημικές δυνάμεις (σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η ΕΕ). Και τούτο οδηγεί στην αξίωση να επανέλθει η πολιτική σε τοπικό, καθημερινό επίπεδο και όχι να ασκείται μέσω υπερεθνικών και απρόσωπων σχηματισμών, αξίωση που υπονομεύει τις προσπάθειες για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ενοποίηση και θα ενισχύσει τις αντιευρωπαϊκές τάσεις και σε άλλες χώρες. Αυτή η ροπή προς το εθνικό και το τοπικό υπερβαίνει ενίοτε και τις κλασικές διακρίσεις Αριστεράς και Δεξιάς (όπως φάνηκε και στο δημοψήφισμα) και θέτει νέα διλήμματα για τα πολιτικά κόμματα αλλά και για όλο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Το τρίτο δίλημμα που έχει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη είναι αυτό της ταυτότητας. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες βασίστηκαν στη «μεταφορά μνήμης», με το αποικιοκρατικό και ιστορικό παρελθόν να μεταφέρεται συχνά στο σήμερα. Ο πόλεμος στην Αλγερία εξακολουθεί να ξυπνά μνήμες στη σημερινή Γαλλία, οι Αγγλοι νοσταλγούν την αυτοκρατορία τους και οι Γερμανοί ακόμη κατατρύχονται από το ναζιστικό παρελθόν. Μπορεί οι ιστορικές μνήμες να συντηρούν συγκρούσεις και στερεότυπα του παρελθόντος, οι ραγδαίες όμως δημογραφικές αλλαγές τις υπερβαίνουν. Οι ευρωπαϊκές πόλεις αλλάζουν ταυτότητα και μετασχηματίζονται σε πραγματικά πολυπολιτισμικά και πολυεθνικά κέντρα. Σε λίγα χρόνια οι περισσότεροι κάτοικοι ορισμένων βρετανικών πόλεων θα κατάγονται από άλλες χώρες. Αυτές οι δημογραφικές ανατροπές γεννούν προβλήματα ταυτότητας, ανασφάλειας και εσωστρέφειας που αναστέλλουν την ιδέα της περαιτέρω ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Δεν είναι μόνο οι μουσουλμάνοι που αναζητούν ταυτότητα και τρόπο ζωής μέσω της θρησκείας, αλλά και πολλοί νέοι Ευρωπαίοι, που έχουν γεννηθεί στη Βρετανία, άρχισαν ήδη να ανησυχούν μετά το δημοψήφισμα και την αύξηση των ρατσιστικών επιθέσεων, γιατί φοβούνται ότι θα κληθούν να επιλέξουν και να δηλώσουν ταυτότητα. Ακόμη και οι Σκωτσέζοι που παλαιότερα προσδιορίζονταν αρνητικά μέσα από τη διαφορά τους από τους Αγγλους θεωρούν ότι η Ευρώπη τούς πρόσφερε μια πιο θετική και πολυσχιδή αίσθηση ταυτότητας, ευνοώντας την υβριδοποίηση ή την πολλαπλότητα των ταυτοτήτων ενώ το Brexit σηματοδοτεί την επιστροφή στην ταυτοτική καθαρότητα.
Η Ευρώπη βρίσκεται διχασμένη ανάμεσα σε μια οικονομική λογική που προωθεί την παγκοσμιοποίηση και τις αγορές δίχως σύνορα και σε μια διάθεση προστατευτισμού με κλείσιμο των συνόρων και αποκλεισμό των μεταναστών. Μόνο που το γύρισμα του ρολογιού και η εθνική ομφαλοσκόπηση αφορούν και τους μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς που είτε ανακαλύπτουν φανατικά τη θρησκευτική και εθνοτική τους ταυτότητα είτε ταυτίζονται με τη δεύτερη πατρίδα τους και υπερασπίζονται τους μεταναστευτικούς φραγμούς. Καθώς η Ευρώπη θα ταλαντεύεται στο σταυροδρόμι παγκοσμιότητας και τοπικότητας, ανοιχτών και κλειστών συνόρων, αγορών και κοινωνικού κράτους, οι πολιτισμικές παρενέργειες αυτής της ταλάντευσης θα οξύνουν τα ερωτήματα του ανήκειν και θα οδηγούν στην αναζήτηση ασφάλειας, αφυπνίζοντας θρησκευτικές, εθνοτικές και τοπικιστικές ταυτίσεις παρά προωθώντας το ευρωπαϊκό συνανήκειν.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ